Παιχνίδι υψηλού κόστους με τις χαμηλές συντάξεις

Γιώργος Παππούς

Οι Ευρωπαίοι δεν έκρυψαν την ενόχληση τους, τη δυσφορία τους, για το γεγονός ότι ενώ έβαλαν «πλάτη» -κατά το κοινώς λεγόμενο- στην αποφυγή του «ψαλιδίσματος» της προσωπικής διαφοράς, δηλαδή των περικοπών στις συντάξεις από 1/1/2019, η κυβέρνηση το πήγε παραπέρα ψηφίζοντας την αποκαλούμενη «13η σύνταξη», η οποία έχει ετήσιο κόστος 830 εκατ. ευρώ. Πλέον, η συζήτηση κινείται σε νέα, αχαρτογράφητα νερά, καθώς ο ίδιος ο Πρωθυπουργός προανήγγειλε αύξηση 10% για τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Η κατάργηση του ΕΚΑΣ θεωρήθηκε, από την αρχή της προεκλογικής περιόδου, ως ένα από τα πιο μελανά σημεία της κυβερνητικής θητείας, καθώς πρόκειται για μέτρο που χτύπησε τα ασθενέστερα στρώματα του πληθυσμού.

Η θεσμοθέτηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης ουδόλως «ισοφάρισε» το πλήγμα του ΕΚΑΣ, τόσο στην ουσία όσο και σε όρους πολιτικής επικοινωνίας και κρίθηκε σκόπιμο να ερευνηθεί μετά τις εξαγγελίες του Ζαππείου, η δυνατότητα έστω μερικής αποκατάστασης του ΕΚΑΣ. Κι επειδή τα επιδόματα εύκολα μπαίνουν, αλλά ακόμα πιο εύκολα «ξηλώνονται» προκρίθηκε η λύση του… «πειράγματος» της Εθνικής Σύνταξης, δηλαδή της σύνταξης που εγγυάται ο προϋπολογισμός και δεν συνδέεται με το ύψος των εισφορών.

Ο πρωθυπουργός μιλώντας στο κεντρικό δελτίο του Star δεν επιβεβαίωσε απλώς τις σχετικές πληροφορίες, αλλά αποκάλυψε το σχεδιασμό του οικονομικού επιτελείου, που συνίσταται στην αύξηση της Εθνικής Σύνταξης των 384 ευρώ, κατά 50 ευρώ.

Αυτό που δεν έγινε σαφές είναι το ποιοι θα έχουν αυτήν την αύξηση, δηλαδή ποιοι θα είναι οι δικαιούχοι. Ωστόσο, ακόμα κι αν αυτά τα 50 ευρώ προστεθούν μόνο στους 800.000 συνταξιούχους που παίρνουν κάθε μήνα ως 500 ευρώ κύρια σύνταξη, τότε το ετήσιο κόστος για τον προϋπολογισμό φτάνει στα 480 εκατ. ευρώ. Στην περίπτωση, δε, που καλυφθούν και οι περίπου 350.000 συνταξιούχοι, που παίρνουν από 500 ως 600 ευρώ, τότε το κόστος φτάνει στα 690 εκατ. ευρώ.

Εν αναμονή της απόφασης του ΣτΕ για τη συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου -η επονομαζόμενη «μητέρα των μαχών»- αλλά και των αποφάσεων για τις συνταξιοδοτικές περικοπές του 2012, που «κουβαλάνε» αναδρομικά τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ, παράγοντες της Κοινωνικής Ασφάλισης σημειώνουν ότι κάθε παρέμβαση στο Ασφαλιστικό θα πρέπει να είναι προσεκτικά μελετημένη, έτσι ώστε να μην επηρεάζει το μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό.

Αυτήν τη στιγμή, η Ελλάδα έχει ήδη επιτύχει δραστική περικοπή της δημόσιας δαπάνης, που σχετίζεται με τη γήρανση του πληθυσμού και ως εκ τούτου προβλέπεται ότι μεταξύ 2016 και 2070 θα καταγράψει τη μεγαλύτερη μείωση (6,4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) από όλες τις χώρες της ΕΕ-28, κυρίως λόγω του «συμμαζέματος» στη συνταξιοδοτική δαπάνη.

Ωστόσο, όπως τονίζει και η ΤτΕ στην τελευταία της Έκθεση, με δεδομένο ότι η γήρανση του πληθυσμού στη χώρα μας αναμένεται ραγδαία, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά ο χάρτη της απασχόλησης, μια επιβράδυνση της συνολικής μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, ιδιαιτέρως της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος, είναι δυνατόν να εντείνει τις αυξητικές πιέσεις στο κόστος της γήρανσης, καθιστώντας αμφίβολη τη βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας.

ΠΗΓΗ economistas