Πολιτική ρητορική και ρητορική βίας στο ελληνικό κοινοβούλιο – Του Θανάση Μανουσάκη

Μέσα σε κλίμα έντασης με έντονους διαξιφισμούς, ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ολοκληρώθηκε στην Βουλή, την Κυριακή 30 Ιανουαρίου, η τριήμερη συζήτηση για την πρόταση μομφής που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ εναντίον της κυβέρνησης της Ν.Δ. μια πρόταση μομφής που όπως ήταν αναμενόμενο απορρίφθηκε από την πλειοψηφία του κοινοβουλίου.
Συγκεκριμένα με παρόντες 299 βουλευτές, κατά της πρότασης μομφής ψήφισαν 156 βουλευτές της Ν.Δ. (απουσίαζε η Μαριέτα Γιαννάκου), 143 υπέρ (ΣΥΡΙΖΑ, Κίνημα Αλλαγής, Ελληνική Λύση, ΜΕ.ΡΑ 25, οι δυο ανεξάρτητοι βουλευτές Παναγιώτης Κουρουμπής, προερχόμενος από ΣΥΡΙΖΑ και Κωνσταντίνα Αδάμου προερχόμενη από το ΜΕ.ΡΑ 25), ενώ παρών ψήφισε ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος, προερχόμενος από την Ν.Δ. .
Όμως η κοινοβουλευτική αυτή διαδικασία, εκτός από την αναμενόμενη, σε υψηλούς τόνους αντιπαράθεση, ιδιαίτερα ανάμεσα στην Ν.Δ. και στον ΣΥΡΙΖΑ, στιγματίστηκε δυστυχώς από επεισόδια και εκτός αίθουσας ολομέλειας, που δεν τιμούν την εικόνα που θα έπρεπε να έχει το Κοινοβούλιο, ειδικότερα ως προς το κύρος του στην ελληνική κοινωνία.
Χαρακτηριστικό ,είναι το επεισόδιο το βράδυ της περασμένης Κυριακής, στο καφενείο της Βουλής, ανάμεσα στον Υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνη Γεωργιάδη και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλο Πολάκη, με βαριές κουβέντες έως και απειλές, με επίκεντρο την υπόθεση Novartis και την δικαστική αρχειοθέτηση των κατηγοριών που αφορούν τον Υπουργό Ανάπτυξης. Η ένταση έφτασε σε επικίνδυνο σημείο, έτσι ώστε να χρειαστεί η επέμβαση της αστυνομικής φρουράς, των βουλευτών Βασίλη Σπανάκη από την Ν.Δ. και Νίκου Φίλη από ΣΥΡΙΖΑ ,προκειμένου να μην έρθουν οι δύο άντρες στα χέρια.
Η κόντρα των δυο άντρων συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα, την Δευτέρα 31 Μαρτίου, κατά την συζήτηση του αναπτυξιακού νομοσχεδίου, με τον Παύλο Πολάκη να επικεντρώνεται στην ομιλία του στο θέμα της Novartis και να αμφισβητεί την δικαστική εξέλιξη της αρχειοθέτησης για τον Άδωνη Γεωργιάδη, όσον αφορά στην εμπλοκή του σε καταγγελίες δωροδοκίας, με τον αντιπρόεδρο Χαράλαμπο Αθανασίου να τον καλεί να επικεντρωθεί στην συζήτηση του νομοσχεδίου, κάτι που ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε με αποτέλεσμα να διακοπεί η συνεδρίαση του κοινοβουλίου.
Το κλίμα έντασης συνεχίστηκε και την Τρίτη 1 Φεβρουαρίου, κατά την δεύτερη ημέρα της συζήτησης του αναπτυξιακού νομοσχεδίου, με τον Πρόεδρο της Βουλής Κωνσταντίνο Τασιούλα, να αποφασίζει να παραπεμφθεί ο βουλευτής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στην επιτροπή δεοντολογίας του κοινοβουλίου για ανάρμοστη συμπεριφορά.
Με βάση όλα τα παραπάνω όπως φαίνεται η πολιτική ζωή του τόπου μπαίνει σε ένα κλίμα έντασης κυρίως ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά σε αυτή την πόλωση μετέχει και το Κίνημα Αλλαγής λόγω δημοσκοπικής ανόδου, με την νέα ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη να πιέζει εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ ,και την Ν.Δ. με την τοποθέτηση για επίρριψη ίσων ευθυνών σε κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ. Δεν καταδικάζει ουσιαστικά τον «Πολακισμό» όπως χαρακτηρίζει τους υψηλούς τόνους του βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Όλη αυτή η ένταση σημειώνεται σε μια περίοδο που η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα με πλέον σημαντικότερο, σε κοινωνικό επίπεδο, την πανδημία του κορωνοϊού με υψηλά κρούσματα, με επιτάχυνση του προγράμματος εμβολιασμών, με το οικονομικό κόστος στα ύψη σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά λόγω αυξήσεων στις τιμές των προϊόντων και ειδικότερα στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος. Παράλληλα σε εθνικό επίπεδο με την αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα και την προσπάθεια της χώρας να θωρακιστεί με την αγορά των γαλλικών πολεμικών αεροσκαφών Rafale, αλλά και με το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης να παραμένει επίκαιρο ,η συγκυρία για την χώρα μας θεωρείται δύσκολη .
Έτσι κυρίως οι αρχηγοί των δυο μεγάλων κομμάτων, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο αρχηγός της αξιωματικής, Αλέξης Τσίπρας, αλλά και των υπολοίπων τεσσάρων κομμάτων της Βουλής, θα πρέπει να επιλέξουν πολιτική ρητορική της ουσίας και όχι την ρητορική της βίας. Η πολύ δύσκολη για την Ελλάδα συγκυρία αυτό απαιτεί, οπότε ας ελπίσουμε ότι τουλάχιστον η μια από τις δυο μεγάλες πολιτικές δυνάμεις θα επιλέξουν την αυτονόητη αυτή επιλογή.