Ας θυμηθούμε: Ομάδα “Σ”, οι σκληροί στις κόντρες της ασφάλτου

Η επίλεκτη ομάδα “Σίγμα” της Ελληνικής Αστυνομίας στα μέσα της δεκαετίας του ’90, άφησε ιστορία στους ελληνικούς δρόμους με τους αστυνομικούς οδηγούς με αγωνιστικά γάντια, πολλά άλογα μέσα στις μηχανές τους, super cars με τα “καρούμπαλα” στο ταμπλό και το σήμα της αστυνομίας στις πλαϊνές πόρτες. Μέρα νύχτα δεν άφηναν να πέσει κουνούπι και ήταν πάντα παρούσα σε κόντρες, ληστείες και προπαντός καταδιώξεις.

Μέχρι τότε τα Opel Astra GSi και τα Nissan Primera GT, με δίλιτρους κινητήρες και όχι πάνω από 150 άλογα, δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τα «τούμπανα», δηλαδή τα βελτιωμένα αυτοκίνητα και τις μεγάλου κυβισμού μηχανές.

Το 1995, ο τότε αρμόδιος υπουργός Σήφης Βαλυράκης συμφώνησε με την πρόταση για τη σύσταση της Ομάδας «Σ» και κατασχεμένα υπεραυτοκίνητα αρχικά, θα συστήσουν την πιο γρήγορη Ομάδα Ασφαλείας στα ελληνικά χρονικά.Έτσι super αυτοκίνητα όπως Alfa Romeo 155 και 166 Q4, Audi RS2, BMW M5 E34 και M3 E30, Ford Sierra Cosworth και Mustang, Lancia Delta HF Integrale και Thema 2.0i Turbo, Mercedes 190E 2.3 16V, Porsche 911 Turbo και 924 Turbo με συμβατικές πινακίδες και μαγνητικό εσωτερικό μπλέ «καρούμπαλο» φόρεσαν τα κίτρινα λογότυπα στις πόρτες και έγιναν ο πυρήνας της Ομάδας Σίγμα.

Απέκτησαν τέτοια φήμη που μία κλήση από την ομάδα «Σίγμα» θεωρούνταν «παράσημο» για τους «κοντράκηδες» καθώς οι οδηγοί των «supercar» της ΕΛ.ΑΣ. ήταν οι ίδιοι άπιαστοι οδηγοί, μιας και τα αδέλφια Νιώρα, δύο αστυνομικοί που έτρεχαν σε αγώνες του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος Ράλλη, είχαν αναλάβει τότε την εκπαίδευση των οδηγών της «Σ».
Τα υψηλά λειτουργικά κόστη, κάποια ατυχήματα (με το ανάλογο «μπουγιουρντί» στις επισκευές) και πάνω από όλα, ο περιορισμός των κονδυλίων του υπουργείου οδήγησαν στη διάλυσή της το 2001.

Για δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, από κάθε γωνιά της Ελλάδας, ήταν σημαντικό το να βρίσκονται τακτικά στα Λιμανάκια ή στο Σχιστό, στη Βούτα ή στην Αύρα, στο Λαινόπουλο, η στα Mc Donalds, στο Ολυμπιακό Χωριό, στο «Ribas», στη Μαύρη, στην Κρυφή, οπουδήποτε στήνονταν κόντρες. Σε όλα αυτά τα μέρη γίνονταν σπονδές βενζίνης, ενίοτε και αίματος, καθώς τα ατυχήματα είναι μέρος αυτού του μάταιου παιχνιδιού. Ήταν μια τελετουργία για μυημένους, για μια κάστα ανθρώπων που λάτρευε την αυτοκίνηση, τους αγώνες, τις μετατροπές, καθώς και για όσους ήσαν πίσω από το τιμόνι, τους «χεράδες» που έστριβαν με όσα χιλιόμετρα να είναι και με το πλάι. Εκτός από τους ιδεαλιστές της αθλητικής κόντρας, μεγάλα ποσά χρημάτων άλλαζαν χέρια σε στοιχήματα για το ποιος θα περάσει τον άλλον, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις το έπαθλο του νικητή ήταν η άδεια ή ο τίτλος ιδιοκτησίας του αντίπαλου οχήματος.

