Σκινδαλμοί Ψηφιακής Ζωγραφικής (Μέρος Η΄) – Του Αθανασίου Τσακνάκη

Σκινδαλμός 18: Διακοσμημένη με συναρπαστικά έργα της συγγραφέα, η διατριβή «As bordas indefinidas da pintura digital» [Τα άπειρα όρια τής ψηφιακής ζωγραφικής] (Universidade Estadual Paulista, São Paulo, 2017 – Γλώσσα: Πορτογαλική Βραζιλίας), της διακεκριμένης καλλιτέχνιδος Karin Yngrid Schmitt, με τρόπο γλαφυρό ξεναγεί τον αναγνώστη στις πολυδαίδαλες οδούς αυτής της τέχνης.

«Η ζωγραφική συνεχίζεται, επειδή ο κόσμος συνεχίζεται και, καθώς εφευρίσκονται νέα συστήματα απεικόνισης, αναπτύσσονται νέες μορφές και τεχνικές, για να ανταποκρίνονται σε αυτά τα νέα περιβάλλοντα» (σελ. 22). «Στον υπολογιστή μπορώ να προσθέσω στοιχεία, να αλλάξω το μέγεθος, να αντιγράψω και να τροποποιήσω μία εικόνα και να πειραματιστώ με διαφορετικά αποτελέσματα, χωρίς να ανησυχώ γιά πιθανές απώλειες, και πάντα να έχω την επιλογή να ακυρώσω γρήγορα μία ενέργεια» (σελ. 22).

«Σε κάθε περίπτωση, σε μία κοινωνία πλημμυρισμένη από εικόνες, η αλληλεπίδρασή μας με τον κόσμο και όσα μας περιτριγυρίζουν καθορίζεται όλο και περισσότερο από την έκταση τής έκθεσής μας στην εικόνα και στην οπτική αναπαράσταση. Η τεχνολογία αλλάζει τις σχέσεις και την σκέψη μας, δημιουργώντας μία κοινωνία που χαρακτηρίζεται από ροές, εξαιτίας της πανταχού παρουσίας και ευκινησίας. Αν στραφούμε στο πλαίσιο της τέχνης, θα δούμε ότι και αυτή η περιοχή έχει απορροφήσει αυτούς τους μετασχηματισμούς, αποτελώντας έναν τόπο όπου κατοικούν οι πιο ποικίλες παραγωγές και δραστηριότητες» (σελ. 28). «Και η ζωγραφική, σε αυτό το πλαίσιο, έχει μεταμορφωθεί και συνεχίζει να μεταμορφώνεται, καθώς αναδύονται νέες τεχνικές, μέσα και τρόποι καλλιτεχνικής σκέψης και πράξης. Αλλά για μένα, το ερώτημα είναι πώς και γιατί συνέβη αυτή η αλλαγή» (σελ. 28-29).

«Στην πραγματικότητα, στην έρευνά μου και σε διάφορες αναγνώσεις μου για το θέμα, δεν έχω εντοπίσει, μεταξύ των διαφόρων συγγραφέων, που ασχολούνται με αυτό, μία γενική συναίνεση σχετικά με την ακριβή στιγμή κατά την οποία ξεκίνησε η σύγχρονη ζωγραφική, αλλά είναι σαφές, σε όλα τα θεωρητικά έργα, ότι ορισμένες περίοδοι και γεγονότα του 20ού αιώνα άλλαξαν τον τρόπο θέασης και ζωγραφικής, και είναι αυτή η αλλαγή που επηρεάζει οριστικά, αν όχι καθορίζει, τον σημερινό τρόπο ζωγραφικής παραγωγής» (σελ. 29). «Η καλλιτεχνική σκέψη δεν είναι η ίδια, όπως ήταν πριν από 40 χρόνια, ούτε θα είναι η ίδια σε 20 χρόνια και, μόνο γι’ αυτόν τον λόγο, το έργο τέχνης είναι ήδη έγκυρο. Σύμφωνα με τα λόγια του Giannotti, “πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να μάθει κανείς να τοποθετεί τον εαυτό του στον χρόνο και να πιστεύει ότι ο καλλιτέχνης έχει ακόμα κάτι να πει γιά την εμπειρία του στον κόσμο”» (σελ. 32).

«Το λογισμικό ψηφιακής ζωγραφικής περιλαμβάνει την δημιουργία μίας εικόνας ξεκινώντας από επίπεδα, καθένα από τα οποία μπορούμε να το διαχειριστούμε με την εφαρμογή φίλτρων και την αλλαγή πτυχών της εικόνας, όπως η φωτεινότητα, η αντίθεση και ο κορεσμός» (σελ. 33-34). «Επιπλέον, στον υπολογιστή, έχουμε την δυνατότητα να αναδιατάξουμε αυτά τα επίπεδα, επηρεάζοντας την αισθητική της εικόνας. Με αυτόν τον τρόπο, αντί να δημιουργούνται πανομοιότυπα αντίγραφα, αυτά τα πειράματα δημιουργούν πολλές διαφορετικές εκδοχές ενός έργου» (σελ. 34).

