Δημήτρης Καζάκης: Οδεύουμε σε πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία – Συνέντευξη στον Γαβριήλ Αβραμίδη

Ο πρόεδρος του ΕΠΑΜ Δημήτρης Καζάκης στην συνέντευξη του στον Γαβριήλ Αβραμίδη για το politispress.gr κατακεραυνώνει την αντιπολίτευση. «Είδατε έστω κι ένα κόμμα στην τωρινή βουλή να αντιτάσσεται – έστω και στα λόγια – στην πολιτική του γενικού εγκλεισμού (lockdown) του πληθυσμού, των αυθαίρετων και εντελώς παράλογων γενικών περιορισμών κυκλοφορίας και μετακινήσεων, του βασανισμού με την υποχρεωτική μάσκα ακόμη και σε ανήλικα, των εξοντωτικών προστίμων, αλλά και αναγωγής της πλέον διαπλεκόμενης και διεφθαρμένης από ιδιωτικά συμφέροντα επιστήμης σε υπέρτατη αυθεντία έναντι κάθε κοινής λογικής και αντιλόγου; Υποστήριξε έστω κι ένα κόμμα στη τωρινή βουλή τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα του Έλληνα πολίτη που ποδοπατήθηκαν στο όνομα της πανδημίας και της δήθεν επιστημονικής αυθεντίας; Ούτε ένα».

Γ. Αβραμίδης: Κύριε Καζάκη, στις 28 Νοεμβρίου του 2020, το ΕΠΑΜ έκανε μια δημόσια πρόσκληση στα κοινοβουλευτικά κόμματα ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜΕΡΑ25 να ενώσουν όλες τις λαϊκές δυνάμεις σε ένα κοινό μέτωπο ανατροπής, βάζοντας ως ελάχιστους στόχους την υπεράσπιση της δημοκρατίας και την κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας. Υπάρχει, κατά τη γνώμη σας, ρεαλιστική βάση συγκρότησης ενός ενωτικού πόλου με τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις και εξωκοινοβουλευτικά κόμματα και κινήματα; Θα συνεργαζόταν εκλογικά το ΕΠΑΜ με τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ ή το ΜΕΡΑ25;

Δ. Καζάκης: Κατά τη γνώμη μας, η συνεργασία ανάμεσα σε δυνάμεις με κοινό στόχο την ανατροπή του σημερινού καθεστώτος και την ανάδειξη ενός νέου τύπου βαθιά δημοκρατικής διακυβέρνησης της χώρας είναι μονόδρομος. Αν βέβαια θέλουμε να δούμε άμεσα ριζική αλλαγή στη ζωή μας. Η επιδίωξη της συνεργασίας αποτελεί συστατικό στοιχείο της πολιτικής του ΕΠΑΜ εξ ιδρύσεώς του. Το ερώτημα βέβαια έγκειται στο αν όντως υφίσταται κοινός στόχος ανάμεσα στις διαφορετικές δυνάμεις. Κι αυτό έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας από εμάς το κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας και του λαού αυτήν τη στιγμή.
Είναι προφανές πλέον, ακόμη και στον πιο αφελή, ότι το κεντρικό πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι η επιβολή ενός καθεστώτος ανομίας, ασυδοσίας, μαζικής καταστροφής και εκποίησης υπέρ των ξένων δανειστών, εταίρων, συμμάχων και μιας εγχώριας κλίκας που νέμεται την εξουσία. Η χώρα στερείται της δυνατότητας να αποφασίζει προς το συμφέρον του λαού της, ακόμη και για τα πιο στοιχειώδη ζητήματα στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Κυριαρχία στην Ελλάδα ασκούν αποκλειστικά και μόνο οι δανειστές της, οι τραπεζίτες και οι επενδυτές, με τις κυβερνήσεις να λειτουργούν -και μάλιστα ανοιχτά-, ως υποχείριά τους.
Ο λαός έχει στερηθεί των θεμελιωδών και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων του στην πολιτική, τη δικαιοσύνη, τη δουλειά, την οικογένεια, την ιδιοκτησία, τη σύνταξη, το εισόδημα, την υγεία και την παιδεία. Η μεγάλη πλειοψηφία ζει χωρίς να ξέρει τι θα της ξημερώσει αύριο. Στην ουσία ζει χωρίς να υπάρχει αύριο.
Το Σύνταγμα της χώρας έχει αντικατασταθεί από ένα «παρασύνταγμα» ανάλογο μ’ εκείνο που επιβλήθηκε στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή Ελλάδα, το οποίο κατοχυρώνει, αφενός, την αυθαιρεσία και την ασυδοσία της εκτελεστικής εξουσίας και, αφετέρου, την μετάλλαξη της δικαιοσύνης, αλλά και όλων των πολιτειακών θεσμών σε μηχανισμούς καταστολής του λαού και των δικαιωμάτων του, με τρόπο που θα ζήλευε ακόμη και η χούντα. Η χώρα έχει θεσμικά μετατραπεί σε οικόπεδο προς εκποίηση με το λαό να είναι παρείσακτος στην ίδια του την πατρίδα.
Το μόνο «δικαίωμα» που αναγνωρίζεται επίσημα στον ελληνικό λαό είναι να προσέρχεται στην κάλπη, όποτε του το επιτρέψουν έξωθεν και άνωθεν, για να επιλέξει διαχειριστές της κατάστασης. Να επιλέξει δηλαδή διαφορετικούς πολιτικούς από το ράφι των διαπλεκόμενων, που υπηρετούν την ίδια πολιτική, τα ίδια συμφέροντα κατοχής και εκποίησης της πατρίδας μας. Και μάλιστα υπό καθεστώς τέτοιας ανυπαρξίας πολιτικού διαλόγου, που θα έκανε ακόμη και τη χούντα να ωχριά.
Συνεπώς, το ΕΠΑΜ επιδιώκει τη συνεργασία με όλες εκείνες τις δυνάμεις, αλλά και τις προσωπικότητες που έχουν ως αφετηρία της πολιτικής τους, την ανάδειξη μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης υπέρ του πολίτη και του λαού, με σκοπό την αποκατάσταση της συνταγματικής έννομης τάξης με την κατάργηση του «παρασυντάγματος» σ’ όλες του τις μνημονιακές και μη εκδοχές. Τη θεμελίωση της εθνικής κυριαρχίας και αυτοδιάθεσης του ελληνικού λαού, έτσι ώστε αυτός και κανένας άλλος να γίνει το αφεντικό της πατρίδας μας. Και φυσικά την αποκατάσταση, αλλά και κατοχύρωση, δημοσιονομικά και θεσμικά, όλων των κοινωνικών, πολιτικών, εργασιακών δικαιωμάτων και ελευθεριών του λαού μας στην πλήρη απασχόληση, την εξασφάλιση από την φτώχεια και την ανέχεια, την προστασία της προσωπικής ιδιοκτησίας και του εισοδήματος της ελληνικής οικογένειάς από κάθε λογής αρπακτικά τη αγοράς, τους τοκογλύφους των τραπεζών, αλλά και τον μονοπωλιακό έλεγχο της οικονομίας.
Όλα αυτά συμπυκνώνονται στο τρίπτυχο, το οποίο από ιδρύσεως νεοελληνικού κράτους κυριαρχεί στους εθνικούς και κοινωνικούς αγώνες των Ελλήνων: Εθνική ανεξαρτησία – Λαϊκή κυριαρχία – Κοινωνική δικαιοσύνη.
Το ΕΠΑΜ λοιπόν θα συνεργαστεί με οποιαδήποτε δύναμη, με οποιαδήποτε συλλογικότητα, και προσωπικότητα αποδέχεται αυτό το τρίπτυχο ως κοινή αφετηρία της συνεργασίας. Κι ας παραμείνουν όλες οι άλλες διαφορές πολιτικών θέσεων και προγραμμάτων, είτε δεξιάς, είτε αριστεράς απόχρωσης. Διαφορές που δεν θα παραμεριστούν, ούτε θα μπουν κάτω από το χαλί της συνεργασίας, αλλά, αντίθετα, ο καθένας από εμάς θα έχει το ελεύθερο και ισότιμα να υποστηρίζει το τρίπτυχο της συμμαχίας με βάση τις δικές του θέσεις, απόψεις και αναλύσεις. Αυτό σημαίνει για εμάς Συμμαχία. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να διατηρεί τη δική του οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική αυτοτέλεια, δηλαδή να βαδίζει χώρια, αλλά συνδράμει με όλες του τις δυνάμεις έτσι ώστε όλοι μαζί να πετύχουμε από κοινού τον κοινό σκοπό.
Τα αποδέχονται όλα αυτά που είπαμε τα συγκεκριμένα κόμματα της βουλής; Δυστυχώς έως σήμερα η εμπειρία έχει αποδείξει ότι όταν και όποτε μιλάνε για συνεργασία εννοούν την αφομοίωση ή δορυφοροποίηση των συνεργαζόμενων με όρους μηχανισμών, ιδιοτέλειας και δούναι-λαβείν, μακριά από τα μεγάλα προβλήματα του λαού και της πατρίδας. Μακάρι να συναισθανθούν την ευθύνη τους μπροστά στις κρίσιμες καταστάσεις που ζούμε και να τα αποδεχθούν. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, εμείς δεν θα φέρουμε εμπόδια σε ενδεχόμενη συνεργασία. Αυτό ισχύει ακόμη και για τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και εφόσον, βεβαίως, πρώτα αποκηρύξει με κάθε τρόπο τη μέχρι σήμερα πολιτική του, η οποία τον έχει μετατρέψει σε στυλοβάτη του σημερινού καθεστώτος.