Τη δεκαετία του ’90 στη Βούτα, στο τμήμα της λεωφόρου Βουλιαγμένης ανάμεσα στη διασταύρωση με την Αλίμου και έως το Βαρέλι (ο υδατόπυργος της παλιάς αμερικανικής βάσης), συγκεντρωνόταν πλήθος που κάποια ζεστά βράδια έφτανε ακόμη και τα 10.000 άτομα. Λίγο πιο κάτω ήταν η Μαύρη (λόγω της απόχρωσης της ασφάλτου που είχε επιστρωθεί εκεί), περίπου στο σημερινό «Lidl». Αρκετά μακρύτερα ήταν το Πέταλο στα Λιμανάκια και κατόπιν το «Ribas» μετά τη Βάρκιζα. Με επίκεντρο την καντίνα «Χόλιγουντ», στο σήμα της Ολυμπιακής, οι θαυμαστές και λοιποί θιασώτες της κόντρας παρατάσσονταν κατά μήκος της Βουλιαγμένης.

Για να εισέλθει κάποιος στο κλειστό κλαμπ των τολμηρών και γρήγορων, έπρεπε να αποδείξει ότι έχει τα κότσια να στρίψει στο Πέταλο στα Λιμανάκια με όχι λιγότερο από 110 χλμ. την ώρα. Στο χώρο κυριαρχούσαν οι «χεράδες», μηχανικοί αυτοκινήτων που έκαναν τις μετατροπές και τις βελτιώσεις στα αυτοκίνητά τους, η λεγόμενη «μαστοράντζα» που απαξιούσε τους «φλώρους» και τα πλουσιόπαιδα, τους «λέζες» (από το «λεζάντα»).

Για την ιστορία, τα hot spοts της κόντρας ήταν καφετέριες ανά την Αττική έξω από τις οποίες γίνονταν καθημερινά μηχανοκίνητα καλλιστεία, όπως ο «Λέντζος» στο Παγκράτι, το «Blue Bell» στο Ψυχικό, ο «Αλέκος» στην Πολιτεία, το «El Greco» και το «Allegro» στα δυτικά προάστια και κάποια από τα πάμπολλα πρατήρια «Jax Donuts». Οι δε θαμώνες της «Speedy» στο Χαλάνδρι είχαν καθιερώσει ότι θα έκαναν μια συγκεκριμένη διαδρομή πριν τελειώσει το τραγούδι που επέλεγαν στο τζουκμπόξ.

Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000 περιοδικά βελτιώσεων γέμιζαν τα περίπτερα, εφαρμόζοντας με μικρές παραλλαγές τη βασική συνταγή του βρετανικού «Max Power» που κατέγραφαν εξωφρενικές μετατροπές αυτοκινήτων και μηχανών, πέρα από κάθε λογική, ενώ αναδείκνυε μετά μανίας τα «τέρατα» που βελτιώνονταν στην Ελλάδα.

«Από στάση άνοιξε στη Βούτα ο Καντινιέρης με τον Μπαριέρα, ο ένας με το οχτάμπεκο Σιέρα και ο άλλος με το τσιπαρισμένο από Αμερική Εβο. Το Μίτσου έφυγε ρουκέτα μπροστά ένα καρότσι, αλλά έχασε αλλαγή σε δευτέρα, οπότε ο Καντινιέρης με το Σιέρα περνάει δυόμισι-τρία καρότσια μπροστά. Μετά όμως ο Μπαριέρας έβαλε τα νίτρα και μάζεψε τη διαφορά. Πέρασε την πρώτη γέφυρα μισό αμάξι πίσω από το Εβο. Στη δεύτερη γέφυρα τερμάτισε πρώτος με δύο κενές διαφορά». Οι αμύητοι αναγνώστες δυσκολεύονται να αποκωδικοποιήσουν το κείμενο.

Ο «καταραμένος» όπως είναι γνωστός ο Δημήτρης Παπαδόπουλος, άνθρωπος που έσπαγε τα κοντέρ στην παραλιακή πιάνοντας ταχύτητες 300 χλμ. την ώρα συνήθιζε να λέει:» Όλα γίνονταν σε 700 μέτρα. Εγώ στη Βούτα είχα πιάσει 300 χιλιόμετρα διανύοντας αυτή την απόσταση». Ο ίδιος θεωρείται εξπέρ στις «βελτιώσεις» και μάλιστα κατάφερε ξοδεύοντας 500 εκατ. δραχμές, ασύλληπτο ποσό εκείνη την εποχή, να δημιουργήσει το πιο γρήγορο Mitsubishi Evolution στον κόσμο, το οποίο «έβγαζε 1.456 άλογα».