«Σήμερα, διαφορετικές γενιές εικόνων συνυπάρχουν στον σύγχρονο χώρο, σύμφωνα με τις αρχές της υλικής κύησης: (α΄) εικόνες πρώτης γενιάς, χειροτεχνικής και μοναδικής φύσης, των οποίων το καθεστώς παραγωγής είναι αναλογικό (σχέδιο, ζωγραφική κ.τ.λ.), (β΄) εικόνες δεύτερης γενιάς, αναπαραγώγιμου χαρακτήρα, των οποίων το καθεστώς παραγωγής είναι αναλογικό/ψηφιακό (χαρακτική, φωτογραφία, κινηματογράφος, βίντεο), και (γ΄) εικόνες τρίτης γενιάς, που παράγονται από υπολογιστή, με την βοήθεια αριθμητικών προγραμμάτων και χωρίς εξωτερική αρωγή» (σελ. 35).

«Σε σχέση με την ζωγραφική, σύμφωνα με τον Alan Borges, μπορούμε να δούμε μία έντονη επιρροή, που άρχισε να ασκεί η ψηφιακή τεχνολογία στην περιοχή, από την δεκαετία τού 1980 και μετά, καθώς η ανάπτυξη τής ψηφιακής τεχνολογίας τροποποιεί την εικόνα και γίνεται μέρος των διαδικασιών δημιουργίας του έργου, αλλάζοντας την εικονογραφική γλώσσα. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ωστόσο, μόνο από την δεκαετία του ‘90 και μετά, η ζωγραφική άρχισε να αποκτά λιγότερο συντηρητικό χαρακτήρα, υιοθετώντας μία “λιγότερο καθαρή, περισσότερο στοχαστική, πειραματική και διαμεσολαβητική στάση”» (σελ. 36).

«Σε κάθε περίπτωση, όταν κοιτάζω πίσω, στην παραγωγή μου, αυτό το πρόβλημα της «καταλογογράφησης» είναι κάτι που επιμένει: υπάρχει ακόμα ένας πειρασμός, από την πλευρά μου, να προσπαθήσω να τοποθετήσω την παραγωγή μου σε ένα καθορισμένο μέσο και να αποδώσω φραγμούς και διακρίσεις σε σύγκριση με άλλες παραγωγές, ακριβώς επειδή αισθάνομαι ότι αυτή η πρακτική είναι απαραίτητη για την πιθανή επικύρωση της δουλειάς μου. Όπως σωστά επισημαίνει η Priscila Arantes, “η κρίση στις έννοιες τού καλλιτεχνικού κατεστημένου, που προκαλεί η τέχνη στα ψηφιακά μέσα, είναι τέτοια ώστε, μερικές φορές, ο ίδιος ο καλλιτέχνης δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως καλλιτέχνη, καθώς και να αναγνωριστεί από τους κριτικούς”» (σελ. 47).

«Εάν η ψηφιακή τεχνολογία πυροδότησε οριστικά μία “κρίση στην δυνατότητα μίας ενιαίας και οριστικής εικόνας”, δίνοντας χώρο σε έργα προικισμένα με την συνεχή δυνατότητα ανοιγμάτων και το ακαθόριστο απόθεμα νοημάτων, τότε η φράση του W. Y. Tindall, “η τέχνη είναι μία δομή την οποία οποιοσδήποτε, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου τού δημιουργού της, μπορεί να “χρησιμοποιήσει” όπως νομίζει”, ποτέ δεν ήταν πιο επίκαιρη. Αυτό το καλλιτεχνικό ταξίδι, λοιπόν, είναι απλώς ένα σημείο, μία ανοιχτή στιγμή που εισέρχεται σε ένα άπειρο δίκτυο δημιουργικών δυνατοτήτων» (σελ. 127).

Αρχική εικόνα ανάρτησης: Karin Yngrid Schmitt, «Autorretrato 7» [Αυτοπροσωπογραφία 7], 2016 / Pintura Digital, dimensões variáveis [Ψηφιακή Ζωγραφική, ποικίλες διαστάσεις] – Λεπτομέρεια από το έργο.

Ακολουθούν πέντε έργα ψηφιακής ζωγραφικής του γράφοντος, από την συλλογή «Η καθ’ ημάς Ανατολή» (2018-2021).

1. «Κωνσταντινούπολις»

2. «Σμύρνη»

3. «Αδριανούπολις»

4. «Ραιδεστός»

5. «Αττάλεια»

(συνεχίζεται…)