Γ. Αβραμίδης: Σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις το 2012 και το 2019 δημιουργήσατε σχήματα εκλογικής συνεργασίας. Ποια είναι τα συμπεράσματά σας από το αποτέλεσμα αυτών των συνεργασιών;

Δ. Καζάκης: Δεν έχουμε μετανιώσει για καμιά από τις εκλογικές συνεργασίες που κάναμε. Ούτε μας απογοήτευσε καμιά από τις συνεργαζόμενες δυνάμεις με τις οποίες συμμετείχαμε στα συγκεκριμένα εκλογικά σχήματα. Μπορεί να μην μας έβαλαν στο κοινοβούλιο, αλλά μας βοήθησαν σε ιδιαίτερα χαλεπούς καιρούς – όπου οι περισσότεροι επίδοξοι αντιμνημονιακοί, είτε υποτάχθηκαν στη γοητεία του καθεστώτος κατοχής, είτε έσβησαν από τον πολιτικό χάρτη – να σταθούμε όρθιοι και μάχιμοι γιατί πρώτα-πρώτα μας απάλλαξαν απ’ όσους τυχοδιώκτες της πολιτικής βλέπουν τις εκλογές αποκλειστικά και μόνο σαν ευκαιρία για να εξασφαλίσουν μια έδρα στη βουλή. Μόνο και μόνο να πετάξουν στα τάρταρα τιμή, αξιοπρέπεια και πολιτικές δεσμεύσεις.
Συνεργαστήκαμε με δυνάμεις που αποδέχθηκαν και τήρησαν έντιμα το εκλογικό και πολιτικό πλαίσιο που είχαμε από κοινού συμφωνήσει. Προσωπικά είναι η πρώτη φορά που είδα εκλογική συνεργασία σε ισότιμη βάση, όπου ο καθένας απ’ εμάς αγωνίζεται για τους δικούς του υποψηφίους, με τους δικούς του όρους, αλλά και με τις δικές του θέσεις και αναλύσεις υποστηρίζει το κοινό εκλογικό πρόγραμμα. Δεν επιχείρησε κανείς να αφομοιώσει τον άλλο, ούτε να επιβληθεί ο ένας στον άλλο. Πώς λοιπόν να μας απογοητεύσουν τέτοιες συνεργασίες; Αντίθετα μας έδωσαν δύναμη να συνεχίσουμε.
Άλλωστε, τόσο η πρώτη εκλογική συνεργασία, όσο και η δεύτερη δεν ήταν αυτοσκοπός, αλλά η απαρχή, η αφετηρία για ευρύτερες κοινωνικοπολιτικές συνεργασίες που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν και να κερδίσουν την πλειοψηφία του λαού, θέτοντας το κορυφαίο ζήτημα, το περιεχόμενο και τον τρόπο μιας ριζικά διαφορετικής διακυβέρνησης της χώρας. Η ευθύνη για το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν επιτεύχθηκαν, δεν βαραίνει το ΕΠΑΜ.
Επίσης μ’ αυτές τις εκλογικές συνεργασίες αποδείξαμε στην πράξη ότι δεν κινούμαστε με όρους πολιτικής, ιδεολογικής ή άλλης εμπάθειας και ιδιοτέλειας. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να προωθηθούν τα πολιτικά αιτήματα και τα προτάγματα πάνω στη βάση των οποίων ιδρύθηκε το ΕΠΑΜ. Δεν διεκδικήσαμε αρχηγιλίκια, ούτε πρωτοκαθεδρίες, ενώ συνδράμαμε τους συνεργαζόμενους όποτε το είχαν ανάγκη, ακόμη και από το υστέρημα των μελών και των φίλων μας, χωρίς να ζητάμε κανενός είδους ανταλλάγματα. Έτσι καταλαβαίνουμε εμείς τις συνεργασίες. Από θέση αρχής.

Γ. Αβραμίδης: Σε ποιο δρόμο βρίσκεται η προσπάθεια συνεργασιών του ΕΠΑΜ με διάφορα εξωκοινοβουλευτικά κόμματα και κινήματα; Η απλή αναλογική δημιουργεί ή όχι θετικό έδαφος για εκλογικές συνεργασίες;

Δ. Καζάκης: Στις 25 Οκτωβρίου 2020 στην «Αθηναίων Πολιτεία» κάτω από τον ιερό βράχο, το ΕΠΑΜ μαζί με το ΔΗΚΚΙ και άλλες συνεργαζόμενες δυνάμεις πήραν την πρωτοβουλία μιας δημόσιας συγκέντρωσης όπου συζητήθηκε η συγκρότηση μιας ευρείας Συμμαχίας. Στη συγκέντρωση αυτή παραβρέθηκαν όλοι όσοι αγωνίζονται για την εθνική ανεξαρτησία, τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Μοναδική εξαίρεση, εκτός φυσικά των κομμάτων αντιπολίτευσης της βουλής, ήταν η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου.
Το πιο σημαντικό όμως ήταν η μαζική προσέλευση στην συγκεκριμένη εκδήλωση, η οποία συγκέντρωσε, εν μέσω των γνωστών περιορισμών στις μετακινήσεις λόγω πανδημίας, περί τα 300 άτομα με φυσική παρουσία και πάνω από 3.000 να παρακολουθούν ζωντανά στο διαδίκτυο. Τέτοια πολιτική εκδήλωση με τόσο μαζικό ενδιαφέρον από τον κόσμο έχει να γίνει από το 2015. Από τότε δηλαδή που, αμέσως μετά το δημοψήφισμα, ο κόσμος ήλπιζε σε μια ευρεία συνεργασία δυνάμεων για την ανατροπή των μνημονιακών επιλογών Τσίπρα-Καμένου.
Αυτό, άλλωστε, ήταν και το βασικό ζητούμενο της όλης εκδήλωσης. Να ζυμωθεί το αίτημα της Συμμαχίας όχι μόνο ανάμεσα σε εκπροσώπους δυνάμεων και συλλογικοτήτων, αλλά πρώτα και κύρια ανάμεσα στους απλούς πολίτες, οι οποίοι είναι και η μόνη αληθινή δύναμη που μπορεί να δώσει στην πολυπόθητη συνεργασία τη δυναμική που χρειάζεται.
Από αυτή την εκδήλωση προέκυψε μια άτυπη και προσωρινή επιτροπή, όπου συμμετέχει ελεύθερα οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται είτε ως πολίτης, είτε εκπροσωπώντας δυνάμεις και συλλογικότητες με πρωταρχικό σκοπό το συντονισμό της δράσης όσων συνεργάζονται για τη δημιουργία της Συμμαχίας. Πρώτα και κύρια για να επαναληφθεί αυτό που ξεκίνησε στην «Αθηναίων Πολιτεία», σε όλες τις γειτονιές και σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας.
Μόνο έτσι – έχουμε τη γνώμη – ότι μπορεί να οικοδομηθεί μια αληθινή Συμμαχία με δυναμική διεκδίκησης όχι μόνο μιας ενισχυμένης παρουσίας στη βουλή, αλλά και της πλειοψηφίας του λαού με σκοπό την ανατροπή του σημερινού καθεστώτος. Μόνο με τη συμμετοχή σ’ αυτήν την προσπάθεια μέσα στον απλό κόσμο θα αποδείξει κάθε πολιτική δύναμη, αλλά και όποιος άλλος δηλώνει υπέρ της συνεργασίας, ότι κινείται όχι από ιδιοτέλεια, ή με κίνητρα άλλα εκτός από εκείνα των κοινών δημοκρατικών και πατριωτικών σκοπών της Συμμαχίας. Και μόνο έτσι θα αποδείξει ότι έχει απήχηση στην κοινωνία και μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη ενωτικά για την ίδια την κοινωνία, υπερβαίνοντας διαχωρισμούς ιδεολογίας, αριστεράς και δεξιάς.
Βέβαια, οι περιορισμοί των μετακινήσεων, οι γενικοί εγκλεισμοί και η αστυνομοκρατία στο όνομα της πανδημίας, έχουν εμποδίσει σημαντικά αυτήν τη μαζική δουλειά για τη Συμμαχία. Παρά το γεγονός ότι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τη δημιουργία αντίστοιχων ανοιχτών και μαζικών κινήσεων συνεργασίας όλες σχεδόν οι πόλεις της Ελλάδας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν κάνουμε διαρκώς ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό μέσα από συσκέψεις, πρωτοβουλίες και συναντήσεις ανά την Ελλάδα προκειμένου να προετοιμάσουμε την πρωτίστως «από τα κάτω» συγκρότηση της Συμμαχίας.