Η νεολαία εκείνης της εποχής έζησε απίστευτες καταστάσεις με απίστευτους οδηγούς και οχήματα να μπαίνουν στο πέταλο στο Λιμανάκι με τις «μπάντες». Ένα ΚΤΜ LC4 μαύρο, μπήκε με πάνω απο 120-130km/h και προσπέρασε άλλο αυτοκίνητο, με ένα rallye μαύρο να μπαίνει τραβώντας το χειρόφρενο πάνω στην στροφή με περισσότερα από 120km/h και το Honda S2000 να ντριφτάρει στα λιμανάκια σαν φίδι. Η αστυνομία έκανε και λίγο τα στραβά μάτια. Περνούσε απλά κατά τις 23:00 και κατόπιν μετά τις 01:00 διέλυαν το πλήθος.

Η ένδοξη εποχή στα Λιμανάκια τελείωσε όταν σε απευθείας σύνδεση του Mega έγινε σοβαρό τρακάρισμα, οπότε το Κράτος αναγκάστηκε να σοβαρευτεί και να αντιμετωπίσει τις «κόντρες» γεμίζοντας την περιοχή με αυτοκίνητα της ομάδας “Σ”. Τα περιπολικά ήταν πραγματικά παντού, με συντονισμένες επιθέσεις από το “Ribas” μέχρι την λεωφόρο Βουλιαγμένης, όπου ξαφνικά έβλεπες τον φάρο στον καθρέπτη σου και το συνοδηγό αστυνομικό να σου κάνει σήμα να σταματήσεις.

Έτσι άλλαξαν οι περιοχές, οπότε στο Λαινόπουλο στην Εθνική κάποιοι ξήλωσαν το φανάρι και προσπαθούσαν να οργανώσουν κόντρες. Η Αύρα στη Νέα Φιλαδέλφεια ήταν το σήμα κατατεθέν των Δυτικών προαστίων, με μια άσπρη Alfa Romeo Sprint 1.5 στα απλά εργοστασιακά χωρίς μετατροπές, να φιγουράρει ψηλά στις προτιμήσεις των θεατών. Τα mcdonadls, στο ύψος της Βαρυμπόμπης, που ουσιαστικά ήταν αγώνας επιτάχυνσης από τα μακ μέχρι την έξοδο της Εθνικής. Απόσταση περίπου 400 μέτρα, αλλά είχε χώρο στάθμευσης, αν και κάποιοι κατέληγαν εδώ, μετά από κόντρα, από τον ΑΒ πάνω στην Εθνική.

Η Ελληνική Αστυνομία εκσυγχρονίζει τον στόλο των περιπολικών της και τον τελευταίο καιρό έχει παραλάβει διάφορα μοντέλα, όπως είναι Hyundai i30, Peugeot 308, Citroen Berlingo και Nissan Qashqai. Κανένα τους, όμως, ούτε καν κάποια βελτιωμένα Octavia 1.8 20VT και 1.8 TSI δεν μπορούν να συγκριθούν με τα «εργαλεία» που είχε η επίλεκτη ομάδα κρούσης, με την αλησμόνητη ονομασία «Ομάδα Σίγμα».

Η αναγκαιότητα της εποχής, επιβάλλει την ύπαρξη τέτοιας αστυνομικής ομάδας στην ΕΛΑΣ, όπως η «Σ» και με ΦΕΚ που εκδόθηκε στις 13 Απριλίου 2020, αλλάζει τον τρόπο χρήσης των κατασχεμένων οχημάτων, προκειμένου οι αστυνομικές υπηρεσίες να μπορούν να πάρουν απευθείας στη διάθεσή τους κάποια τέτοια οχήματα.

Διαβάστε επίσης:

Προκλητικός ο Σουλτάνος: Η Ελλάδα παραβιάζει τη Λωζάνη στα νησιά

Εκλογές: Δεν αποκλείεται «αρραβώνας» των δύο κομμάτων – Του Παν. Αναστόπουλου

Πρωθυπουργός Αυστραλίας για Αρχιεπίσκοπο Μακάριο: «Ήρθα να χαιρετίσω τον φίλο μου»