Η μαγεία των χριστουγεννιάτικων παραμυθιών

Τα χριστουγεννιάτικα παραμύθια, είναι κάτι μαγικό για τα μικρά παιδιά, ίσως παλαιοτέρων εποχών αλλά και σήμερα με τα νέα τεχνολογικά μέσα, πολλά παιδιά μαγεύονται με τις χριστουγεννιάτικες ιστορίες

Είτε γιατί αναπολούμε που και που τα Χριστούγεννα των παιδικών μας χρόνων, είτε γιατί θέλουμε να μεταφέρουμε τις όμορφες αναμνήσεις μας στις επόμενες γενιές, είτε γιατί απλά μιλάμε για ιστορίες-αριστουργήματα, τα παραμύθια των Χριστουγέννων έρχονται και φέτος στο μυαλό μας. Ακόμη και από την οθόνη της τηλεόρασης τα κλασικά έργα μεγάλων συγγραφέων, για μικρούς και μεγάλους, αυτές τις ημέρες έρχονται ξανά και μας ταξιδεύουν σε παραμυθένιους κόσμους. Ακόμη και πιο πρόσφατες ταινίες όπως το Πολικό Εξπρές, ξεδιπλώνουν το νήμα των συναισθημάτων σε μικρούς, αλλά και μεγαλύτερους.

Με την ελπίδα ότι η τεχνολογία και η οθόνη δεν θα πάρουν ποτέ τη θέση της γιαγιάς που διηγείται ένα παραμύθι, θα ανοίξουμε την πόρτα στο κοριτσάκι με τα σπίρτα. Με την ευχή η ζεστή φωνή ενός αγαπημένου προσώπου να μην αντικατασταθεί ποτέ με ψηφιακά υποκατάστατα, θα κρατήσουμε από το χέρι τον Εμπενίζερ Σκρουτζ. Και με το βλέμμα στα παιδικά μάτια που διψάνε για Χριστουγεννιάτικες περιπέτειες θα τρυπώσουμε μαζί με τα ξωτικά στο εργαστήρι ενός φτωχού παπουτσή για να του χαρίσουμε πολλά χαμόγελα!

Το κοριτσάκι με τα σπίρτα, του Hans Christian Andersen

Η ιστορία του γνωστού ποιητή Hans Christian Andersen, Το κοριτσάκι με τα σπίρτα (The little match girl, 1845), είναι μία στενάχωρη αλλά γεμάτη ελπίδα ιστορία που μιλάει για τα ολοζώντανα όνειρα ενός ετοιμοθάνατου παιδιού.
Μια παγωμένη πρωτοχρονιά, όταν οι περισσότεροι άνθρωποι γιόρταζαν τον ερχομό του νέου έτους μέσα στη ζεστασιά του σπιτιού τους και τη θαλπωρή της οικογένειάς τους, ένα μικρό κορίτσι προσπαθούσε να πουλήσει σπίρτα στον χιονισμένο δρόμο. Οι δυνάμεις του το εγκατέλειπαν και, καθώς φοβόταν την οργή του πατέρα του αν γύριζε σπίτι δίχως να έχει πουλήσει σπίρτα, κάθισε στο παγωμένο πεζοδρόμιο.

