Παιδιά και φυσικές καταστροφές: «Πρέπει να τους λέμε την αλήθεια για το τι έχει συμβεί» λέει ψυχολόγος

Η βιβλική καταστροφή που σημειώθηκε στη Θεσσαλία τον περασμένο μήνα, μπορεί να δημιουργήσει αρνητικές εικόνες σε ένα παιδί το οποίο τις έχει βιώσει. Η politic ήρθε σε επικοινωνία με την ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια κ. Στέλα Ντίσκου η οποία ανέλυσε το ποιος είναι ο ιδανικός τρόπος να λάβει βοήθεια ένα παιδί στο να μπορέσει να διαχειριστεί το σοκ που έχει υποστεί βιώνοντας κάποια απώλεια μετά από φυσική καταστροφή.
«Τα παιδιά έχουν πολύ ζωηρή φαντασία, και ειδικά τα πιο μικρά παιδιά έχουν έναν εγωκεντρισμό στη σκέψη τους μπορεί να σκέφτονται ότι φταίνε αυτά. Ενδέχεται δηλαδή να σκεφτούν ότι φταίνε και τα ίδια γι’ αυτό που συνέβη. Χρειάζεται λοιπόν τα παιδιά να εκφράσουν αυτό που νιώθουν για να μπορέσουμε μετά να το διαχειριστούμε» ανέφερε μεταξύ άλλων η κ. Ντίσκου.

Για το πώς μπορεί να υποστηριχθεί ένα παιδί και η οικογένειά του και ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του παιδοψυχολόγου, η κ. Ντίσκου σχολίασε:

«Οι ψυχολόγοι μπορούμε να δουλέψουμε ατομικά με τα παιδιά όλων των ηλικιών. Δουλεύουμε με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την ηλικία και το γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο του παιδιού. Ένα παιδί το οποίο έχει βιώσει τις φυσικές καταστροφές, αντιδρά πολύ διαφορετικά από ένα παιδί το οποίο έχει ακούσει για τις καταστροφές από κάποια είδηση.

Αυτό που κάνουμε είναι να δουλεύουμε μέσω της ψυχοθεραπείας και μέσω του παιχνιδιού και της ζωγραφικής με τα παιδιά, έτσι ώστε να μπορέσουν να αποτυπώσουν τα συναισθήματά τους, να εκφράσουν φόβους και ανησυχίες. Είναι πιο εύκολο να διαχεριστεί κάποιος κάτι το οποίο εκφράζεται και λεκτικοποιείται.

Τα παιδιά έχουν πολύ ζωηρή φαντασία, και ειδικά τα πιο μικρά παιδιά έχουν έναν εγωκεντρισμό στη σκέψη τους μπορεί να σκέφτονται ότι φταίνε αυτά. Ενδέχεται δηλαδή να σκεφτούν ότι φταίνε και τα ίδια γι’ αυτό που συνέβη. Χρειάζεται λοιπόν τα παιδιά να εκφράσουν αυτό που νιώθουν για να μπορέσουμε μετά να το διαχειριστούμε».

«Ένας θυμός για μια φυσική καταστροφή δε μπορεί τόσο εύκολα να εκφραστεί με λόγια»
Μιλώντας για το πώς μπορεί ένα παιδί να εξωτερικεύσει καλύτερα αυτό που νιώθει μετά τα όσα έχει βιώσει από ένα τέτοιο γεγονός, η κ. Ντίσκου σημείωσε ότι δεν είναι τόσο εύκολο να εκφράσει αυτό που νιώθει με λόγια, «μέσα από το παιχνίδι όμως μπορεί να εκφράσει πιο εύκολα όλα όσα αισθάνεται».

«Μπορεί το παιδί να ζωγραφίσει ένα παιχνίδι το οποίο έχει χάσει. Μέσα από τη ζωγραφική μπορεί να αποτυπώσει το πόσο σημαντικό ήταν γι’ αυτό το παιχνίδι που έχασε. Κάτι άλλο που μπορεί να βοηθήσει πάρα πολύ είναι ένα παιχνίδι ρόλων είτε με κουκλάκια είτε με οτιδήποτε άλλο. Έτσι το παιδί μπορεί να κάνει πιο ζωντανό και το βίωμά του και το συναίσθημά του.

Ένας θυμός για μια φυσική καταστροφή δε μπορεί τόσο εύκολα να εκφραστεί με λόγια λόγω του ότι ένα παιδί δε μπορεί να καταλάβει απαραίτητα το πώς προέκυψε όλο αυτό, γιατί προέκυψε και πώς θα προχωρήσει η ζωή του από εδώ και πέρα. Μέσα από το παιχνίδι όμως μπορεί να εκφράσει πιο εύκολα όλα όσα αισθάνεται» ανέφερε.

Πολύ σημαντικός είναι και ο ρόλος των γονέων σε όλη αυτήν την προσπάθεια, με την κ. Ντίσκου να τονίζει ότι δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκρύπτεται από τα παιδιά η πραγματικότητα λέγοντάς τους ότι όλα είναι καλά και ότι δε συνέβη τίποτα.

