Ας θυμηθούμε: Πότε έγινε η τελευταία εκτέλεση θανατοποινίτη στην Ελλάδα

Τη νύχτα της 4ης Ιανουαρίου 1972 και τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης Ιανουαρίου διαπράττεται στο Χαλάνδρι, ένα από τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα στην Ελλάδα.

Ο 27χρονος τότε Βασίλης Λυμπέρης είχε φύγει από το σπίτι του και βρισκόταν σε διάσταση με την 24 χρόνων γυναίκα του, Βασιλική. Για όλα έφταιγε όπως έλεγε ο ίδιος η πεθερά του Αντιγόνη Μάρκου, 55 ετών. Ο Λυμπερης είχε δύο παιδιά, την Παναγιώτα Λυμπέρη, 2½ ετών και τον Γιώργο Λυμπέρη, ενός έτους.

Τα Χριστούγεννα του 1971 θα γνωρίσει τον Παύλο Αγγελόπουλο και θα του εκμυστηρευτεί τα προβλήματα που είχε στο σπίτι του, κατηγορώντας γι’ αυτά την πεθερά του και μαζί με τον εξάδερφό του Θεόδωρο Καπρέτσο, κατέστρωσαν σχέδιο, όπυ θα τους βοηθούσε ο Αγγελόπουλος με αντάλλαγμα ένα αυτοκίνητο.

Στις 4 Ιανουαρίου ο Λυμπέρης θα τους συναντήσει σε μια ταβέρνα. Είχε προμηθευτεί μπιτόνια με βενζίνη. Καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και φεύγουν από την ταβέρνα. Ο Παύλος Αγγελόπουλος θα πει αργότερα σε συνέντευξη του πως «αν δεν υπήρχε το ποτό, δεν θα γινότανε αυτή η καταστροφή».

Όταν έφτασαν στο σπίτι, πάρκαραν σε ένα χωράφι και ο Λυμπέρης με τον Αγγελόπουλο μπήκαν μέσα και κινήθηκαν προς το δωμάτιο της πεθεράς του Λυμπέρη.

Ο Καπρέτσος έμεινε έξω για να κρατάει τσίλιες. Ο Αγγελόπουλος και ο Λυμπέρης, άδειασαν τη βενζίνη στο δωμάτιο και άναψε φωτιά, που εξαπλώθηκε ακαριαία κάνοντας, όπως ήταν φυσικό, έντονο κρότο μέσα στο βράδυ.

Με το θόρυβο που ακούστηκε ξύπνησε η σύζυγός του και η μικρή του κόρη άρχισε να κλαίει. Η Βασιλική όρμησε αμέσως επάνω του, ουρλιάζοντας «Τι κάνεις; Είναι και τα παιδιά σου εδώ!».

Αυτό όμως αντί να τον συνεφέρει, αφού δεν φανταζόταν πως ήταν και τα παιδιά στο σπίτι, άρχισε να μιλάει το ποτό. Έσπρωξε την γυναίκα του στο κρεβάτι, άναψε ένα σπίρτο και το πέταξε στη βενζίνη. Μάνα και κόρη έκαναν μια τελευταία προσπάθεια να βγουν από το δωμάτιο. Ο Λυμπέρης τις έσπρωξε στις φλόγες.

Ο Αγγελόπουλος αντιλήφθηκε εκείνη τη στιγμή, ότι η πεθερά του Λυμπέρη δεν ήταν μόνη της στο σπίτι, αλλά ήταν αργά. Το σπίτι είχε τυλιχτεί στις φλόγες. Φεύγοντας οι δυο τους, κλείδωσαν και την εξώπορτα.