Γ. Αβραμίδης: Ποιοι χωράνε σε ένα πλαίσιο αρχών για πολιτική σύμπραξη και εκλογική συνεργασία;

Δ. Καζάκης: Όσοι και όσες δυνάμεις αποδέχονται το τρίπτυχο που ανάφερα στην αρχή: Εθνική ανεξαρτησία – Λαϊκή κυριαρχία – Κοινωνική δικαιοσύνη. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το τρίπτυχο αυτό δεν επαρκεί για μια προγραμματική συμφωνία της Συμμαχίας. Χρειάζεται να εξειδικευτεί. Όπως επίσης γνωρίζουμε ότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές στον τρόπο ερμηνείας και περιεχομένου του συγκεκριμένου τρίπτυχου. Όλα αυτά είναι προς συζήτηση μέσα στη διαδικασία συγκρότησης της Συμμαχίας, απ’ όσους θέλουν να συμμετάσχουν σ’ αυτήν.
Επί παραδείγματι για το ΕΠΑΜ είναι σαφές ότι δεν μπορεί να υπάρξει ανεξαρτησία, κυριαρχία και δημοκρατία χωρίς νομισματική κυριαρχία, δηλαδή χωρίς κρατικό εθνικό νόμισμα. Αυτή η θέση μας δεν είναι προϊόν ιδεολογικής διαστροφής, αλλά καθαρά πρακτικής πολιτικής. Δεν υπήρξε ποτέ και δεν πρόκειται να υπάρξει οικονομία και κοινωνία, η οποία μπήκε σε τροχιά ανάκαμψης και ανοικοδόμησης υπέρ της πλειοψηφίας, με χρηματοδότηση των αναγκών της μέσω της δημιουργίας χρέους, κρατικού και ιδιωτικού. Και μάλιστα σε νόμισμα που η ίδια δεν ελέγχει. Δεν μπορεί καν να αντιμετωπιστεί μια σοβαρή κρίση από μια χώρα χωρίς το δικό της νόμισμα.
Δεν έχει παρά να δει κανείς αυτό που συμβαίνει σήμερα με την πανδημία. Η ευρωζώνη το 2020 παρουσίασε τη μεγαλύτερη ύφεση από οποιαδήποτε άλλη ανεπτυγμένη ζώνη χωρών. Σύμφωνα με μια πρώτη εκτίμηση της ετήσιας ανάπτυξης το 2020, βάσει εποχιακών και ημερολογιακά προσαρμοσμένων τριμηνιαίων στοιχείων, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6,8% στη ζώνη του ευρώ και 6,4% στην ΕΕ. Με την Ελλάδα φυσικά να σημειώνει νέα ρεκόρ πτώσης. Ενώ ακόμη και οι χώρες της ΕΕ που διατήρησαν το δικό τους νόμισμα πήγαν καλύτερα. To ίδιο και οι ΗΠΑ όπου το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε 3,5% το 2020 σε σχέση με το 2019.
Λέτε να είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι οικονομίες, ιδίως όσες θεωρούνται ανεπτυγμένες, που διαθέτουν το δικό τους νόμισμα και χρηματοδότησαν απευθείας το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και τις επενδύσεις σε υποδομές και παραγωγή, πήγαν πολύ καλύτερα από τις άλλες και κυρίως από την οικονομία της ευρωζώνης; Όχι βέβαια.
Όπως και να έχει, δεν μπορεί κανείς – υπό οποιοδήποτε κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς – να ασκήσει πολιτική πλήρους απασχόλησης, αυξανόμενων μέσων αποδοχών και συντάξεων, πραγματικής μείωσης του εργάσιμου χρόνου με ανελαστικά δικαιώματα, όπως και ανάπτυξη κατά προτεραιότητα της παραγωγής και της παραγωγικότητας της εργασίας, χωρίς κρατικό εθνικό νόμισμα. Δεν μπορείς να επενδύσεις στην ευημερία της ζωντανής εργασίας, έναντι της ευημερίας της χρηματιστικής κυβείας με χρέη και εκποιήσεις, αν δεν ελέγχεις το δικό σου νόμισμα. Σε διαφορετική περίπτωση η κυβέρνηση, η οικονομία και η κοινωνία θα είναι έρμαια της κερδοσκοπίας των χρηματαγορών, των τραπεζιτών και των επενδυτών κεφαλαίου.
Παρ’ όλα αυτά, το ΕΠΑΜ δεν απαιτεί από τους συνεργαζόμενους να συμφωνήσουν στον τρόπο που αντιλαμβάνεται την υπόθεση του νομίσματος. Όμως, δεν μπορεί να υπάρξει κοινό έδαφος συνεργασίας με όποιον θεωρεί ότι προέχει έναντι μιας ανεξάρτητης και κυρίαρχης Ελλάδας, έναντι της ευημερίας του εργάτη, του αγρότη, του επαγγελματία, του μικρομεσαίου επιχειρηματία και του συνταξιούχου, η συνοχή της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Δεν μπορεί να υπάρξει συνεργασία με δυνάμεις που αρνούνται εκ προοιμίου τη ρήξη με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, όταν και εφόσον το απαιτούν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της πατρίδας.
Αν δεν θέσουμε ως θεμελιώδη αφετηρία της συνεργασίας το γεγονός ότι προέχει, προηγείται πάνω και πέρα από κάθε άλλη απώτερη σκοπιμότητα, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, της δημοκρατίας και της ευημερίας της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού στην πατρίδα μας, τότε δεν έχει κανένα νόημα η συμμαχία. Το μόνο που θα πετύχει μια συνεργασία που δεν ξεκαθαρίζει το αν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε ρήξεις με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, χωρίς να φοβάται να οδηγηθεί σε τυχόν αποχώρηση από τους σχηματισμούς αυτούς, εάν, εφόσον και όποτε το κρίνει κυρίαρχα ο λαός μας προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικά του ζωτικά συμφέροντα, είναι να γίνει μια από τα ίδια.
Το ΕΠΑΜ αντιτάχθηκε στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ από τότε που υποσχόταν ότι θα πείσει τους εταίρους της ΕΕ να μας γλυτώσουν από τα μνημόνια, χωρίς να προχωρήσουμε σε ρήξεις με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Πριν καν αναλάβει τη διακυβέρνηση προειδοποιούσαμε ότι μια τέτοια πολιτική, ακόμη και με τις καλύτερες των προθέσεων, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε τέτοιες συνθηκολογήσεις που θα φέρουν το 3ο και χειρότερο μνημόνιο, το οποίο βρισκόταν ήδη στα σκαριά επί κυβέρνησης Σαμαροβενιζέλου.
Όπως καταλαβαίνετε το ΕΠΑΜ δεν είναι σε καμιά περίπτωση διατεθειμένο να συμπράξει σε συνεργασίες που θέλουν να επαναλάβουν το ίδιο αποτυχημένο πείραμα, εξαπατώντας, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, τον ελληνικό λαό. Ακόμη κι αν μ’ αυτήν την απάτη ίσως εξασφαλίσει την είσοδό του στη βουλή. Δεν ξεπουληθήκαμε για έδρες τότε που εξαπατήθηκε από τις αντιμνημονιακές φανφάρες η πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Δεν θα το κάνουμε τώρα.

