Θοδωρής Βοριάς – «Ανιλίνες» – Ποιήματα

Ούτε η Κήρα ούτε οι Άρπυιες ούτε ο ίδιος ο Κέρβερος θα επικρατούσαν ποτέ των «Ανιλίνων» του Θοδωρή Βοριά. Αδυνατούν. Αυτός είναι ο μόνος λόγος. Το πολύχορδο και μαινόμενο έρεβος, ως ένα πλήρως αποδεκτό είδος καύσιμης ύλης, που αδιαλείπτως τροφοδοτεί το σταδιακό απαύγασμα, χαριτώνει τελεσφόρα τους «ατίθασους νεκρούς» και τον «ανήμερο αγέρα» και τις «φάλαγγες σκιών» τού ποιητή. Η λέξη του διακατέχεται από την δέουσα ευκαμψία, εκείνη που αταλάντευτα συνοδεύει το ακμαίο – ίσως αενάως ακμάζον – και πάντοτε δύσκαμπτο φρόνημά του, το καταλεπτώς εναρμονισμένο με την διάπυρη εποπτεία των ποικίλων τεκταινομένων.

Όπου «αλυχτούν χαροκαμένες Ερινύες», ο ποιητής παρατηρεί οξυδερκώς και ευσχημόνως, και όταν τα «όνειρά μας ξελογιάζονται στις πολεμίστρες», εκείνος συμπαρίσταται παραμυθητικά και κατ’ επιλογήν αθόρυβα, σχεδόν ευλαβικά. «Τα κάστρα, τα κάστρα κοίταξε…» καλεί καθέναν από εμάς, επιδαψιλεύοντας στην λησμονημένη κοίτη του μύχιου ποταμού μας τα στοιχεία και τα στοιχειά που κάποτε επιλίπαιναν τις όχθες του. Και δεν αποφεύγει να παραδεχθεί ευθαρσώς: «οι στίχοι είναι σφαίρες» και «καρφώνονται στα μάτια σου». Πορεύεται, εξάλλου, εκουσίως κατά την νύχτα, ώστε να δύναται θεμιστώς να αντιληφθεί την ημέρα στην πληρότητά της.

«Μοναδικοί ζωντανοί οι ορειβάτες». Άκαμπτη και ακάματη αξίνα η ορθώς τέμνουσα γραφίδα τού Θοδωρή Βοριά. Όταν δεν ανθίσταται ο εαυτός, τίποτε δεν ανθίσταται. «Να συρθείς στα βράχια σου». Η ευσταθής προτροπή του σεμνού νουνεχούς, διαποτισμένη στοχαστικά από την χαλύβδινη ατομική εμπειρία. «Φώναξε! Να μάθεις οι λέξεις τι σημαίνουν». Καμία σκιερή σιωπή και κανένας περίκομψος εφησυχασμός δεν καραδοκεί μέσα στην ήπια φλόγα τής ροής των στίχων του. Δεν απορρίπτει ο ποιητής μας. Συνδιαλέγεται. Δεν ενσκήπτει. Αργοβλασταίνει. Δεν δονεί και δεν ταράσσει. Ανακινεί, αποσύρεται και επανέρχεται.

Σε τούτη την ποιητική συλλογή του ο Θοδωρής Βοριάς είναι, πλέον, Βαρδάρης. Κατ’ αξίαν. Και αναφυσά Διαγωνίως. Κατ’ ήθος. Και τολμά να τιμά την ποιητική Θεσσαλονίκη. Κατ’ έθος…