Ο πραγματικός κίνδυνος – Του Ναθαναήλ Συκεώτη

Επειδή πολλά ακούμε σχετικά με το ζήτημα των νέων σκευασμάτων -δεν τα ονομάζω εμβόλια γιατί τα εμβόλια είναι όντως χρήσιμα και δεν πρέπει να μειωθεί η αξία τους επειδή κάποιοι παίζουν παιχνίδια-, θα ήταν καλό να ξεκαθαριστούν ορισμένα πράγματα, μιας και το θέμα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο. Η κυβέρνηση και όσοι συνεργάζονται μ’ αυτήν προσπαθούν να παρουσιάσουν το θέμα εντελώς απλοϊκά, ενώ στην πραγματικότητα τα παιχνίδια που παίζονται μόνο απλά δεν είναι. Γι’ αυτό θα ήταν καλό να χωρίσουμε το θέμα σε τρία μέρη: το ίδιο το σκεύασμα από μόνο του, το σκεύασμα σε συνδυασμό με τις κυβερνητικές ενέργειες που το συνοδεύουν, και τέλος τις υπόλοιπες ενέργειες της κυβέρνησης σε σχέση με τον ιό και το πόσο τελικά αφορούν τον ιό.

1) Είναι τα συγκεκριμένα σκευάσματα ασφαλή;

Το θέμα αυτό αφορά τους επιστήμονες, και υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις για να μπορεί να βγάλει κανείς ασφαλές συμπέρασμα. Πάντως όλοι οι σοβαροί επιστήμονες φαίνεται να συμφωνούν σε δύο βασικά σημεία: στο ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα αν θα υπάρχουν παρενέργειες και τι μορφή μπορεί να πάρουν, και στο ότι οι νέοι στην πλειοψηφία τους δε χρειάζεται να το χρησιμοποιήσουν αφού και να νοσήσουν θα το περάσουν ελαφρά. Άρα η μανία ορισμένων «να εμβολιαστούν όλοι» δεν έχει επιστημονική βάση. Κάποιοι ηλικιωμένοι με χρόνια νοσήματα ίσως να προτιμούν να ρισκάρουν με το συγκεκριμένο σκεύασμα και την όποια ανοσία φαίνεται να παρέχει -που δε φαίνεται να είναι και μεγάλη-, και φυσικά είναι ελεύθεροι να το κάνουν αν θεωρούν ότι πρόκειται για ασφαλέστερη λύση από την όποια προσοχή μπορούν να δείξουν από μόνοι τους. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν μπορεί να εκβιάζονται οι άνθρωποι -και ειδικότερα οι νέοι που κινδυνεύουν σαφώς περισσότερο από το σκεύασμα αυτό- να χρησιμοποιήσουν ένα σκεύασμα του οποίου τις παρενέργειες σε μεγάλο βαθμό ακόμα αγνοούμε -αν και έχουμε αρκετές ενδείξεις ότι όχι μόνο υπάρχουν αλλά ότι είναι και σοβαρές.

2) Είναι το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τη χρήση των σκευασμάτων αυτών ανιδιοτελής;

Εδώ αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματα. Μέχρι του σημείου να μπορεί κανείς προαιρετικά να επιλέξει να κάνει χρήση ενός πειραματικού σκευάσματος τα προβλήματα αφορούσαν αποκλειστικά και μόνο τον κίνδυνο από το ίδιο το σκεύασμα. Τώρα όμως έχουμε την κυβέρνηση να αφαιρεί δια της βίας βασικές ελευθερίες από όσους δεν δέχονται τη χρήση του συγκεκριμένου σκευάσματος. Δεν μας ενδιαφέρει λοιπόν πλέον το αν το ίδιο το σκεύασμα είναι επικίνδυνο ή όχι, αλλά το ότι χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει ένα νέο απαρτχάιντ.

Θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι αυτό γίνεται για την προστασία του κοινού. Μόνο που αυτό θα είχε βάση αν τα όσα γίνονταν μπορούσαν να προσφέρουν προστασία. Στην πραγματικότητα τίποτα δεν αλλάζει για τους γύρω σου είτε κάνεις χρήση του σκευάσματος αυτού είτε όχι. Η όποια προστασία αφορά αποκλειστικά και μόνο εσένα, καθώς μπορεί να μεταφέρεις κανονικότατα τον ιό σε τρίτους. Παράλληλα η όποια προστασία προσφέρει το συγκεκριμένο σκεύασμα σε όσους το χρησιμοποιούν δεν μπορεί να εξαρτάται από το αν οι γύρω τους έχουν κάνει επίσης χρήση, αφού η ανοσία που υποτίθεται ότι έχουν αποκτήσει με τη χρήση του παραμένει η ίδια. Άρα ο διαχωρισμός των πολιτών με βάση το αν χρησιμοποιούν το σκεύασμα ή όχι δε στηρίζεται σε επιστημονικές βάσεις. Είναι απλά μια πολιτική επιλογή που προσπαθεί να δημιουργήσει μια ιδιόμορφη «ελίτ» που θα της επιτρέπεται να ζει εφόσον παραμένει πιστή στην κυβέρνηση, ενώ οι αντίθετοι θα περιθωριοποιούνται αφού δε θα μπορούν να έχουν ούτε τα απαραίτητα. Δε νομίζω ότι χρειάζεται να περιγράψω το πόσο άθλιο είναι κάτι τέτοιο.

Δε θα κάνω καν τον κόπο να σχολιάσω τις πρακτικές δωροδοκίας τις οποίες χρησιμοποιεί η κυβέρνηση για να ωθήσει στη χρήση του σκευάσματος αυτού -και ειδικά στους νέους που, όπως είπαμε, όχι μόνο δεν το χρειάζονται αλλά και κινδυνεύουν περισσότερο από αυτό παρά από τον ιό-, αλλά θα σταθώ σε ένα συγκεκριμένο σημείο για να γίνει ακόμα πιο εμφανές ότι αξία για την κυβέρνηση δεν έχει το ίδιο το σκεύασμα αλλά τα «πιστοποιητικά» που θα το συνοδεύουν: η δυνατότητα των γιατρών να δίνουν το σκεύασμα στους πελάτες τους κατ’ ιδίαν, ενώ μέχρι τώρα η κυβέρνηση είχε τον απόλυτο έλεγχο στο θέμα. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να καταλάβει ότι πλέον ο καθένας που ανησυχεί για το σκεύασμα αλλά θα ήθελε την «κάρτα ελευθερίας» θα μπορεί πλέον να βρει ένα φίλο του γιατρό ο οποίος θα υπογράψει γι’ αυτόν, χωρίς κανένας να μπορεί να ελέγξει αν όντως λέει αλήθεια ή όχι. Γιατί να κάνει λοιπόν η κυβέρνηση κάτι τέτοιο, που ξεκάθαρα θα δημιουργήσει ένα πλήθος «επικίνδυνων» που θα φέρουν ψευδή «πιστοποιητικά»; Γιατί πολύ απλά δεν την ενδιαφέρει αν το «πιστοποιητικό» είναι γνήσιο ή όχι. Την ενδιαφέρει μόνο να το χρησιμοποιεί ο κόσμος, μέχρι να μαζευτούν αρκετοί που θα το χρησιμοποιούν ώστε να επιβάλλει το απαρτχάιντ που προσπάθησε να επιβάλλει τώρα με τα «αμιγή καταστήματα».