Μία κρύα Παραμονή Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι μιας χιονισμένης πόλης – χαρούμενοι και ζεστά ντυμένοι, φορτωμένοι με ψώνια και δώρα – βάδιζαν βιαστικοί προς τα γιορτινά τους σπίτια, αγνοώντας μία μικρή ορφανή πλανόδια πωλήτρια. Με σβησμένη φωνή, ψιθύριζε αχνά πως δεν ζητιάνευε αλλά πως πουλούσε σπίρτα για να ζήσει. Τότε μια άμαξα πέρασε γρήγορα και η μικρή μόλις που πρόλαβε να τραβηχτεί στην άκρη του δρόμου και τα σπίρτα έπεσαν από την ποδιά της και σκορπίστηκαν στον υγρό δρόμο. Το κοριτσάκι γονάτισε στο χιόνι και άρχισε να μαζεύει ένα-ένα τα μουσκεμένα σπίρτα.
Σε κάποιο παράθυρο είδε ένα στολισμένο δωμάτιο και μία μητέρα να ταΐζει με στοργή την κόρη της. Τότε βούρκωσε. Αποκαμωμένη και μελαγχολική βρήκε καταφύγιο σε μια γωνιά και άναψε ένα σπίρτο για να ζεσταθεί. Στην λάμψη τους είδε αρκετά υπέροχα οράματα, συμπεριλαμβανομένων ενός χριστουγεννιάτικου δέντρου και γιορτινών διακοπών. Το κορίτσι κοίταξε προς τον ουρανό είδε ένα πεφταστέρι και θυμήθηκε την αποθανούσα γιαγιά της να λέει πως ένα τέτοιο αστέρι σημαίνει πως κάποιος πέθανε και πάει στον παράδεισο. Καθώς άναψε το επόμενο σπίρτο είδε ένα όραμα με την γιαγιά της, ο μόνος άνθρωπος που την αντιμετώπισε με καλοσύνη και αγάπη. Άναβε το ένα σπίρτο μετά το άλλο για να κρατήσει το όραμα της γιαγιάς κοντά της για όσο περισσότερο μπορούσε.
Το κοριτσάκι πέθανε και η γιαγιά της μετέφερε το πνεύμα της στον παράδεισο. Το επόμενο πρωί περαστικοί βρήκαν το νεκρό παιδί στην γωνιά, τριγυρισμένο από αναρίθμητα καμένα σπίρτα.

Ο Μολυβένιος Στρατιώτης, του Hans Christian Andersen

Η ιστορία αρχίζει με τη δημιουργία εικοσιπέντε μολυβένιων στρατιωτών με τις πανομοιότυπες κόκκινες στολές τους ζωγραφισμένες με κάθε λεπτομέρεια. Όμως ανάμεσα στα εικοσιπέντε στρατιωτάκια που δημιουργήθηκαν με τέχνη υπήρχε και ένα στρατιωτάκι με ένα μόνο πόδι, το οποίο προς έκπληξη του τεχνίτη μπορούσε να σταθεί σαν κανονικό μαζί με τα υπόλοιπα. Τα μικρά στρατιωτάκια σύντομα τοποθετήθηκαν στη βιτρίνα ενός μαγαζιού.
Ώσπου, οι γονείς ενός μικρού παιδιού, αγόρασαν τους εικοσιπέντε στρατιώτες έτσι ώστε να τους χαρίσουν σε αυτό ως δώρο γενεθλίων. Το παιδί, αντικρίζοντας το δώρο των γονιών του, ενθουσιάστηκε και ξεκίνησε να παίξει με όλα τα παιχνίδια του, αραδιάζοντας τα πάνω σε ένα τραπέζι. Την προσοχή του μικρού στρατιώτη τράβηξε η ύπαρξη μιας όμορφης μπαλαρίνας που στεκόταν και εκείνη στο ένα της πόδι λίγο πιο εκεί και θέλησε να της μιλήσει.

Το επόμενο πρωί, το παιδί ξύπνησε και αντίκρισε το μολυβένιο στρατιωτάκι με το ένα πόδι να στέκεται πάνω στο τραπέζι και αποφάσισε ότι θα μπορούσε να παραφυλάει το σπίτι, έτσι το τοποθέτησε στο παράθυρο για να περιπολεί. Κάποια παιδιά που στάθηκαν στο κατώφλι του σπιτιού, αντιλήφθηκαν το παιχνίδι που στεκόταν στο ένα του πόδι και το πήραν από το παράθυρο. Θέλοντας να παίξουν, του έφτιαξαν μια χάρτινη βάρκα, τοποθετώντας το εκεί. Το νερό της βροχής παρέσυρε τότε τη μικρή βάρκα στον υπόνομο και ο μικρός κουτσός στρατιώτης χάθηκε μέσα στο σκοτάδι.
Μετά από πολλές περιπέτειες το γενναίο στρατιωτάκι επέστρεψε στο σπίτι και το παιδί τον τοποθέτησε δίπλα στην όμορφη μπαλαρίνα. Εκείνη τότε πρόσεξε για πρώτη φορά τον κουτσό στρατιώτη που στεκόταν στο ένα του πόδι σαν και εκείνη και τον ερωτεύτηκε. Ξαφνικά όμως ένα ζηλιάρικο αγόρι που είχε επισκεφτεί το σπίτι του παιδιού, άρπαξε τον μικρό στρατιώτη και τον πέταξε μέσα στο αναμμένο τζάκι. Ο μικρός στρατιώτης άρχισε να καίγεται, ανήμπορος να αντιδράσει, ενώ με το δυνατό φύσημα του ανέμου η όμορφη μπαλαρίνα παρασύρθηκε μέσα στην κατακόκκινη φλόγα και χάθηκε μαζί του…

Μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, του Charles Dickens

Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία,(A Christmas Carol, 1843), του C. Dickens μας διηγείται την ιστορία του Εμπενίζερ Σκρουτζ, που αναφέρεται στην ιδεολογική, ηθική και συναισθηματική του μεταστροφή μετά την υπερφυσική επίσκεψη που δέχτηκε από τον πεθαμένο συνεταίρο του Τζέικομπ Μάρλεϊ και από τα φαντάσματα των Χριστουγέννων του Παρελθόντος, του Παρόντος και του Μέλλοντος. Στην Ελλάδα συνηθίζεται ευρέως και ο τίτλος “Το Πνεύμα των Χριστουγέννων” στις διάφορες διασκευές του έργου.

Το φάντασμα του Παρελθόντος θυμίζει στον Σκρουτζ τα νεανικά του χρόνια, τη μοναξιά που βίωνε ως νέος και την εγκατάλειψή του από την τότε αρραβωνιαστικιά του. Η σκηνή τον συγκινεί, μα δεν καταφέρνει να τον κάνει να αλλάξει την εχθρική στάση του προς τα Χριστούγεννα. Το δεύτερο φάντασμα, αυτό των Παροντικών Χριστουγέννων, τον οδηγεί μέσα στο σπίτι του υπαλλήλου του, Μπομπ, ο οποίος προσπαθεί να γιορτάσει με την οικογένειά του με ένα πενιχρό δείπνο. Ο Σκρουτζ δίνει ιδιαίτερη προσοχή στον Τιμι, τον μικρό ανάπηρο γιό του Μπομπ. Τέλος, το φάντασμα των μελλοντικών Χριστουγέννων δείχνει στον Σκρουτζ την ημέρα της κηδείας του μικρού Τίμι και καταδικάζει τον Σκρουτζ σε έναν μοναχικό και δυστυχισμένο θάνατο.
Μετά από τις επισκέψεις των φαντασμάτων, ο Σκρούτζ μετατρέπεται σε έναν ευγενικό άνθρωπο, έτοιμο να μοιράσει χαρά και να απολαύσει τα Χριστούγεννα. Είναι ευτυχής που του δίνεται η ευκαιρία να αλλάξει το μέλλον του και να μην έχει το τέλος που του υπέδειξε το φάντασμα των Μελλοντικών Χριστουγέννων το ίδιο βράδυ.

Τα Ξωτικά και ο Παπουτσής, των αδελφών Grimm

Οι αδελφοί Γιάκομπ Λούντβιχ Καρλ Γκριμ και Βίλχελμ Καρλ Γκριμ ήταν δύο ιδιαίτερα δημοφιλείς συλλέκτες παραδοσιακών παραμυθιών που γεννήθηκαν στις 4 Ιανουαρίου του 1785 και στις 24 Φεβρουαρίου του 1786, αντίστοιχα, στο Χάναου της Γερμανίας.
Έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον για τις γερμανικές λαϊκές αφηγήσεις και παραδόσεις. Από αυτές εμπνεύστηκαν για να γράψουν έναν μεγάλο αριθμό παραμυθιών που έγιναν τα απόλυτα κλασικά παραμύθια. Μερικά από τα πιο διάσημα παραμύθια τους, που διαβάζονται από τα παιδιά όλου του κόσμου είναι Η Κοκκινοσκουφίτσα, Η Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι, Χάνσελ και Γκρέτελ, Ραπουνζέλ, Η Ωραία Κοιμωμένη και H Σταχτοπούτα.
Η χριστουγεννιάτικη ιστορία Τα Ξωτικά και ο Παπουτσής δημοσιεύθηκε το 1812. Αποτέλεσε μέλος της μεγάλης συλλογής παραμυθιών Children’s and Household Tales που εξέδωσαν και στην οποία οι ιστορίες αναφέρονταν σε ξωτικά, νεράϊδες και άλλα μυθικά πλάσματα.

