Μάνα, μητέρα, μαμά … – Mary’s Notes – Άρθρο της Μαίρης Λεριά

“Να με φωνάζεις Μάνα, όχι μαμά. Μου αρέσει περισσότερο” λέω στον γιο μου!
Γιατί; με ρωτάει, ρίχνοντας μου μια γεμάτη απορία ματιά.
Είναι πιο δυνατό του λέω!
Οκ, μου απαντάει χωρίς να δείχνει ότι έχει πειστεί με το λεκτικό μου επιχείρημα.
Αν το καλοσκεφτείς λοιπόν το Μαμά είναι γλυκό, ζαχαρωμένο, μελωμένο. Έχει ένα χαμόγελο κρυμμένο μέσα στα γράμματα του.

Το Μητέρα από την άλλη είναι πιο τυπικό. Κλασικό. Μετρημένο. Σέβεται αναγκαστικά. Άθελά του οριοθετεί. Το Μάνα μου φαίνεται άμεσο , ζεστό, οικειοποιημένο μέσα από την Ελληνική λεκτική κουλτούρα. Θαρρείς και θα έρθουν τα γράμματα να σε αγκαλιάσουν και να σε στηρίξουν. Έχει στοργή. Μια λέξη με ανάστημα και περηφάνια.
Μάνα. Από την κλασική Ελληνίδα μάνα στη σύγχρονη (σχετικά) γιορτή της μητέρας. Τόσες δεκαετίες. Δεν ξέρω πως τα καταφέρνει αυτή η γιορτή αν και εμπορική(στα τελευταία χρόνια)και δεν έχει χάσει τίποτα από την ανιδιοτέλεια της. Και μετράει τόσες δεκαετίες. Θυμάμαι λοιπόν στη δεκαετία του 80 όπου η νεοσύστατη για τα ελληνικά δεδομένα τότε γιορτή φάνταζε στα παιδικά μου μάτια ως κάτι τόσο ξεχωριστό και μοναδικό. Δικαιολογημένα θα μου πεις.

Οι παγκόσμιες ημέρες και οι γιορτές τέτοιου είδους δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην Ελληνική, δυτικοεπηρεασμένη, κοινωνία του 80. Ακόμη και η αντίστοιχη γιορτή του πατέρα καθιερώθηκε στη κοινωνική μας συνείδηση αρκετά χρόνια μετά. Μπορεί και να σκεφτόμουν όλη τη χρονιά τι δώρο θα πάρω στη μαμά μου. Άλλο δώρο εγώ και άλλο δώρο η αδελφή μου.
Στα πρώτα χρόνια του Δημοτικού σχολείου όπου το χαρτζιλίκι ήταν ανύπαρκτο περιοριζόμασταν σε αυτοσχέδιες ανθοδέσμες με λουλούδια που μαζεύαμε η μάλλον κλέβαμε από μπαλκόνια και γειτονικούς κήπους. Σχεδόν πάντα συνοδευόταν από μια χειροποίητη κάρτα ζωγραφισμένη με πολύ αγάπη και μεράκι.
Όταν μεγαλώσαμε αγοράζαμε κάτι πιο αξιοπρεπές αλλά όχι ιδιαίτερα ακριβό. Που να φτάσει εξάλλου το χαρτζιλίκι δυο κοριτσιών του Δημοτικού σχολείου; Όσο για τα δώρα, οι επιλογές μας περιοριζόταν σε γυάλινα διακοσμητικά, από το γωνιακό super market ή κραγιόν (μπέρτα- κακάο) σε κλασικά χρώματα από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Στη πρώτη περίπτωση η μαμά μου μας μάλωνε που ξοδέψαμε το χαρτζιλίκι μας και έκλεινε την συζήτηση με το κλασικό <Εγώ δεν θέλω τίποτα. Να είστε καλά παιδιά θέλω. Να ακούτε. Να διαβάζετε. Να μην αντιμιλάτε, να…..>. και ο κατάλογος συνεχιζόταν με την αδελφή μου και εμένα να ανταλλάσσουμε συνωμοτικά χαμόγελα.

Τα χρόνια πέρασαν και αν εξαιρέσεις την περσινή, περίεργη και άτυχη γιορτή της μητέρας, έστω και συμβολικά όλο και κάτι θα προσφέρουμε στη μαμά μας. Από ένα λουλούδι μέχρι ένα φουλάρι (έχει μανία με τα φουλάρια).Τώρα πια δεν αντιστέκεται ούτε μας μαλώνει γιατί μπορεί να έχουμε ξοδέψει το χαρτζιλίκι μας. Μεγαλώσαμε. Δεν υπάρχει και χαρτζιλίκι.
Υπάρχει όμως η γιορτή. Την δεύτερη Κυριακή κάθε Μαΐου Υπάρχουν και οι μαμάδες. Οι μαμάδες που γέννησαν. Που έκλαψαν. Που είδαν το σώμα τους να αλλάζει. Που λιμοκτόνησαν από πείνα για να ξαναμπούν στο αγαπημένο τους (μεζούρα) τζιν παντελόνι. Οι μητέρες που μεγάλωσαν παιδιά, που δεν τα κυοφόρησαν στην κοιλιά τους αλλά μόνο στη καρδιά τους. Οι μάνες που έγιναν και άνδρες και πατεράδες. Οι μάνες που ξενύχτησαν για να πέσει ο πυρετός και που με ένα βλέμμα μπορούν να καταλάβουν και να νιώσουν τα πάντα. Οι μάνες που έβαλαν προτεραιότητα το παιδί τους πέρα από προσωπικές συναισθηματικές ιδιοτέλειες.
Οι μάνες που μετά από ένα εργασιακό κουραστικό 8ωρο, μαγείρεμα, δουλειές, πλυντήρια, σιδέρωμα…τους αρκεί ένα χαμόγελο και μια αγκαλιά για να τα ξεχάσουν όλα.

Χρόνια πολλά σε όλες τις Μάνες.
Χρόνια μας πολλά!