Η ιστορία της Χρύσας

Η Χρύσα σε τακτά χρονικά διαστήματα έβλεπε ένα συγκεκριμένο όνειρο. Καθόταν σε ένα μπαλκόνι, η νύχτα ήταν κρύα και άγρια κι εκεί μέσα στο σκοτάδι έβλεπε να εμφανίζεται ένας άντρας πάνω σε άλογο ντυμένος με ρούχα άλλης εποχής. Την κοίταζε έντονα και έκανε μια κίνηση με το χέρι του να τον ακολουθήσει. Σ’ αυτό το σημείο η Χρύσα πάντα ξυπνούσε έχοντας την αίσθηση μιας απώλειας, πονούσε βαθιά μέσα της γι’ αυτή τη φιγούρα που εμφανιζόταν στα όνειρά της σαν να ήταν ένας έρωτας που έχασε.
Άρχισε να ανησυχεί ότι της εντυπώθηκαν τόσο πολύ τα παραμύθια που της έλεγαν όταν ήταν μικρή για πρίγκιπες με άσπρα άλογα που πλέον αναδύονται από το υποσυνείδητο μέσα από τα όνειρά της. Θεώρησε πως αυτός ήταν ο λόγος που δεν μπορούσε να κάνει μια σχέση της προκοπής και αποφάσισε να πάει σε ψυχολόγο.
Ένα απόγευμα καθώς πήγαινε στο γυμναστήριο διαπίστωσε ότι έπαθε κάποια βλάβη το αυτοκίνητό της και το σταμάτησε στην άκρη του δρόμου. Άνοιξε το καπό του αυτοκινήτου να ελέγξει τη μηχανή και τότε είδε ένα δίκυκλο να σταματάει δίπλα της. Ο άντρας που το οδηγούσε έβγαλε το κράνος και της είπε ότι είναι μηχανικός αυτοκινήτων κι αν θέλει να τη βοηθήσει. Η Χρύσα έμεινε εμβρόντητη γιατί ο άντρας που της μιλούσε ήταν ίδιος με αυτόν που έβλεπε στα όνειρά της. Φυσικά δέχτηκε τη βοήθεια και του πρότεινε να πάνε κάπου για φαγητό να τον ευχαριστήσει για τη βοήθεια που της προσέφερε. Παραδέχτηκαν και οι δύο ότι ένιωσαν τον κεραυνοβόλο έρωτα, μια διέγερση σαν ηλεκτρικό ρεύμα να τους διαπερνά.
Η Χρύσα διηγήθηκε το γεγονός στην ψυχολόγο με δέος επιμένοντας ότι με τον σύντροφό της είχαν ξαναβρεθεί σε μια άλλη ζωή. Επειδή ήταν πολύ περίεργη απευθύνθηκε σε κάποιον που ασχολείται με υπνοθεραπεία και αναδρομή σε προηγούμενες ζωές. Αφού έφτασε σε κατάσταση ύπνωσης άρχισε να διηγείται μια ιστορία ότι ήταν κόρη ενός ανώτατου στρατιωτικού την εποχή του 16 ου αιώνα. Σε μια δεξίωση συναντήθηκε με έναν αξιωματικό, τον οποίο ερωτεύτηκε τρελά. Ο πατέρας της απαγόρευσε να τον ξαναδεί κι εκείνος περνούσε κάθε βράδυ με το άλογό του μπροστά από το πολυτελές σπίτι όπου διέμενε με την οικογένειά της. Έβγαινε στο μπαλκόνι, έβλεπε λίγο το πρόσωπό του και μετά η φιγούρα του χανόταν στο σκοτάδι της νύχτας, όπως ακριβώς συνέβαινε στο όνειρό της. Έβγαινε στο μπαλκόνι χωρίς παλτό, έπαθε βαριά πνευμονία και πέθανε. Πιστεύει πως και οι δύο αναζητούσαν ο ένας τον άλλον ώστε να ολοκληρώσουν τον έρωτά τους.
Άσχετα αν όλα αυτά είναι μόνο στον νου της Χρύσας ή όχι, το σημαντικό είναι ότι έχουν φτιάξει μια ωραία οικογένεια με τρία παιδιά και όλοι τους είναι πολύ χαρούμενοι και αγαπημένοι.

Χαρά Ζήκα
(Μπορείτε να επικοινωνείτε με τη Χαρά Ζήκα και να στέλνετε τη δική σας ιστορία που θα γίνει άρθρο στο e-mail: xarazika@gmail.com)