Στο παραμύθι αυτό κάθε βράδυ δυο μυστηριώδεις επισκέπτες τρυπώνουν στο εργαστήρι του φτωχού παπουτσή, φτιάχνουν τα ωραιότερα παπούτσια που υπάρχουν. Έτσι, κάνουν ευτυχισμένους και πλούσιους τον παπουτσή και τη γυναίκα του. Αλλά όταν εκείνοι ανακαλύψουν ποιοι είναι οι επισκέπτες, δηλαδή τα ξωτικά, βρίσκουν τον τρόπο να τους το ανταποδώσουν.

Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των ποντικών, του Ε. Τ. Α. Χόφμαν από τον Αλέξανδρο Δουμά

Η ιστορία αναφέρεται στο δώρο που έκανε στη μικρή Κλάρα ο νονός της, ο Ντροσελμάγιερ, την παραμονή των Χριστουγέννων σε μια μικρή Γερμανική πόλη. Ήταν ένας κινούμενος στρατιώτης, που λειτουργεί ως καρυοθραύστης. Όταν η γιορτή τελειώνει και οι καλεσμένοι φεύγουν, η Κλάρα μπαίνει στο ήσυχο σαλόνι για να κοιμίσει τον καρυοθραύστη.
Καθώς το ρολόι χτυπά μεσάνυχτα, το κορίτσι αποκοιμάται και μεταφέρεται σε έναν παραμυθένιο κόσμο. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο μεγαλώνει μαγικά, όλα τα παιχνίδια, ανάμεσά τους και ο καρυοθραύστης, ζωντανεύουν και ρίχνονται στη μάχη με μεγάλα ποντίκια που εισβάλλουν στο δωμάτιο. Τελικά ο καρυοθραύστης κερδίζει τη μάχη και μεταμορφώνεται σε έναν όμορφο πρίγκιπα.

Στη δεύτερη πράξη η Κλάρα και ο πρίγκιπας – Καρυοθραύστης ξεκινούν για ένα μαγικό ταξίδι. Περνούν από την Βασίλισσα του Χιονιού αλλά και από την χώρα των Ζαχαρωτών με την νεράιδα Ζαχαρένια. Η Κλάρα δεν θέλει να αποχωριστεί τον Καρυοθραύστη της, όμως την ημέρα των Χριστουγέννων καθώς ξυπνά κοντά στην οικογένειά της, το μόνο που κρατά στα χέρια της είναι ο Καρυοθραύστης, η κούκλα που της είχε χαρίσει ο νονός της.

Μια φορά και ένα καιρό… Έτσι ξεκινούν όλα τα παραμύθια που θα πρέπει να λέμε στα παιδιά και να μην σταματήσουμε ποτέ να τα μεταδίδουμε άλλοτε διαβάζοντας και άλλοτε αυτοσχεδιάζοντας.

Θα έρθει μια στιγμή που το παιδί θα ζητάει όνειρα και δεν θα μπορούμε να του δώσουμε, γιατί το παραμύθι είναι αυτό που κρατάει ζωντανά τα όνειρα και τις ελπίδες.

Πηγή: calendart.gr

Διαβάστε επίσης:

Αθήνα: Άραβας με μαχαίρι έξω από κτίριο της ΕΡΤ στη Μεσογείων

Υπουργείο Εργασίας: Ομάδα Εργασίας … για “λίγους” αντί για το καταργηθέν δώρο Χριστουγέννων

Ας θυμηθούμε: Η τουρκική ενέδρα το Δεκέμβριο του 1986 στον Έβρο -Του Παν. Αναστόπουλου

Άργος: Τρείς ρομά ξυλοκόπησαν και λήστεψαν 80χρονη