Γ. Αβραμίδης: Έχετε ως ΕΠΑΜ καταθέσει μήνυση για εσχάτη προδοσία. Μπορείτε να συνεργαστείτε με πρόσωπα που είχαν ψηφίσει μνημόνια;

Δ. Καζάκης: Η μήνυση του ΕΠΑΜ για εσχάτη προδοσία κατευθύνεται εναντίον όσων από το πολιτικό προσωπικό και τους αξιωματούχους του κράτους, ψήφισαν και εφάρμοσαν μνημόνια. Η μήνυση κατατέθηκε όχι μόνο για να καλέσουμε τη δικαιοσύνη να κάνει το καθήκον της, αλλά και σαν μια έμπρακτη πολιτική δέσμευση του ΕΠΑΜ ότι όσοι συνέδραμαν ενεργά στην αδρανοποίηση, υπονόμευση και κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας μας μέσα από τον σφετερισμό της θέσης τους, θα καθίσουν στο σκαμνί. Και οφείλουν να καθίσουν στο σκαμνί όχι μόνο για λόγους δικαιοσύνης, αλλά για να αλλάξουμε επιτέλους σελίδα σ’ αυτόν τον τόπο ξεκινώντας με το αυτονόητο για μια δημοκρατία. Δεν μπορούν όσοι κατέχουν θέσεις ευθύνης και εξουσίας να καταχρώνται την εμπιστοσύνη του λαού. Πώς αλλιώς μπορεί να υπάρξει μια άλλη διακυβέρνηση του τόπου υπέρ του πολίτη;
Επομένως, ναι, δεν μπορούμε να συνεργαστούμε με πρόσωπα που έχουν ψηφίσει μνημόνια. Δεν μπορούμε να δώσουμε συγχωροχάρτι σ’ όλους εκείνους που για τους δικούς τους ιδιοτελείς λόγους έβαλαν πλάτη στην ανατροπή της συνταγματικής έννομης τάξης και της επιβολής καθεστώτος κατοχής στην πατρίδα μας. Ούτε μπορούμε να πούμε, περασμένα, ξεχασμένα. Διότι ούτε περασμένα είναι, ούτε ξεχασμένα. Εξακολουθούμε να ζούμε υπό το ίδιο καθεστώς κατοχής δημοσιονομικών και γεωπολιτικών μνημονίων.
Το δημοκρατικό πολίτευμα, όπως προβλέπεται από το ισχύον Σύνταγμα, δεν έχει ούτε καν τυπικά αποκατασταθεί. Πώς λοιπόν θα δώσουμε άφεση αμαρτιών σ’ όποιον ψήφισε μνημόνια; Θα δίνατε άφεση αμαρτιών σ’ όποιον με την υπογραφή ή με την απόφασή του οδηγούσε στην εξόντωση κάποιου δικού σας; Τα μνημόνια εξόντωσαν πάνω από 405 χιλιάδες Έλληνες είτε στέλνοντάς τους απευθείας στον τάφο, είτε εξαναγκάζοντας να μεταναστεύσουν. Τόση είναι η απόλυτη μείωση του πληθυσμού της χώρας την περίοδο 2011-2020. Μείωση πρωτοφανής στα ιστορικά χρονικά της Ελλάδας από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Πρόκειται για αληθινή σύγχρονη γενοκτονία του ελληνικού λαού, η οποία συνεχίζεται. Οι προβλέψεις είναι ότι η γενοκτονία αυτή θα στοιχίσει στον ελληνικό πληθυσμό περισσότερους, τουλάχιστον σε απόλυτα νούμερα, απ’ ότι η γενοκτονία των αδελφών μας από τους Τούρκους, αλλά και αργότερα από τους ναζί. Πάνω από 2 εκατομμύρια Έλληνες μέσα στην προσεχή δεκαετία. Θα το ανεχτούμε; Θα ανεχτούμε όλους εκείνους που με ελαφρά την καρδία και με κριτήριο τη δική τους ιδιοτέλεια έβαλαν πλάτη σ’ αυτήν τη γενοκτονία;
Ας βρουν το θάρρος και το μεγαλείο ψυχής να βγουν δημόσια και να αποκηρύξουν όχι μόνο τα μνημόνια, αλλά και τη δική τους προσωπική πολιτική και ποινική ευθύνη για το γεγονός ότι τα ψήφισαν και τότε τα ξαναλέμε. Όσο δεν το κάνουν, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο ούτε καν για συζήτηση πιθανής συνεργασίας.

Γ. Αβραμίδης: Πως αξιολογείτε το επίπεδο της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση των αντιπολιτευόμενων κομμάτων στην βουλή;

Δ. Καζάκης: Αλήθεια, υπάρχει αντιπολίτευση στη βουλή; Μέχρι σήμερα δεν το είδα και δεν νομίζω να το είδε κανένας σώφρων πολίτης αυτής της χώρας. Ο αντιπολιτευτικός λόγος των κομμάτων της βουλής έναντι της κυβέρνησης Μητσοτάκη κινείται ανάμεσα σε ανέξοδες καταγγελίες, που δεν αφορούν στην ουσία των ζητημάτων, και προτάσεις συνδιαχείρισης για να μηνύσουν κυρίως στον ξένο παράγοντα ότι αυτοί μπορούν να εξυπηρετήσουν καλύτερα τις επιλογές και τα συμφέροντά του από τους κυβερνώντες. Τίποτε περισσότερο.
Είδατε έστω κι ένα κόμμα στην τωρινή βουλή να αντιτάσσεται – έστω και στα λόγια – στην πολιτική του γενικού εγκλεισμού (lockdown) του πληθυσμού, των αυθαίρετων και εντελώς παράλογων γενικών περιορισμών κυκλοφορίας και μετακινήσεων, του βασανισμού με την υποχρεωτική μάσκα ακόμη και σε ανήλικα, των εξοντωτικών προστίμων, αλλά και αναγωγής της πλέον διαπλεκόμενης και διεφθαρμένης από ιδιωτικά συμφέροντα επιστήμης σε υπέρτατη αυθεντία έναντι κάθε κοινής λογικής και αντιλόγου; Υποστήριξε έστω κι ένα κόμμα στη τωρινή βουλή τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα του Έλληνα πολίτη που ποδοπατήθηκαν στο όνομα της πανδημίας και της δήθεν επιστημονικής αυθεντίας; Ούτε ένα.
Το μόνο που έκαναν είναι να λειτουργούν ως λαγοί της κυβέρνησης προκειμένου να εφαρμοστούν ακόμη πιο σκληρά και οριζόντια μέτρα εναντίον του πληθυσμού στο όνομα της πανδημίας. Αποδέχθηκαν εξαρχής, άκριτα και ως δόγμα πίστεως, ακόμη και τις τεχνικές γενετικής μηχανικής που βαφτίστηκαν εμβόλια από τις πολυεθνικές φαρμάκου, προκειμένου να μετατρέψουν το γενικό πληθυσμό σε δικό τους διαρκές πειραματόζωο για την εισαγωγή νέων ακόμη πιο προσοδοφόρων χρηματιστικών προϊόντων. Κάτι που μέχρι πέρυσι συνέβαινε μόνο με τον πληθυσμό χωρών υπό αποικιακό, ή νεοαποικιακό ζυγό.
Προκειμένου όλοι τους να εξυπηρετήσουν τα χρηματιστικά συμφέροντα του κ. Μπουρλά και των ομοιών του, συμμετέχουν ενεργότατα στην επιχείρηση καταστολής και φίμωσης πρώτα και κύρια της επιστημονικής κοινότητας, η οποία στην πλειοψηφία της αντιδρά και διατυπώνει επιφυλάξεις για τα δήθεν εμβόλια τεχνολογίας mRNA και DNA. Έβαλαν τα ενεργούμενά τους στα συνδικάτα του χώρου της υγείας να στραφούν με δημόσιες δηλώσεις τους ενάντια στη μεγάλη πλειοψηφία των γιατρών και νοσηλευτών που εύλογα αρνούνται να εμβολιαστούν από τα εν λόγω δήθεν εμβόλια. Και μάλιστα υπό καθεστώς άσκησης απειλών και εκβιασμών από την κυβέρνηση.
Δεν κρατούν πλέον ούτε καν τα προσχήματα. Προφανώς οι ταξικές και πολιτικές εξαρτήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης με τα μεγάλα αρπακτικά της οικονομίας και της πολιτικής, είναι τέτοιες και τόσο βαθιές, που δεν διανοήθηκαν να κρατήσουν ούτε τα προσχήματα, έστω για το θεαθήναι, διαδηλώνοντας υπέρ του δικαιώματος της ελεύθερης επιλογής του πολίτη, ειδικά όσον αφορά στην υγεία του, αλλά και της ελευθερίας των πιστεύω του. Κι έτσι οι εντεταλμένοι τους ασκούνται σε κάθε λογής χυδαίες επιθέσεις εναντίον όποιου αντιστέκεται, ή αντιτίθεται στα μεσαιωνικής έμπνευσης δήθεν μέτρα κατά της πανδημίας. Με την ίδια ακριβώς λογική στιγματισμού, αλλά και ένθερμο ζήλο εναντίον του εχθρού, που στο μεσοπόλεμο διέκριναν τα τάγματα εφόδου των μελανοχιτώνων.
Κι ενώ σήμερα έχουμε από πλευράς της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με πρόφαση την πανδημία, την ολική επαναφορά του ακροδεξιού ολοκληρωτισμού που γνώρισε ο λαός μας μεταπολεμικά με αποκορύφωμα τη χούντα, δεν χρειάζονται ούτε ΕΑΤ-ΕΣΑ, ούτε τανκς στους δρόμους, ούτε τάγματα εφόδου του φασιστικού παρακράτους. Κι ο λόγος είναι απλός. Την αποστολή των παλιών γκεμπελίσκων, βασανιστών, και παρακρατικών ταγμάτων του φασισμού, έχουν αναλάβει σήμερα τα μίσθαρνα όργανα και τα ενεργούμενα της δοτής επίσημης αριστεράς και του κατ’ επίφαση αντιφασισμού.
Ζούμε και τυπικά το τέλος της μεταπολίτευσης με την ολική επαναφορά της έννομης τάξης της χούντας, χωρίς αυτοί που κινούν τα νήματα να χρειάζονται την κατάλυση του κοινοβουλίου. Γιατί; Διότι η αναβίωση του κράτους της δεξιάς, όπως είχε χαρακτηρίσει ο ηγέτης της Ένωσης Κέντρου, Γεώργιος Παπανδρέου, το εμφυλιακό και μετεμφυλαικό κράτος που οδήγησε την Ελλάδα στη χούντα, γίνεται όχι με διωκόμενη την εαμική αριστερά όπως τότε, αλλά με στυλοβάτη τη σύγχρονη επίσημη αριστερά σε όλες τις ιδεολογικές της αποχρώσεις.
Γι’ αυτό και σήμερα έχουμε μια καθόλα μονοκομματική βουλή με 6 κόμματα. Σ’ αυτήν στηρίζεται η φαινομενική παντοδυναμία της κυβέρνησης να επιβάλλει μέτρα αστυνομοκρατίας σε βάρος του λαού μας, που κάνουν ακόμη και τη χούντα να ωχριά, αλλά και να προχωρά στο ξεπούλημα των εθνικών δικαίων του ελληνικού λαού.
Όλα αυτά βέβαια επιβάλλονται προσωρινά και στο όνομα του γενικού καλού – όπως άλλωστε επιβλήθηκε στην εποχή της και η χούντα – μόνο και μόνο για να θωρακίσουν τη νέα ομαλότητα, τη «νέα κανονικότητα», όπως αποκαλείται στην τεχνοκρατική εσπεράντο της εξουσίας. Δηλαδή η μονιμοποίηση της κατάστασης όπου η επιβίωση και τα δικαιώματα του λαού θα βρίσκονται διαρκώς υπό αίρεση προς εξυπηρέτηση των μεγάλων συμφερόντων εντός και εκτός Ελλάδας.
Να γιατί σ’ όλα τα μεγάλα ζητήματα που αφορούν στην υπεράσπιση του Συντάγματος από τις καταχρήσεις και τους σφετερισμούς της εξουσίας, το δημοκρατικό πολίτευμα, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα του πολίτη και την άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας, όπως και στην προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, όλοι τους μέσα στη βουλή ποιούν τη νήσσα. Κανένας δεν τολμά να τα αναδείξει ως κορυφαία ζητήματα, ώστε να συνδράμει στη συνένωση όλων των δημοκρατικών και πατριωτικών δυνάμεων του λαού μας. Αντίθετα, έχουν αναλάβει ως αποστολή τους το διαίρει και βασίλευε μέσα στο λαό με όρους ιδεολογικής θρησκοληψίας. Προς όφελος των κρατούντων και φυσικά με το αζημίωτο για τους ίδιους.

