Δηναιολογισμοί και γλωσσική πρακτική – Του Αθανασίου Τσακνάκη

Ο δηναιολογισμός, ως αρχαϊσμός υπό δοκιμή ή υπό κοινωνιογλωσσολογική επεξεργασία ή ως αρχαΐζων νεολογισμός, δύναται να ονομασθεί και δηναιολογία, κατά το «νεολογισμός – νεολογία». Η εμπειρία από την χρήση αρχαϊσμών (αρχαϊστικών λέξεων και φράσεων) στην σύγχρονη γλώσσα, και κυρίως από την λανθασμένη χρήση τους, καθώς και ο σεβασμός προς την ορθή γλωσσική έκφραση, που αποτελεί θεμελιώδη ηθική υποχρέωση των χρηστών μίας γλώσσας, μας οδηγεί στην προσεκτική διερεύνηση της γραμματικής και συντακτικής προσαρμογής κάθε προτεινόμενου δηναιολογισμού στον γραπτό ή στον προφορικό λόγο.

Παράδειγμα:

«Ο Σωκράτης μας, λοιπόν, είναι ο περὶ οὗ ὁ λόγος». Η πρόταση σημαίνει «Ο Σωκράτης μας, λοιπόν, είναι εκείνος, για τον οποίο γίνεται λόγος» ή «Ο Σωκράτης μας, λοιπόν, είναι εκείνος, περί του οποίου γίνεται λόγος». Στον αρχαϊσμό «περὶ οὗ ὁ λόγος», η αναφορική αντωνυμία «οὗ» (του οποίου) είναι αρσενικού γένους και ενικού αριθμού, άρα η χρήση της εδώ είναι ορθή, επειδή ο αρχαϊσμός αναφέρεται στον Σωκράτη. «Η Θεανώ, περὶ οὗ ὁ λόγος, είναι αδελφή του Σωκράτη». Εδώ ο αρχαϊσμός, αν και νοηματικά διατηρεί κάποια ορθότητα και μάλλον γίνεται κατανοητός, εμφανίζεται ασύντακτος, επειδή η αντωνυμία «οὗ» (του οποίου) δεν δύναται να αναφερθεί στην Θεανώ. Η ορθή πρόταση θα ήταν «Η Θεανώ, περὶ ἧς ὁ λόγος, είναι αδελφή του Σωκράτη», επειδή η αναφορική αντωνυμία «ἧς» (της οποίας), ως θηλυκού γένους και ενικού αριθμού, όντως αναφέρεται στην Θεανώ.

Συνεπώς, πριν προτείνουμε έναν δηναιολογισμό στην γλωσσική κοινότητα, ωφέλιμο είναι να τον προσαρμόζουμε γραμματικά και συντακτικά στην γενική δομή της πρότασης ή του κειμένου όπου αυτός εντάσσεται. Απαραίτητο, επίσης, είναι να «επιτρέπεται» αυτή η προσαρμογή και να μην προσκρούει στις αντιρρήσεις θερμοκέφαλων αρχαϊστών.

Παράδειγμα:

Επιλέγουμε – ας πούμε για λόγους συντομίας κατά την έκφραση – να χρησιμοποιήσουμε τον δηναιολογισμό «ἐφοβήθην λαβὴν φιλομαχοῦντι παρασχεῖν» (τέσσερις λέξεις), που σημαίνει «φοβήθηκα να δώσω λαβή για παρεξήγηση σε κάποιον που του αρέσουν οι διαπληκτισμοί» (δεκατρείς λέξεις), και γράφουμε: «Εκείνος επέμενε να με προκαλεί με τις συνεχείς ανοησίες του, αλλά εγώ ἐφοβήθην λαβὴν φιλομαχοῦντι παρασχεῖν». Εδώ το ρήμα «ἐφοβήθην» είναι σωστό, επειδή πρόκειται για πρώτο πρόσωπο ενικού αριθμού, άρα υποκείμενό του είναι όντως η αντωνυμία «εγώ». Σωστή είναι και η μετοχή «φιλομαχοῦντι» (αρσενικό γένος, ενικός αριθμός) επειδή αναφέρεται στην αντωνυμία «εκείνος». Εάν, όμως, αντί του «εκείνος» έγραφα «εκείνη», αντί του «με» έγραφα «σε», αντί του «του» έγραφα «της» και αντί του «εγώ» έγραφα «εσύ», τότε ο προτεινόμενος δηναιολογισμός θα έπρεπε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να διατυπωθεί ως εξής: «Εκείνη επέμενε να σε προκαλεί με τις συνεχείς ανοησίες της, αλλά εσύ ἐφοβήθης λαβὴν φιλομαχούσῃ παρασχεῖν». Γράφουμε «ἐφοβήθης», επειδή το υποκείμενο πλέον είναι η αντωνυμία «εσύ», και «φιλομαχούσῃ», επειδή αναφερόμαστε στην αντωνυμία «εκείνη» (θηλυκό γένος, ενικός αριθμός).

Πριν προτείνουμε κάποιον δηναιολογισμό στην γλωσσική κοινότητα, ωφέλιμο είναι να ακολουθούμε τα παρακάτω βήματα:

1. Ελέγχουμε εάν ο δηναιολογισμός αποδίδει ακριβώς το νόημα που επιθυμούμε να εκφράσουμε και εάν όντως δεν γεννά παρεξηγήσεις ή διχογνωμίες.
2. Ελέγχουμε εάν η θέση του μέσα στον σύγχρονο λόγο είναι η κατάλληλη και εάν όντως, εξαιτίας αυτής της θέσης του, δεν γεννά εννοιολογικές αμφισημίες ή συντακτικές αμφιβολίες ή εκφραστικές αμφισβητήσεις στον αναγνώστη ή στον ακροατή.
3. Ελέγχουμε γραμματικά και συντακτικά κάθε όρο (λέξη) του, ώστε να είναι ορθά προσαρμοσμένος στην συνολική δομή της πρότασης.
4. Επιλέγουμε εάν θα τον γράψουμε εντός εισαγωγικών, προκειμένου να τον τονίσουμε, ή εκτός εισαγωγικών.
5. Επιλέγουμε εάν θα τον γράψουμε ακολουθώντας το τονικό σύστημα της εποχής του (με οξείες, περισπωμένες, βαρείες, δασείες και ψιλές) ή της εποχής μας (ένα τονικό σημείο). Στην δεύτερη περίπτωση είναι εύκολο να γεννηθούν απορίες στον αναγνώστη ως προς την έννοια των όρων που διαφέρουν μεταξύ τους μόνον κατά τον τονισμό. Παράδειγμα: γράφουμε «άλιμος», αλλά εννοούμε «ἄλιμος» (με ψιλή), δηλαδή «αυτός που δεν γνωρίζει λιμό», «αυτός που δεν πεινά», ή «ἅλιμος» (με δασεία), δηλαδή «παραθαλάσσιος»;

Η επιλογή, η ενδεχόμενη τροποποίηση (προσαρμογή) και – εν τέλει – η χρήση ενός δηναιολογισμού είναι μία διαδικασία που απαιτεί πολύ καλή γνώση και των παλαιότερων και των νεώτερων μορφών της γλώσσας. Πέρα από αυτή την γνώση, απαραίτητος πάντοτε είναι και ο σεβασμός προς την γλώσσα, της οποίας ο εκφραστικός εμπλουτισμός δεν πρέπει να συγχέεται με την αρχαιοπληξία, όπως ακριβώς, σε άλλες περιπτώσεις, δεν πρέπει να συγχέεται με την ξενομανία. Μέτρον, ἄριστον.