ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: H παράνομη κερδοφορία εις βάρος του λαού. Αγωγή στα Δικαστήρια της Ν.Υόρκης κατά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

Λίγο πριν την κατάθεση αγωγής στα Δικαστήρια της Ν.Υόρκης κατά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο Τμηματάρχης Ελέγχου Χρηματοπιστωτικού Συστήματος του πολιτικού κόμματος Λ.Ε.Υ.Κ.Ο. κ. Στέφανος Τσίπας, αφού πρώτα ενημερώθηκε εγγράφως ο Πρωθυπουργός της Χώρας κ.Κυριάκος Μητσοτάκης, για την 105/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου, έστειλε επίκαιρη ερώτηση στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Κωνσταντίνο Τσιάρα, όπου τον ενημερώνει για την παραβατικότητα των Τραπεζών και την μη εφαρμογή της Κοινοτικής Οδηγίας 98/7/ΕΚ της 16ης Φεβρουαρίου 1998 και της ΚΥΑ Ζ1-178/13-2-2001.

Το ερώτημα που τέθηκε στον Υπουργό Δικαιοσύνης, είναι, τι μέτρα προτίθεται να πάρει ώστε να τηρείται από όλες τις Τράπεζες η Κοινοτική Οδηγία, η αμετάκλητη απόφαση 430/2005 του Αρείου Πάγου και τι ενέργειες θα γίνουν για την 105/2019 απόφαση για τους εν μέρει άκυρους όρους των δανειακών συμβάσεων.
Σε δηλώσεις του ο κ. Τσίπας υποστηρίζει ότι απαιτείται άμεσα να εφαρμοστεί το πρόγραμμα του πολιτικού κόμματος Λ.Ε.Υ.Κ.Ο. όπως αυτό κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων στις 6 Σεπτεμβρίου 2019 με Αρ.Πρωτ.: 3839 για τον επανακαθορισμό όλων ανεξαιρέτως των δανειακών συμβάσεων από το 1998 έως και σήμερα, για τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των χρημάτων σε πολίτες και Τράπεζες.
Με έντονο και εξοργισμένο ύφος, επισήμανε ότι η 105/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου για τους εν μέρει άκυρους όρους δανειακών συμβάσεων μεταξύ Τραπεζών και δανειοληπτών, παραπέμπει σε εν μέρει άκυρες κερδοφορίες, εν μέρει άκυρες απαιτήσεις, εν μέρει άκυρα αποτελέσματα χρήσης, εν μέρει άκυρους ισολογισμούς και άκυρες αξίες μετοχών…και εν κατακλείδι, άκυρο και αναξιόπιστο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
Τέλος επισήμανε ότι ο κ. Ρεντζούλας, ο Πρόεδρος του πολιτικού κόμματος Λ.Ε.Υ.Κ.Ο. είναι αποφασισμένος με την υποστήριξη όλων των στελεχών του κόμματος, να φτάσει ως το τέλος και ήδη οι επαφές του Προέδρου με τη Ν. Υόρκη μας φέρνουν αισιόδοξα μηνύματα για την αγωγή κατά της Ε.Κ.Τ.
η οποία ως εποπτεύουσα αρχή δεν επιμελήθηκε τα αυτονόητα.
Ο κ. Τσίπας προσκόμισε αντίγραφο της Επίκαιρης Ερώτησης με το αποδεικτικό κατάθεσης και αναμένει απάντηση…

Τι αναφέρει η επίκαιρη ερώτηση;

Το παραθέτουμε ακριβώς όπως είναι γραμμένο:

ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΕΡΩΤΗΣΗ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 98/7/ΕΚ/16-2-1998 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 20/01/2020

Προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οδηγία
98/7/ΕΚ της 16ης Φεβρουαρίου 1998, σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ για
την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II στις παρατηρήσεις και συγκεκριμένα στην παράγραφο (γ), διευκρινίζεται ότι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των ημερομηνιών που λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό, εκφράζεται σε έτη ή κλάσματα έτους. Το έτος θεωρείται ότι έχει 365 ημέρες ή 365,25 ημέρες ή (για τα δίσεκτα έτη) 366 ημέρες, 52 εβδομάδες ή 12 ίσους μήνες. Ένας ίσος μήνας θεωρείται ότι έχει 30,41666 ημέρες (δηλαδή 365/12) και στην παράγραφο (β), διευκρινίζεται ότι η εναρκτήρια ημερομηνία, είναι η ημερομηνία του πρώτου δανείου.
Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με Αρ. Φύλλου 255 την 09 Μαρτίου 2001 στις αποφάσεις αναφέρεται για την προσαρμογή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης Φ1-983/91 προς τις διατάξεις της Οδηγίας 98/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου
1998 ”σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη”(ΕΕ αριθ. L 101 της 01/04/1998, σ. 17-23). Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ, Άρθρο 5, παράγραφο 2, αναφέρεται στο άρθρο 14 που αντικαθίσταται σύμφωνα με την Οδηγία 98/7/ΕΚ της 16ης Φεβρουαρίου 1998.
Η Κοινή Υπουργική Απόφαση Αριθ. Φ1-983/1991 (ΦΕΚ 172 Β’/21 Μαρτίου 1991).
Άρθρο 1 : Σκοπός της απόφασης αυτής είναι η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις των Οδηγιών του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 87/102/ΕΟΚ της 22ας Δεκεμβρίου 1986 και 90/88/ΕΟΚ
της 22ας Φεβρουαρίου 1990 ” για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη”
που δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθμ. L 42 της 12.2.1987 και L. 61 της 10.3.90 αντιστοίχως.
Άρθρο 2 : Για την εφαρμογή αυτής της απόφασης νοούνται ως:
α) ”Καταναλωτής” κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο με τις δικαιοπραξίες που καλύπτει η απόφαση αυτή επιδιώκει σκοπούς που είναι εκτός της επαγγελματικής δραστηριότητάς του.
β) ”Πιστωτικός φορέας” κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση φυσικών ή νομικών προσώπων που χορηγεί πίστωση στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας.
γ) ”Σύμβαση πίστωσης” η σύμβαση δυνάμει της οποίας πιστωτικός φορέας χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει σε καταναλωτή πίστωση με τη μορφή πληρωμής με δόσεις δανείου ή οποιασδήποτε άλλης παρόμοιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης.
Αμετάκλητη Απόφαση Αρείου Πάγου 430/2005 για την προστασία καταναλωτών, Ένωση καταναλωτών, Συλλογική αγωγή, Αρχή διαφάνειας, Γενικού Όροι Συναλλαγών,
Καταχρηστικά Γ.Ο.Σ., Τράπεζες, Σύμβαση δανείου, Τόκοι, Υπολογισμός τόκων με έτος 365 ημερών, Ειδική εισφορά, Αποδεικτική δύναμη βιβλίων Τράπεζας, Ποινή προεξόφλησης
δανείου, Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Στυλιανό Πατεράκη, Αντιπρόεδρο, Ανάργυρο Πλατή, Γεώργιο Βούλγαρη, Δημήτριο Κυριτσάκη και Αχιλλέα Νταφούλη, Αρεοπαγίτες.
Απόφαση Αρείου Πάγου 105/2019 (Α2′ Πολιτικό Τμήμα) η οποία κρίνει εν μέρει άκυρη την δανειακή σύμβαση που καταρτίσθηκε μεταξύ της αναιρεσείουσας ανώνυμης τραπεζικής
εταιρείας και των αναιρεσιβλήτων δανειοληπτών και συγκεκριμένα δεν δέχεται τον όρο της σύμβασης για υπολογισμό των τόκων με βάση επιτόκιο 360 και όχι 365 ημερών, τον όρο της σύμβασης για την μονομερή δυνατότητα της Τράπεζας να μεταβάλει το επιτόκιο, τον όρο για την
εφάπαξ επιβάρυνση των 180 ευρώ ως έξοδα προέγκρισης δανείου και τον όρο της σύμβασης για την επιβάρυνση του δανειολήπτη με τα πάσης φύσεως έξοδα και αμοιβές που η Τράπεζα θα κατέβαλε σε εκτέλεση της σύμβασης.
Απαιτείται η εφαρμογή της νομοθεσίας από όλα τα Τραπεζικά – Πιστωτικά Ιδρύματα και ο επανακαθορισμός όλων των εξυπηρετούμενων και μη δανειακών συμβάσεων των δανειοληπτών για τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των χρημάτων σε πολίτες και Τράπεζες.
Οι εν μέρει άκυρες δανειακές συμβάσεις, σύμφωνα με την 105/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου, παραπέμπουν σε εν μέρει άκυρες κερδοφορίες, εν μέρει άκυρες απαιτήσεις (ενεργητικό), εν μέρει άκυρα αποτελέσματα χρήσεως, εν μέρει άκυρους ισολογισμούς Τραπεζών και εν μέρει άκυρες αξίες μετοχών.
Με βάση τα παραπάνω, ΕΡΩΤΑΤΑΙ ο κ. Υπουργός τι μέτρα προτίθεται να πάρει ώστε να τηρείται από όλες τις Τράπεζες η Κοινοτική Οδηγία 98/7/ΕΚ η ΚΥΑ Φ1-983/1991 (ΦΕΚ 172 Β’/21 Μαρτίου 1991) η αμετάκλητη Απόφαση 430/2005 του Αρείου Πάγου και τι ενέργειες θα γίνουν για την 105/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου για τους εν μέρει άκυρους όρους των δανειακών συμβάσεων.

Ο Τμηματάρχης Ελέγχου Χρηματοπιστωτικού
Συστήματος του πολιτικού κόμματος Λ.Ε.Υ.Κ.Ο.
Στέφανος Τσίπας