Γ. Αβραμίδης: Τι βλέπετε στο πεδίο της οικονομίας; Υπάρχουν περιθώρια άσκησης οικονομικής πολιτικής με κοινωνικό πρόσημο εντός του σημερινού δεσμευτικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Δ. Καζάκης: Ούτε κατά διάνοια. Ακόμη κι αν υπάρξουν κυβερνήσεις στην Ελλάδα και την ευρωζώνη που θα θελήσουν να ασκήσουν μια τέτοια πολιτική, είναι αδύνατον να εφαρμοστεί κοινωνική πολιτική που να υπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως του κοινού νομίσματος επήλθε και η συστηματική αποδόμηση όλων των κοινωνικών πολιτικών και υποδομών στις χώρες μέλη. Ακόμη και στις πιο ανεπτυγμένες. Οι κοινωνικές πολιτικές έπαψαν να υπηρετούν αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα των πολιτών στην πρόνοια, την υγεία, την ασφάλιση, την παιδεία. Αντίθετα μεταλλάχθηκαν σε «στοχευμένες πολιτικές» υπέρ των αναξιοπαθούντων, όπως ορίζονται κάθε φορά από την εκάστοτε κυβέρνηση, μέσα στα πλαίσια που επιτρέπει το «δημοσιονομικό σύμφωνο σταθερότητας» της ευρωζώνης, όπου δεν υφίσταται κανένα κοινωνικό πρόσημο, καμιά κοινωνική προτεραιότητα. Ούτε καν στα λόγια.
Αλλά και «δημοσιονομικό σύμφωνο» να μην υπάρχει και πάλι κοινωνική πολιτική με οριζόντιες παροχές πρόνοιας, υγείας, ασφάλισης και παιδείας προς όλους τους πολίτες δεν μπορεί να υπάρξει με το κοινό νόμισμα. Δείτε επί παραδείγματι, τι έγινε την περίοδο της πανδημίας. Η ΕΕ αποφάσισε να αναστείλει την ισχύ του «δημοσιονομικού συμφώνου» προκειμένου να επιτρέψει – προσωρινά – στις κυβερνήσεις να προβούν στις αναγκαίες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Χωρίς να δεσμεύονται από τον περιορισμό στα δημοσιονομικά ελλείμματα.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Τα δημοσιονομικά ελλείμματα εκτινάχθηκαν και ξεπέρασαν το 5,8% του ΑΕΠ της ευρωζώνης για όλες τις χώρες της. Και λοιπόν; Ενισχύθηκαν μήπως οι υποδομές και οι παροχές υγείας προς τους πολίτες στα κράτη μέλη; Υπήρξαν διορθωτικές παρεμβάσεις ώστε να αποκατασταθούν τα τεράστια ελλείμματα στην παροχή κοινωνικής πρόνοιας και υγείας, που δημιουργήθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια με τους δραστικούς περιορισμούς στις δημόσιες υποδομές στο όνομα των ιδιωτικοποιήσεων και της δημοσιονομικής λιτότητας; Όχι βέβαια. Πρόκειται για ελλείμματα, που, σημειωτέο, φέρουν την κύρια ευθύνη για τις πρωτοφανείς εκατόμβες θανάτων με κορωνοϊό.
Τα δημόσια συστήματα υγείας και πρόνοιας σήμερα βρίσκονται σε πολύ χειρότερη θέση απ’ ότι ήταν πριν από την πανδημία. Οι κυβερνήσεις όχι μόνο δεν επέλεξαν να αυξήσουν δραστικά τις δυνατότητες περίθαλψης του πληθυσμού και κυρίως των ευπαθών ομάδων από τα δημόσια συστήματα, αλλά τα οδήγησαν σκόπιμα στην κατάρρευση προκειμένου να ανοίξουν έναν κύκλο ιδιωτικοποιήσεων στο χώρο της πρόνοιας και της υγείας.
Κι αυτός είναι ένας ακόμη λόγος γιατί επέλεξαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία με οριζόντια μέτρα καταστολής και εγκλεισμού του γενικού πληθυσμού. Οι λαοί της ΕΕ και κυρίως της ευρωζώνης πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα με την ίδια τη ζωή τους, την επιλογή να μετατραπεί η δημόσια υγεία και πρόνοια από σύστημα θωράκισης – έστω στα λόγια – της υγείας του πληθυσμού σε σύστημα «έκτακτης ανάγκης» που λειτουργεί με όρους χειρουργείου εκστρατείας.
Κι έτσι εν μέσω πανδημίας βλέπουμε ένα «δημοσιονομικό παράδοξο». Παρά το γεγονός ότι εκτινάχθηκαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα, είδαμε ταυτόχρονα την οικονομία και την απασχόληση να συρρικνώνεται σε εντυπωσιακά επίπεδα. Και το εισόδημα των εργαζομένων να γνωρίζει πρωτοφανή πτώση. Γιατί; Διότι πολύ απλά η ευρωζώνη είναι ανίκανη να ακολουθήσει «αντικυκλική» πολιτική, δηλαδή μια πολιτική που θα αποτρέψει τη συρρίκνωση της οικονομίας, του εισοδήματος και της απασχόλησης.
Για να υπάρξει αποτελεσματική «αντικυκλική» πολιτική, όπως δίδαξαν την Ευρώπη δυο παγκόσμιοι πόλεμοι και τρεις ιστορικού τύπου κρίσεις, θα πρέπει κάθε κράτος διαμέσου του προϋπολογισμού του να προχωρήσει όχι σε «στοχευμένες», αλλά σε οριζόντιες δαπάνες ενίσχυσης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, κυρίως των πιο αδύναμων, αλλά και σε μαζικές επενδύσεις υποδομών. Ειδικά όταν η παραγωγή υποχωρεί, ή βρίσκεται σε στασιμότητα. Κι όλα αυτά υπό καθεστώς μορατόριουμ των ιδιωτικών και κρατικών χρεών με σκοπό τη μόνιμη διαγραφή τους.
Για να εφαρμοστεί μια τέτοια πολιτική ανάκαμψης και ανοικοδόμησης, απαιτείται δημιουργία χρήματος. Δηλαδή το κάθε κράτος να χρηματοδοτήσει τις αυξημένες δαπάνες του όχι με νέους φόρους και νέα χρέη, αλλά με κοπή νέου χρήματος. Μόνο που αυτό το πρόσθετο χρήμα θα πρέπει να πάει στην αγορά όχι για να χρηματοδοτήσει ζημιές και κέρδη ημετέρων, πελατειακών εξαρτήσεων και κρατικοδίαιτων μονοπωλιακών συμφερόντων στην οικονομία, αλλά για να δώσει πραγματικές αυξήσεις εισοδήματος στην πλειοψηφία των νοικοκυριών, ώστε να τα διασώσει από την φτωχοποίηση, όπως και εκτεταμένα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων πρώτα και κύρια σε κοινωνικές υποδομές. Όπως π.χ. νέα δημόσια νοσοκομεία, διαγνωστικά κέντρα και νοσηλευτήρια ανά την επικράτεια σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες της υγείας του πληθυσμού, νέα προνοιακά ιδρύματα, νέες επενδύσεις για τη ριζική ανάπλαση του οικιστικού ιστού πόλεων και χωριών σε ισορροπία με το φυσικό, ιστορικό και κοινωνικό περιβάλλον, νέα έργα ανάδειξης του πολιτισμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς, νέες υποδομές μαζικού αθλητισμού, νέα δίκτυα συγκοινωνίας και μεταφορών σύμφωνα με τις τοπικές και τις εθνικές ανάγκες, ιδίως στην παραμεθόριο και το νησιωτικό σύμπλεγμα, νέες δομές δημοπράτησης, αποθήκευσης και μεταφοράς αγροτικών προϊόντων, ώστε να μειωθούν δραστικά τα κόστη για τον μικρό και μεσαίο αγρότη, ειδικά των πιο αγνοημένων περιοχών της χώρας, κοκ.
Το ευρωσύστημα όντως δημιούργησε νέο χρήμα τη χρονιά που μας πέρασε. Το σύνολο του ενεργητικού του ευρωσυστήματος αυξήθηκε κατά 54% τη χρονιά της πανδημίας. Από 4,6 τρις ευρώ τον Ιανουάριο του 2020, που αντιστοιχούσε στο 38% του ΑΕΠ της ευρωζώνης το 2019, ξεπέρασε τα 7 τρις ευρώ την αντίστοιχη περίοδο φέτος, το οποίο έφτασε να αντιστοιχεί στο 63% του ΑΕΠ της ευρωζώνης του 2020! Με άλλα λόγια η ΕΚΤ και το ευρωσύστημα έφτασε στο σημείο να επιδοτεί το 63% του ΑΕΠ της ευρωζώνης με την δημιουργία νέου χρήματος.
Που πήγε όλο αυτό το νέο χρήμα που δημιούργησε η ΕΚΤ και το ευρωσύστημα; Που πήγαν τα 2,5 τρις ευρώ αυτού του νέου χρήματος; Τι απέγιναν; Και πώς είναι δυνατόν να ρίχνουν οι κεντρικές τράπεζες του ευρωσυστήματος 2,5 τρις ευρώ νέο χρήμα και το ΑΕΠ της ευρωζώνης να συρρικνώνεται κοντά στο 1 τρις ευρώ μέσα στον ίδιο χρόνο;
Η απάντηση είναι απλή. Tο νέο χρήμα δεν δημιουργήθηκε από την ΕΚΤ και το ευρωσύστημα για να χρηματοδοτήσουν τα κράτη τις ανάγκες των νοικοκυριών σε εισόδημα και κοινωνικές υποδομές. Αντίθετα, το νέο χρήμα πήγε στις τράπεζες για να δανείσουν επικερδώς τις κυβερνήσεις και τις μεγάλες επιχειρήσεις της ευρωζώνης, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος στην αγορά εταιρικών, τραπεζικών και κρατικών ομολόγων απευθείας από τις κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης. Μόνο η Τράπεζα της Ελλάδας, υπό την ΕΚΤ, είχε προβεί το 3ο τρίμηνο 2020 σε αγορές ομολόγων του εξωτερικού συνολικού ύψους 86,2 δις ευρώ!
Με άλλα λόγια η ΕΚΤ και το ευρωσύστημα έκοψαν επιπλέον χρήμα για να χρηματοδοτήσουν τις ιδιωτικές τράπεζες και την εκτίναξη χρέους. Αυτή άλλωστε είναι η εξαρχής αποστολή τους, προκειμένου να υφίσταται το κοινό νόμισμα, δηλαδή το ευρώ. Κι αυτοί βέβαια που θα κληθούν να πληρώσουν το λογαριασμό τόσο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, όσο και του χρέους δεν θα είναι παρά τα γνωστά υποζύγια, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι των χωρών της ευρωζώνης, δηλαδή τα πιο φτωχά και φτωχοποιημένα στρώματα, σε περιβάλλον μεγαλύτερης ανεργίας, αναδουλειάς, και χαμηλότερων απολαβών.
Να γιατί δεν πρόκειται να δούμε ανάκαμψη στην ευρωζώνη ούτε με κοινωνικό, ούτε χωρίς κοινωνικό πρόσημο. Αυτό που θα δούμε είναι μια όξυνση των αντιθέσεων τόσο στις κορυφές ανάμεσα στις πολιτικές και οικονομικές ελίτ των πιο ισχυρών, όσο και στη βάση της κοινωνίας ανάμεσα στους εργαζόμενους και τους κυβερνώντες. Κι αυτό θα συνεχίζεται και θα βαθαίνει με καταστροφικές συνέπειες για όλες τις χώρες μέλη, μέχρις ότου ένας-ένας οι λαοί της ευρωζώνης αποφασίσουν να πάρουν τον έλεγχο της χώρας τους από τους μηχανισμούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Γ. Αβραμίδης: Εάν ήσασταν πρωθυπουργός της χώρας τι διαφορετικό θα κάνατε από τον κ. Μητσοτάκη για την διαχείριση της πανδημίας;