3) Σχετίζονται τα κυβερνητικά «μέτρα» με διαχείριση επιδημιών;

Αν και νομίζω είναι ήδη εμφανές ότι η απάντηση είναι όχι, ας δούμε λίγο περισσότερο το όλο θέμα. Έχεις στα χέρια σου μια επιδημία με μεγάλη μεταδοτικότητα αλλά σχετικά ασήμαντη επικινδυνότητα -λίγο μεγαλύτερη από αυτή της κοινής γρίπης, και κυρίως σε άτομα μεγάλης ηλικίας και με προβλήματα υγείας. Η λογική αντίδραση σε κάτι τέτοιο είναι απλή: ενημέρωση του κοινού, δημιουργία διαδικασιών που θα επιτρέψουν στις ευπαθείς ομάδες -αυτές δηλαδή που έχουν αυξημένο κίνδυνο- να περιορίσουν τις επαφές τους με αγνώστους που ίσως να είναι φορείς, ενίσχυση του ΕΣΥ, και τίποτα περισσότερο. Επιπλέον στο ιατρικό σκέλος καταλαβαίνει κανείς ότι λόγω της υψηλής μεταδοτικότητας έχουμε μια από αυτές τις περιπτώσεις όπου η πρόληψη δεν είναι απαραίτητα καλύτερη από τη θεραπεία. Στην πράξη είναι πρακτικά αδύνατο να υπάρξει τέτοια πρόληψη ώστε να περιοριστεί σημαντικά ο κίνδυνος, γεγονός που ήδη βλέπουμε από τα πενιχρά αποτελέσματα των εγκλεισμών. Αναγκαστικά λοιπόν στρεφόμαστε στη θεραπεία, δηλαδή στην ανακάλυψη μεθόδων που, εφόσον κανείς νοσήσει, περιορίζουν τις συνέπειες της νόσου.

Τι βλέπουμε λοιπόν να προσφέρει η κυβέρνηση -και τα υπόλοιπα κόμματα, ας μη γελιόμαστε- ως λύση; Υποχρεωτικοί εγκλεισμοί, έκδοση αδειών απλά και μόνο για να βγει κάποιος από το σπίτι του, καταστροφή της οικονομίας με επακόλουθη την έλλειψη πόρων για τη βελτίωση του ΕΣΥ, πλήρης παραμέληση του ΕΣΥ με παράλληλη κακοδιαχείριση των υπαρχόντων νοσοκομειακών μονάδων -πολλές μετατρέπονται σε χώρους αποκλειστικά για νοσούντες από τον συγκεκριμένο ιό με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειψη για τους υπόλοιπους ασθενείς-, χρήση αστυνομικών ως μονάδες δίωξης των πολιτών με αποτέλεσμα την αύξηση της εγκληματικότητας, και γενικότερα μια σειρά «μέτρων» που σε καμία περίπτωση δεν προσφέρουν τίποτα. Το χειρότερο όμως -και ουσιαστικά αυτό που φανερώνει τις πραγματικές τους προθέσεις- είναι η εμμονή τους στα συγκεκριμένα «μέτρα» παρότι έχουμε ήδη ξεκάθαρες αποδείξεις ότι δεν προσφέρουν τίποτα. Ή μήπως προσφέρουν, απλά όχι στη διαχείριση της επιδημίας; Γίνεται λοιπόν σαφές ότι ο στόχος είναι άλλος.

Πού καταλήγουμε λοιπόν; Σε ότι αφορά το ίδιο το σκεύασμα υπάρχουν αρκετοί λόγοι να είναι κανείς επιφυλακτικός, αλλά η τελική επιλογή αφορά τον καθένα προσωπικά. Σε ότι αφορά όμως τη χρησιμοποίηση του σκευάσματος αυτού ως τρόπου διαχωρισμού του κόσμου όπως και στη γενικότερη στάση της κυβέρνησης σε σχέση με το θέμα, εκεί είναι φανερό ότι κάποιοι εκμεταλλεύονται την κατάσταση για άλλους λόγους. Κι εκεί είναι που χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατί ελευθερίες και δικαιώματα που χάνονται ξανακερδίζονται με κόπο και συχνά με αίμα. Και αν κάποιοι φαντάζονται ότι θα είναι καλοί και υπάκουοι και άρα δε θα τους αφορά, ας έχουν υπόψη τους ότι θα συμβεί το ακριβώς αντίθετο: όσο πιο υποταγμένοι θα γίνονται οικειοθελώς, τόσο πιο πολύ θα τους πατάνε κάτω.