«Αυτό που λέμε στους γονείς είναι ότι στα παιδιά μιλάμε με ειλικρίνεια για ό,τι συμβαίνει. Επειδή έχουν ζωηρή φαντασία και εγωκεντρισμό μπορεί αυτά που δεν λέμε να φαντάζουν πολύ μεγαλύτερα στο μυαλό τους. Ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του, χρησιμοποιούμε τα αντίστοιχα λόγια. Ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, λέμε λίγα πράγματα και ειλικρινά αλλά όχι τόσο περιγραφικά» υπογράμμισε αρχικά.

«Πρέπει να τονίσουμε τη θετική πλευρά ότι θα προσπαθήσουμε να φτιάξουμε ξανά τη ζωή μας»
«Πρέπει να τονίσουμε τη θετική πλευρά ότι παρόλο που έγιναν όλα αυτά, θα προσπαθήσουμε να φτιάξουμε ξανά τη ζωή μας. Αν πρόκειται για ανθρώπινη απώλεια βέβαια, εκεί χρειάζονται ακόμη περισσότερες συναντήσεις με ειδικούς γιατί αυτού του είδους οι απώλειες έχουν έναν άλλο χειρισμό.

Με τους εφήβους είμαστε περισσότερο περιγραφικοί γιατί μπορούν να το χειριστούν διαφορετικά. Φροντίζουμε όμως τα παιδιά μικρών ηλικιών να μην έχουν όσο γίνεται έκθεση σε εικόνες καταστροφής είτε στα social media είτε στις ειδήσεις γιατί είναι δύσκολο να τις διαχειριστούν. Πρέπει να εξωτερικεύουμε κι εμείς σαν ενήλικες το συναίσθημά μας, αλλά να δίνουμε την εικόνα ότι μπορούμε να το διαχειριστούμε» σημείωσε στη συνέχεια.

Για το αν είναι εύκολο ή όχι να φύγει από το μυαλό ενός παιδιού η εικόνα που έχει βιώσει από μια φυσική καταστροφή, η κ. Ντίσκου σχολίασε πως «αυτό που λέμε είναι ότι όταν κάποιος έχει ζήσει κάτι, δε μπορεί να το ξεχάσει. Μπορεί όμως με τον καιρό αυτό να μην είναι δυσλειτουργικό μέσα του και να μην προκαλεί τόσο πόνο και στενοχώρια όσο στην αρχή. Το πρώτο βήμα είναι να βοηθήσουμε το παιδί να εξωτερικεύσει αυτό που του συμβαίνει, χωρίς να το κρίνουμε για το συναίσθημά του.

Να του δείξουμε δηλαδή ότι του «επιτρέπουμε» να στενοχωρηθεί, να θυμώσει κλπ και να το εκφράσει είτε με φωνή είτε με κλάμα. Στη συνέχεια πρέπει να επικεντρωνόμαστε στο ότι τα πράγματα θα γίνουν διαφορετικά, έτσι ώστε να τοποθετήσει το βίωμά του κάπου μέσα του έτσι ώστε να μην το επηρεάζει τόσο. Οι φράσεις όπως «μη στενοχωριέσαι» που εμείς οι ενήλικες τις χρησιμοποιούμε αμυντικά, στην πραγματικότητα δεν κάνουν καλό στο παιδί».

Σε αυτές τις περιπτώσεις, εκτός από μια απώλεια ενός παιχνιδιού ή ενός σπιτιού, υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να βιώσει ένα παιδί και την απώλεια ενός αγαπημένου του προσώπου.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η κ. Ντίσκου ανέφερε ότι είναι απαραίτητο να έρθει το παιδί και η οικογένεια σε επαφή με κάποιον ειδικό «έτσι ώστε να μπορέσουν να το διαχειριστούν εξατομικευμένα ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού και ανάλογα με το ποιον έχει χάσει».

«Όλο αυτό το κομμάτι της απώλειας και των καταστροφών στη βιβλιογραφία και στην ψυχολογία αναφέρεται ως τραύμα. Μπορεί το παιδί να βιώσει μια διαταραχή μετατραυματικού στρες. Αυτό είναι και η απώλεια ενός ανθρώπου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι απαραίτητο να έρθουν σε επαφή με έναν ψυχολόγο για όσο καιρό χρειαστεί. Είναι όμως επιτακτικό το να έρχεται το παιδί στον ψυχολόγο αλλά και η οικογένεια έτσι ώστε να μπορέσουν να το διαχειριστούν εξατομικευμένα ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού και ανάλογα με το ποιον έχει χάσει».

«Μπορεί να δούμε ένα παιδί να αποσύρεται κοινωνικά, να μην έχει θετικά συναισθήματα και να μην έχει διάθεση για δραστηριότητες. Ενδέχεται να έχει εκρήξεις θυμού, δυσκολία στη συγκέντρωση, στον ύπνο και στη διατροφή και όχι μόνο. Να έρθει αντιμέτωπο δηλαδή με καταστάσεις οι οποίες δεν υπήρχαν πιο πριν. Ο γονέας αν δει ότι το παιδί έχει εκρήξεις θυμού λόγω των όσων έχει ζήσει από μια καταστροφή, πρέπει να ακούσει το παιδί και να του δώσει να καταλάβει ότι κατανοεί τον θυμό του και την έντασή του, και το παροτρύνει να μιλήσει γι’ αυτό».