Δ. Καζάκης: Πρώτα-πρώτα, θα υιοθετούσα μέτρα προληπτικού ελέγχου στις εισόδους της χώρας, πριν καν ξεσπάσει επίσημα η πανδημία, κυρίως για όσους έρχονται από χώρες όπου ήδη υπάρχει έξαρση της επιδημικής κρίσης. Τα μέτρα αυτά οφείλαμε να τα διατηρήσουμε, όσο αυστηρά κι αν χρειαστεί να γίνουν, καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, ή τουλάχιστον όσο το δημόσιο σύστημα υγείας αντιμετωπίζει αυξημένες ανάγκες περίθαλψης και νοσηλείας από την συγκεκριμένη επιδημία.
Δεύτερο, θα επικέντρωνα το ενδιαφέρον της πολιτείας στην επισταμένη παρακολούθηση πρώτα και κύρια των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού. Όχι μόνο με μέτρα προφύλαξης, αλλά κυρίως με ενισχυμένα μέτρα πρωτοβάθμιας υγείας και πρόνοιας. Κλειδί εδώ δεν είναι οι ΜΕΘ, όπως επίσημα μας λένε, αλλά οι διαθέσιμες κλίνες νοσηλείας και κυρίως οι Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας (ΜΑΦ) κυρίως για ευπαθείς, που θα έπρεπε να πολλαπλασιαστούν το ταχύτερο δυνατό. Αν η κυβέρνηση έδινε προτεραιότητα στη νοσηλεία όσων νοσούν, ή πρόκειται να νοσήσουν θα μπορούσε να διπλασιάσει τις διαθέσιμες κλίνες και ΜΑΦ μέσα σ’ ένα τρίμηνο. Με όλες τις απαραίτητες υποδομές, όπως πχ. τη δυνατότητα νοσηλείας υπό συνθήκες αρνητικής πίεσης, ιδίως εκείνων που κινδυνεύουν από επιπλοκές και επιμολύνσεις.
Τρίτο, θα προχωρούσα σε μαζικές προσλήψεις μόνιμου εξειδικευμένου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού με ταυτόχρονη ριζική βελτίωση αμοιβών και συνθηκών εργασίας. Στη δεκαετία των μνημονίων η Ελλάδα έχασε περίπου 17.500 γιατρούς, εξειδικευμένους και με εμπειρία σε μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα. Θα έπρεπε να δοθούν σοβαρά κίνητρα έτσι ώστε οι περισσότεροι απ’ αυτούς να επιστρέψουν και να προστεθούν στο ιατρικό δυναμικό του δημόσιου συστήματος υγείας. Λιγότερο από το 35% του συνόλου των γιατρών της χώρας απασχολείται στη δημόσια νοσηλεία. Αυτό θα πρέπει να ανέλθει τουλάχιστον στο 50% προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι πάγιες σοβαρές ελλείψεις ιατρικού προσωπικού στη δημόσια υγεία. Ενώ οι νοσηλευτές θα πρέπει να τετραπλασιαστούν.
Τέταρτο, θα έδινα ιδιαίτερη έμφαση στην ιατρική και μοριακή έρευνα, πανεπιστημιακή και μη, με άμεση προτεραιότητα στην παρακολούθηση, απομόνωση, ταυτοποίηση και αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ιού. Πάντα υπό καθεστώς ανεμπόδιστου, ανοιχτού δημόσιου διαλόγου. Αυτό απαιτεί διαρκείς πρωτογενείς επιδημιολογικές και κλινικές έρευνες για την πορεία του ιού όχι μόνο στο γενικό πληθυσμό, αλλά και σε συγκεκριμένους χώρους συγχρωτισμού. Για να γίνει κάτι τέτοιο με επιτυχία, θα έπρεπε, ήδη από τον Ιανουάριο του 2020 όταν επίσημα ανακοινώθηκε η πρώτη ταυτοποίηση του νέου ιού, η ιατρική και μοριακή έρευνα στην Ελλάδα αυτοτελώς να είχε προχωρήσει στην εργαστηριακή απομόνωση και ταυτοποίησή του από φορείς στην Ελλάδα. Αυτό θα έδινε τη δυνατότητα έγκαιρης δημιουργίας αποτελεσματικών τεστ διάγνωσης από εγχώρια παραγωγή στον απαιτούμενο αριθμό και κόστος υπό δημόσιο έλεγχο, αλλά και τακτικής παρακολούθησης των μεταλλάξεών του.
Ταυτόχρονα, θα ενίσχυα τις κλινικές μελέτες για τη χρήση γνωστών από παλιά θεραπευτικών αγωγών και φαρμάκων που διατίθενται ευρέως και έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά σε νοσούντες με ανάλογες επιπλοκές σαν αυτές που προκαλεί ο συγκεκριμένος ιός. Το ίδιο και την έρευνα σε νέες θεραπευτικές αγωγές και φάρμακα για τους νοσούντες. Σ’ αυτά κι όχι στα εμβόλια έπρεπε ευθύς εξαρχής να δοθεί η άμεση προτεραιότητα διότι μόνο με την ανάπτυξη αποτελεσματικών θεραπειών μπορούμε όχι μόνο να περιορίσουμε δραστικά τους θανάτους, αλλά και να αποσυμφορίζονται τα νοσοκομεία.
Τέλος, θα προχωρούσα σε οριζόντιες αποζημιώσεις για το σύνολο των ζημιών που τυχόν υποστούν επιχειρήσεις, επαγγελματίες και νοικοκυριά με βάση το οικονομικό έτος του 2019. Οριζόντιες κι όχι επιλεκτικές, ή στοχευμένες. Επομένως, τα 35 περίπου δις ευρώ που έχασε η αγορά από τον τζίρο της μόνο στα πρώτα τρία τρίμηνα του 2020, θα έπρεπε να καλυφθούν από την κυβέρνηση είτε με απευθείας καταβολή αποζημιώσεων, είτε με οριζόντια δραστική μείωση φόρων, είτε με χάρισμα χρεών προς την εφορία και τις τράπεζες. Με την ίδια ακριβώς λογική που οφείλει να αποζημιώνεται ο αγρότης για την καταστροφή που υπέστη σε μια δύσκολη χρονιά λόγω φυσικών συνθηκών.
Ταυτόχρονα θα προχωρούσα σε μόνιμη δραστική μείωση του πραγματικού εργάσιμου χρόνου χωρίς μείωση απολαβών και με απαγόρευση απολύσεων. Και πάλι οριζόντια στην οικονομία, δηλαδή σ’ όλους τους τομείς. Ενώ σε αντίθεση με την κυβέρνηση που επέβαλε το μονοπώλιο των σούπερ μάρκετ, όπου ο συγχρωτισμός είναι δεδομένος, θα έδινα μεγαλύτερη ελευθερία λειτουργίας στα μικρότερα συνοικιακά και πιο εξειδικευμένα μαγαζιά λιανικής, αλλά και τις υπαίθριες λαϊκές αγορές, όπου μπορούν να εφαρμοστούν πιο εύκολα μέτρα περιορισμού του συγχρωτισμού.
Σε καμιά περίπτωση δεν θα προχωρούσα σε μέτρα γενικής καταστολής και εγκλεισμού εναντίον του πληθυσμού. Ούτε βέβαια σε εξαναγκασμό υπό την απειλή προστίμων και αστυνομικών μέτρων. Η πειθώ, η εμπιστοσύνη και ο δημόσιος διάλογος είναι ο μόνο τρόπος για να επικοινωνεί μια δημοκρατική κυβέρνηση με τους πολίτες. Ο εξαναγκασμός, οι απειλές, η αστυνομοκρατία, η τρομολαγνία, ο εκφοβισμός, η διατεταγμένη παράνοια και η φίμωση είναι γνωρίσματα δικτατορικών εξουσιών, είτε στηρίζονται σ’ ένα δοτό, διεφθαρμένο και ανυπόληπτο κοινοβούλιο, όπως συμβαίνει σήμερα, είτε επιβάλλονται με τα όπλα.

