Ας Θυμηθούμε: Η κυρά Σαρακοστή – Του Παν. Αναστόπουλου

Ένα έθιμο που έχει σχεδόν χαθεί είναι αυτό της Κυρά Σαρακοστής. Πρόκειται για ένα ιδιόμορφο ημερολόγιο με το οποίο μετρούσαν τις εβδομάδες της νηστείας (Σαρακοστής). Επειδή παλιά δεν είχαν τα σημερινά ημερολόγια για να μετρούν το πέρασμα της νηστείας, έφτιαχναν ένα μετρητάρι. Η κυρά Σαρακοστή στις περισσότερες περιοχές ήταν μια χάρτινη ζωγραφιά. Τα χέρια της ήταν σταυρωμένα από τις πολλές προσευχές. Και είχε εφτά πόδια, ένα για κάθε βδομάδα της Σαρακοστής. Απεικόνιζε μια γυναίκα, σαν καλόγρια, χωρίς στόμα, λόγω νηστείας, και με εφτά πόδια που αναπαριστούσαν τις επτά εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής.

Κάθε Σάββατο έκοβαν ένα πόδι και έτσι ήξεραν πόσες βδομάδες νηστείας απέμεναν μέχρι το Πάσχα. Το Μεγάλο Σάββατο, έκοβαν και το τελευταίο πόδι. Αυτό το κομμάτι χαρτί το δίπλωναν καλά και το έκρυβαν σε ένα ξερό σύκο. Τοποθετούσαν το σύκο αυτό μαζί με άλλα, και σε όποιον το έβρισκε θεωρούνταν ότι του έφερνε γούρι. Καλή Σαρακοστή με υγεία.

Σε άλλα μέρη της Ελλάδας η Κυρά Σαρακοστή δεν ήταν φτιαγμένη από χαρτί, αλλά από ζυμάρι. Το ζυμάρι φτιαχνόταν με αλεύρι, αλάτι και νερό. Η διαδικασία ήταν κι εδώ η ίδια όπως και με την χάρτινη. Μια άλλη παραλλαγή του εθίμου της Κυράς Σαρακοστής είναι φτιαγμένη από πανί και γεμισμένη με πούπουλα.

Για την Κυρά Σαρακοστή έχουν γραφτεί και οι εξής στίχοι:

Την Κυρά Σαρακοστή που ‘ναι έθιμο παλιό
οι γιαγιάδες μας την φτιάχναν με αλεύρι και νερό.

Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι έναν σταυρό
μα το στόμα της ξεχνούσαν γιατί νήστευε καιρό.

Και τις μέρες της μετρούσαν με τα πόδια της τα επτά.
Έκοβαν ένα την βδομάδα μέχρι ‘να ρθει η Πασχαλιά.

Την κυρά Σαρακοστή, Όλοι φτιάξτε την μαζί
Με αλεύρι και νερό, έτοιμη είναι στο λεπτό.

Πόδια πρέπει να έχει εφτά, τις βδομάδες να μετρά!
Στόμα δεν έχει! Ξέρεις γιατί;
Κάνει νηστεία αυστηρή μέχρι του Πάσχα την Κυριακή.

Έθιμα που χάθηκαν με το πέρασμα του χρόνου.
Όμως στις μνήμες μας είναι οι αναμνήσεις από τη γιαγιά μας. Έπαιρνε τα αυγά, σύμφωνα την ηλικία και των μελών της οικογένειας, και τα έβαζε όρθια να ψηθούν στο τζάκι. Τρώγοντας το αυγό άρχιζε η νηστεία, “κλείναμε το στόμα” και λέγαμε θα το ανοίξω μετά τη Σαρακοστή.

Από τα πιο διαδεδομένα έθιμα, που κάθε χρονιά κρατά το σύνολο σχεδόν των νοικοκυριών, αποτελεί το βάψιμο των αυγών την Μεγάλη Πέμπτη. Η παράδοση τα θέλει κόκκινα, αν και τα τελευταία χρόνια συνηθίζεται να βάφονται τα αυγά σε διάφορα χρώματα και σχέδια. Αν και δεν είναι ξεκάθαρη η προέλευση του κόκκινου χρώματος, οι ερμηνείες λένε πως συμβολίζει τη θυσία του Χριστού και το αίμα του. Το αυγό, ερμητικά κλειστό, λέγεται πως συμβολίζει το τάφο του Ιησού.

Τέλος, στον Πόντο, την Καθαρά Δευτέρα, κάθε οικογένεια έπαιρνε μία πατάτα ψημένη ή ένα κρεμμύδι και επτά φτερά κότας τα οποία συμβόλιζαν τις επτά εβδομάδες της Σαρακοστής, τύλιγε την πατάτα με τα φτερά και την κρεμούσε από το ταβάνι μέσα στο δωμάτιο. Κάθε βδομάδα έβγαζαν και ένα φτερό. Ο “κουκουράς”, έτσι το έλεγαν, ήταν ο φόβος των παιδιών. Όταν κάποιο μωρό ζητούσε γάλα ή γιαούρτι, τότε η μάνα χτύπαγε με ένα ξύλο την πατάτα με τα φτερά για να τρομάξει το μωρό και του έλεγε: “Αυτά που είπες τα άκουσε η πατάτα και κινήθηκε”. Κάθε εβδομάδα που περνούσε κάθε οικογένεια έβγαζε και από ένα φτερό από την πατάτα του σπιτιού της και το πετούσε μέχρι να έρθει το Πάσχα. Όταν τέλειωναν τα φτερά έφτανε και το Πάσχα και τότε έλεγαν: “Τώρα μπορούμε να φάμε κρέας”.

Πολλές γριές στην Ίμβρο, τις τρεις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, Καθαρή Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη, δεν έβαζαν στο στόμα τους ούτε ψωμί. Κρατούσαν το λεγόμενο «τρίμερο». το πρώτο γεύμα που έτρωγαν μετά το «τρίμερο» ήταν το «μάτσι». Ένα σοφό παρασκεύασμα για το άδειο στομάχι και τον εξαντλημένο από την πείνα οργανισμό. Με ζύμη από σταρένιο αλεύρι άνοιγαν πλατιά και λεπτά φύλλα, που τα λέγανε «φλουμάρια» και τα άπλωναν για να στραγγίσουν. Τα έκοβαν ύστερα σε ψιλά ψιλά κομματάκια με το χέρι και τα έβραζαν με νερό και μέλι, έκαναν δηλαδή ένα είδος μελόσουπας. Ζύμωναν επίσης μικρά σταρένια ψωμάκια, τις «γοργόπιτες», τα έκοβαν τέταρτα, τα άλειφαν με μέλι και τα μοίραζαν στην γειτονιά.

Παν. Αναστόπουλος