Ένα μπουκαλάκι ασετόν, τώρα! – Άρθρο της Αλίκης Κατσαρού

Οικονομικοί αναλυτές σκέφτονται και γράφουν, μερικοί ‘σκίζουν’ αμέσως όσα γράφουν. Πολιτικοί αδράττουν την ευκαιρία της προσωπικής τους αποθέωσης – συνθήκη ιδανική ο κορωνοϊός. Πολιτικάντηδες διαφημίζουν την γαλαντομία τους. Έφηβοι καίγονται στα social. Παιδιά γκρινιάζουν και μαμάδες ξαναθυμούνται το ‘Γκρινιάρη’ για ομοιοπαθητική. Μπαμπάδες ανακαλύπτουν ότι τα φυτά στο μπαλκόνι χρειάζονται καθημερινό πότισμα. Αυτοκίνητα βρωμίζουν. Κεφάλια βγάζουν άσπρες ρίζες. Νύχια μένουν, ω συμφορά, άβαφα!

Όμορφα χέρια με κρινοδάχτυλα, αδιάφορα χέρια, χέρια άσχημα, χοντρά, κοντά, νεανικά χέρια, γέρικα χέρια, τόσα χρόνια, ήταν όλα υποχρεωμένα να μοιάζουν, έχοντας σχεδόν υποχρεωτικά, βαμμένα νύχια! Όλα τα χέρια, με χρωματισμένες, σχηματισμένες, καλογυαλισμένες απολήξεις, μερικές σαν πλαστικά επιθέματα. Το αντίστροφο, αδιανόητο. Αδιανόητη κατάσταση τα άβαφα νύχια, τα φυσικά χέρια.

Και τόσα χρόνια, παράλληλα αποδεκτό ότι στην εποχή της ελληνικής κρίσης, άνοιξαν και μας περίμεναν, δεκάδες στούντιο νυχιών σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Και απόλυτα αληθινό. Οξύμωρο αλλά πραγματικό γεγονός μιας ολόκληρης εποχής.

Τα καλωπισμένα νύχια του μεγάλου ποσοστού των γυναικών, δεν είναι απλά μια διαπίστωση. Είναι σημειολογία και αντικείμενο ανθρωπολογικής μελέτης για το πώς και σε ποιο βαθμό ο καταναλωτισμός μπορεί και επιβάλλει σε ευρύ κομμάτι του πληθυσμού αυτό που θέλει, ακόμη και σε μια χώρα που τα συσσίτια σχημάτιζαν ουρές.

Φυσικά και δεν αποτελούν μόνον τα νύχια σημειολογία, αλλά πολλά και διάφορα. Όμως τα νύχια, είναι ένα καταπληκτικό case study, εξαιτίας της ευρείας επικράτησής τους σε όλα τα στρώματα, παγκοσμίως. Γιατί το παγκοσμίως είναι το θέμα σήμερα, και πώς να το παρακάμψουμε, εν μέσω πανδημίας, μιας πανδημίας που αφήνει ως και τα νύχια μας άβαφα;

Κοιτώ τα χέρια μου. Έχουν αλλάξει. Το δαχτυλίδι που μου χάρισες συνεχίζει να χορεύει στο τέταρτο δάχτυλο, καλό σημάδι, παραμένουν λεπτά. Αναλογίζομαι, σου αρέσω με άβαφα νύχια; Μου αρέσεις με ακούρευτα μαλλιά; Αναλογίζομαι, αν είναι σημαντικό που αναλογίζομαι τέτοια πράγματα. Αναλογίζομαι πόση σημασία έχει η αισθητική όταν δεν την μοιράζεσαι. Έχει; Δεν έχει; Και τι σημαίνει αυτό για τον καθέναν μας; Να θέλει να αρέσει στον εαυτό του; Στους άλλους; Στον εαυτό του και στους άλλους; Αναλογίζομαι πώς, αυτό το ωραίο και αγαθό μ’ αρέσεις, σ’ αρέσω έγινε βιομηχανία που μας κάνει ως και άσχημους καμιά φορά, επιβάτες στο ψεύτικο όχημα μιας αιώνιας νιότης ή μιας πρότυπης, ξένης, καλλονής;

Συνεχίζω να κοιτώ τα χέρια μου. Κουβαλούν μυρωδιές της κουζίνας μου και μυρωδιές από γαλλικά αρώματα. Κουβαλούν μια μαχαιριά από εκείνο το γεύμα που ήθελα να εντυπωσιάσω με τα λεπτά κομμάτια κρέατος στην πιατέλα. Κουβαλούν την υφή της επιδερμίδας του στήθους σου. Την τρυφεράδα της πλάτης των παιδιών μου. Τη μυρωδιά των μαλλιών των παιδιών μου. Και κάτι φλέβες που φουσκώνουν μαζί με τις φουσκοθαλασσιές μου.

Όσο τα κοιτώ, τόσο τα αγαπώ. Είναι δικά μου, μοναδικά και χρήσιμα. Μυρίζω τα μισοβαμμένα μου νύχια για να μαντέψω αν κάτι θα αλλάξει μετά την κρίση του κορωνοϊού. Ίσως ναι, ίσως όχι. Ίσως όλοι ξαναφορέσουμε τις φορεσιές της αποξένωσης από τον εαυτό μας, μαζί με το βερνίκι των νυχιών. Ίσως όχι όλοι…

Εγώ όμως, χρειάζομαι επειγόντως ένα μπουκαλάκι ασετόν, τώρα.

 

 

Διαβάστε επίσης :

Σώπα ανόητε! – Άρθρο της Αλίκης Κατσαρού