Γ. Αβραμίδης: Έχετε κάποια εξήγηση γιατί η κυβέρνηση δεν αγόρασε για την θεραπεία του COVID-19 τα μονοκλωνικά αντισώματα που έχει προτείνει ο καθηγητής της κλινικής φαρμακολογίας του Α.Π.Θ., Δημήτρης Κούβελας; Γιατί η κυβέρνηση δεν αποδέχτηκε την πρόταση του υπουργού εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Σεργκέι Λαβρώφ, για συμπαραγωγή του ρωσικού εμβολίου Sputnik-V;

Δ. Καζάκης: Μα για τον ίδιο λόγο που δεν εφάρμοσε κανένα από τα μέτρα που αναφέραμε. Πριν την επίσημη έναρξη της πανδημίας η κυβέρνηση μας διαβεβαίωνε και διαμέσου των λοιμωξιολόγων της ότι η επιδημία του κορωνοϊού δεν είναι κάτι περισσότερο από μια εποχική γρίπη κι επομένως δεν χρειάζεται να πάρουμε ιδιαίτερα προληπτικά μέτρα. Όταν ο ΠΟΥ κήρυξε επίσημα την απαρχή της πανδημίας, η κυβέρνηση και οι επιστήμονές της ανακάλυψαν ξάφνου ότι ο κορωνοϊός συνιστά πρωτοφανή απειλή για την ανθρωπότητα, η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μέτρα γενικής καταστολής του υγιούς πληθυσμού.
Κατόπιν και εν μέσω του πρώτου lockdown η κυβέρνηση και οι λοιμωξιολόγοι της, μας διαβεβαίωναν ότι αν όλοι κλειστούμε στα σπίτια μας η πανδημία θα περάσει απ’ έξω και μέσα σε λίγους μήνες θα επανέλθουμε στην «κανονικότητα». Ύστερα από το lockdown ανακάλυψαν ότι ο ιός παραμένει επιθετικός και προκειμένου να μην επιβληθούν νέα lockdown χρειάζονται αυστηρά μέτρα απαγόρευσης της κυκλοφορίας και του συγχρωτισμού με μόνιμη χρήση της μάσκας σε όλους τους χώρους.
Έως τον περασμένο Οκτώβριο η κυβέρνηση και προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωνε ότι με όλα αυτά τα μέτρα που είχαν πάρει δεν θα χρειαζόταν νέο lockdown. Το επέβαλαν ωστόσο το Νοέμβριο και από τότε έως στα τέλη του έτους οδηγήθηκαν στο θάνατο – μόλις μέσα σε δυο μήνες – 4.200 με κορωνοϊό και 2.000 χωρίς! Και το βιολί συνεχίζεται.
Κι όλα αυτά γιατί; Διότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη με την αμέριστη συνδρομή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, μετέτρεψε την πανδημία, αφενός, στη βαθύτερη υγειονομική κρίση που γνώρισε ποτέ ο ελληνικός λαός από την εποχή του πολέμου και αφετέρου σε μια μεγάλη ευκαιρία για να προωθήσει τις χρονίζουσες «επιθετικές μεταρρυθμίσεις» – όπως τις ονομάζει ο ίδιος ο Μητσοτάκης – των μνημονίων προκειμένου να επιταχυνθεί η εκποίηση ολόκληρης της χώρας, να ακρωτηριαστεί εθνικά και να μετατραπεί η Ελλάδα από συγκροτημένο κατά το διεθνές δίκαιο κράτος σε brand name προς εκμετάλλευση από τα αφεντικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ.
Σε καμιά στιγμή τόσο η κυβέρνηση, όσο και οι συνένοχοί της στη λεγόμενη επιστημονική επιτροπή, αλλά και στις ηγεσίες των υπόλοιπων κομμάτων της βουλής, δεν νοιάστηκαν για τις ζωές που χάνονταν και χάνονται τόσο άδικα. Όχι μόνο λόγω του κορωνοϊού, αλλά από την μέτρα καταστροφής και κατάρρευσης που έχουν επιβάλει.
Ακόμη και τώρα που έχει αποδειχθεί ότι υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες εναντίον των νοσούντων από κορωνοϊό, είτε με μονοκλωνικά αντισώματα, είτε με άλλα δοκιμασμένα φάρμακα, όπως η κολχικίνη και πολλά άλλα, η κυβέρνηση επιμένει στους εμβολιασμούς αφήνοντας τα νοσοκομεία σε καθεστώς συμφόρησης και τους νεκρούς να συσσωρεύονται.
Η κυβέρνηση, μαζί με τα υπόλοιπα κόμματα, έχουν μετατραπεί – απ’ ότι φαίνεται – σε πλασιέ του κ. Μπουρλά και των ομοίων του. Γι’ αυτό και αρνούνται πεισματικά ακόμη και να συζητήσουν εναλλακτικά εμβόλια που ίσως, πιθανόν, να αποδειχθούν πιο αποτελεσματικά και λιγότερο επικίνδυνα για το γενικό πληθυσμό. Όπως π.χ. είναι της Ρωσίας, της Κίνας και της Κούβας, τα οποία χρησιμοποιούν την εδώ και πολλές δεκαετίες δοκιμασμένη τεχνολογία των εμβολίων.
Κι όπως θα περίμενε κανείς από τους πλασιέ που αγωνίζονται να κατοχυρώσουν το μερίδιο που τους έχει υποσχεθεί το αφεντικό τους, όχι μόνο αρνούνται πεισματικά κάθε κουβέντα, αλλά επιτίθενται άγρια σε όποιον θεωρεί ότι υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές σε θεραπείες και εμβόλια, που οφείλουμε ως χώρα να εξετάσουμε.