Τα ξημερώματα της 5ης Ιανουαρίου, ο 30χρονος Αντώνης Στρογγυλούδης περνώντας έξω από την μονοκατοικία που έμενε η αδελφή της γυναίκας του, θα δει καπνούς να βγαίνουν από το σπίτι. Μαζί με έναν γείτονα έσπρωξαν την πόρτα. Το θέαμα που αντίκρισαν ήταν φρικτό. Τέσσερα κορμιά κείτονταν στο πάτωμα. Η 55χρονη Αντιγόνη Μάρκου, η 3χρονη Παναγιώτα και ο ενός έτους Γιωργάκης ήταν νεκροί. Όμως η Βασιλική ανέπνεε ακόμα. Η πρώτη εντύπωση που σχηματίσθηκε ήταν πως το σπίτι είχε πιάσει φωτιά και τα τέσσερα θύματα είχαν εγκλωβιστεί στις φλόγες. Η Βασιλική διακομίστηκε στο νοσοκομείο. Άντεξε μόλις είκοσι ώρες. Πριν όμως φύγει από τη ζωή θα μιλήσει σε μια θεία της: «Αυτός μας έκαψε. Αυτός μας έριξε βενζίνη και ύστερα έβαλε φωτιά». Μετά τις αποκαλύψεις της γυναίκας του, ο Λυμπέρης αναγκάστηκε να ομολογήσει, αφού κατέρρευσε το άλλοθι τους ότι έπαιζαν χαρτιά στο δωμάτιο του Λυμπέρη.

Οι κατηγορούμενοι για την υπόθεση ήσαν τέσσερεις μαζί με τον Θανάση Σταμάτη, που ήταν ο άνθρωπος στον οποίο έδωσαν τα ρούχα τους μετά τη φωτιά, για να α εξαφανίσει.
Μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας (6 Μαΐου 1972) ο Λυμπέρης καταδικάστηκε τετράκις «εις θάνατον» (για καθένα από τα θύματα ξεχωριστά), όπως και ο 18χρονος Παύλος Αγγελόπουλος, ενώ σε τέσσερις φορές ισόβια καταδικάστηκε ο Καπρέτσος και σε τρία έτη ο Σταμάτης.

Η εκτέλεση του Λυμπέρη έγινε τα ξημερώματα της 25ης Αυγούστου 1972 στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), στην περιοχή Δύο Αοράκια του Ηρακλείου Κρήτης. Τον Λυμπέρη εκτέλεσε 12μελές εκτελεστικό απόσπασμα που από τη διαδικασία, μόνο τα 6 όπλα περιείχαν αληθινά πυρά, κι ενώ ως τότε ήταν κρατούμενος στις φυλακές Αλικαρνασσού. Στον μελλοθάνατο λίγη ώρα πριν την εκτέλεση είχε επιτραπεί να συντάξει επιστολή προς την μητέρα του. Νωρίτερα είχε κατατεθεί αίτηση από τους συνηγόρους του προς το Συμβούλιο Χαρίτων ώστε να του αποδοθεί χάρη, ωστόσο η αίτηση απορρίφθηκε παμψηφεί.

Την ίδια μέρα και ώρα επρόκειτο να εκτελεστεί στην Κέρκυρα και ο άλλος καταδικασθείς για την ίδια υπόθεση, Παύλος Αγγελόπουλος. Νωρίτερα είχε κατατεθεί και για εκείνον αίτηση προς το Συμβούλιο Χαρίτων, η οποία επίσης απορρίφθηκε, όμως με ψήφους 4 προς 3. Τη γνωμοδότηση του συμβουλίου υπέγραψε ο υπουργός Δικαιοσύνης Άγγελος Τσουκαλάς, δεν την επικύρωσε όμως ο αντιβασιλέας, με το σκεπτικό ότι δεν είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του κατά τη στιγμή της τέλεσης του εγκλήματος. Η εκτέλεση ανεστάλη, ενώ το 1975 μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 του απονεμήθηκε χάρη και αποφυλακίστηκε, έχοντας μείνει πάνω από 20 χρόνια στη φυλακή.

Ο Βασίλης Λυμπέρης ήταν ο τελευταίος θανατοποινίτης που εκτελέστηκε στην Ελλάδα.

Η «Υπόθεση Λυμπέρη» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο την ίδια κιόλας χρονιά με τίτλο “Οι Σατανάδες της Νύχτας”, σε σκηνοθεσία του Μάριου Ρετσίλα και παραγωγή του Τζέιμς Πάρις.

Διαβάστε επίσης:

Ας θυμηθούμε: “Βρέ ντιρλαντά, ντιρλανταντά”