Γ. Αβραμίδης: Πως βλέπετε να εξελίσσεται η τουρκική απειλή κατά της χώρας μας και τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα;

Δ. Καζάκης: Για όποιον δεν πάσχει από στραβισμό είναι ηλίου φαεινότερο ότι οδεύουμε σε πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία. Ολόκληρη η πολιτική της Τουρκίας οδηγεί αναγκαστικά σε πολεμική αναμέτρηση είτε στο έδαφος της Κύπρου – που προσωπικά θεωρώ πιο άμεσο σαν ενδεχόμενο – είτε στην εθνική επικράτεια της Ελλάδας.
Η Τουρκία αργά αλλά σταθερά κερδίζει έδαφος έναντι της Ελλάδας, κατοχυρώνει τα ζωτικά της συμφέροντα και φέρνει όλο και πιο κοντά την πολεμική αναμέτρηση. Έχει επιλέξει την στρατηγική της κλιμακούμενης έντασης και το 2020 κατάφερε να επικρατήσει στη ελληνική θαλάσσια ζώνη που συνδέει την Ελλάδα με την Κύπρο, χρησιμοποιώντας το πολεμικό της ναυτικό και αναγκάζοντας τον ελληνικό στόλο να αποχωρήσει από την περιοχή για όσο το Ορούτς Ρέις με τα πολεμικά της συνοδείας του αλώνιζαν στην ελληνική θαλάσσια επικράτεια.
Για πρώτη φορά μετά τον Αττίλα η Τουρκία όχι μόνο με απειλές χρήσης πολεμικής βίας, αλλά με άμεση χρήση πολεμικών μέσων κατοχύρωσε συμφέροντα σε ελληνική επικράτεια, σε οριοθετημένη θαλάσσια ζώνη της Ελλάδας. Κι όχι μόνο αυτό. Κατόρθωσε στρατιωτικά να αποκόψει την Ελλάδα από την Κύπρο, έτσι ώστε σε περίπτωση που αποφασίσει η Τουρκία να εξαπολύσει ένα νέο Αττίλα στο έδαφος του μαρτυρικού νησιού, να μην υπάρχει η δυνατότητα συνδρομής ούτε από αέρα, ούτε από θάλασσα.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά. Η Τουρκία ενισχύει διαρκώς τις κατοχικές της δυνάμεις στο νησί με νέα άρματα μάχης και εμπειροπόλεμες μονάδες από τη Συρία και το Αζερμπαϊτζάν, ώστε να αποκτήσει συντριπτικό στρατιωτικό πλεονέκτημα έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ένα πλεονέκτημα που θα της επιτρέψει μέσα σε ελάχιστες ώρες να συντρίψει την άμυνα της κυπριακής εθνοφρουράς.
Απέναντι σ’ αυτή την διογκούμενη στρατιωτική απειλή η Ελλάδα επιμένει ότι η μόνη διαφορά της με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Προσέξτε. Δεν είναι πρώτη και κύρια διαφορά το γεγονός ότι η Τουρκία επίσημα απειλεί με κήρυξη πολέμου την Ελλάδα σε περίπτωση που ασκήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα, όπως έχουν κάνει όλες οι χώρες της υφηλίου. Ούτε είναι η κύρια διαφορά με την Τουρκία το γεγονός ότι χρησιμοποιεί στρατιωτικά μέσα για να κατοχυρώσει δικά της ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή. Παρά κι ενάντια σε κάθε έννοια και κανόνα διεθνούς δικαίου.
Έτσι, η Ελλάδα σέρνεται σ’ έναν διάλογο υπό την κηδεμονία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, αναγνωρίζοντας στην Τουρκία ότι έχει κάθε δικαίωμα να απειλεί ή να κηρύσσει πόλεμο εναντίον των γειτόνων της όποτε η ίδια κρίνει ότι απειλείται η εθνική ασφάλεια και τα ζωτικά της συμφέροντα. Κάτι που δεν διανοείται να κάνει κανένα κράτος στην υφήλιο, ακόμη κι όταν έχει υποστεί ήττα σε πόλεμο.
Κι ύστερα απ’ όλα αυτά μας λένε όλοι οι ανάδελφοι θιασώτες των διερευνητικών επαφών και του διαλόγου, ότι αυτός είναι ο τρόπος για να αποφύγουμε τον πόλεμο με την Τουρκία. Μόνο που ισχύει το ακριβώς ανάποδο. Όσο ένα κράτος αρνείται να περιφρουρήσει την ακεραιότητα της επικράτειάς του, να ασκήσει την κυριαρχία του και να αποτρέπει τις απειλές σύμφωνα με τα διεθνώς νόμιμα, είναι απολύτως βέβαιο ότι προσκαλεί με τον καλύτερο τρόπο την πολεμική επιβουλή εναντίον του.
Άλλωστε ο πόλεμος δεν είχε ποτέ τις αιτίες του στις διακρατικές διαφορές. Ακόμη κι όταν αυτές χρησιμοποιούνται ως πρόσχημα. Ο πόλεμος ήταν ανέκαθεν η συνέχεια της κυρίαρχης πολιτικής με άλλα μέσα και αφορά πρώτα και κύρια στην ανάγκη επεκτατισμού της άρχουσας τάξης.
Το ενδεχόμενο λοιπόν του πολέμου με την Τουρκία δεν έχει τις αιτίες του σε ελληνοτουρκικές διαφορές, ούτε εδράζεται σε κάποια προαιώνια έχθρα ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους. Ο πόλεμος για τη σημερινή Τουρκία είναι το πιο αναγκαίο μέσο προκειμένου να μην βρεθεί σε κατάσταση ανάλογη μ’ εκείνη της Ελλάδας, δηλαδή υπό άμεση ξένη κηδεμονία και κατοχή. Είναι το μόνο μέσο για να κατοχυρώσει τον κυρίαρχο ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή και να κερδίσει μεγάλα μερίδια αγορών και επιρροής, όχι μόνο σε βάρος της Ελλάδας, αλλά και όλων των χωρών που παραπαίουν από την επέμβαση και τη λεηλασία της Δύσης.
Κι όσο η επίσημη Ελλάδα συνεχίζει την ίδια πολιτική και θεωρεί – με υποβολέα την ΕΕ και το ΝΑΤΟ – ότι με υποχωρήσεις, εθελοδουλία και κατευνασμό μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο με την Τουρκία, το μόνο σίγουρο είναι ότι οδηγούμαστε σε εθνικό ακρωτηριασμό. Και μάλιστα χωρίς να γλυτώσουμε την ατίμωση ενός πολέμου σε βάρος μας.