Ραδιοτηλεόραση, ένας κατήφορος χωρίς τελειωμό. – Άρθρο του Κρικόρ Τσακιτζιάν

Το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, είναι δυο από τους βασικότερους πυλώνες της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας. Μπρος από τις κάμερες και από τα μικρόφωνα πέρασαν σημαντικές προσωπικότητες του τόπου. Άνθρωποι των γραμμάτων και του πνεύματος. Λογοτέχνες, ποιητές, δημοσιογράφοι κύρους, καθηγητές. Για κάθε έναν που εμφανίζονταν στο τηλεοπτικό εκράν ή μιλούσε από το ραδιόφωνο, υπήρχαν κανόνες, όπως το να μιλά καλά ελληνικά, να μιλά καθαρά, με σοβαρότητα και με σεβασμό προς το ακροατήριο ή το τηλεοπτικό κοινό. Οι κουβέντες του καφενείου δεν επιτρέπονταν.
Θυμάμαι από τα δικά μου χρόνια στην τηλεόραση, να γίνονται σχεδόν σε κάθε ιδιωτικό κανάλι υποχρεωτικά μαθήματα ορθοφωνίας, σε όσους επρόκειτο να εμφανιστούν στην οθόνη, δημοσιογράφους και παρουσιαστές. Σε περίπτωση που δεν τα πήγαιναν καλά, κόβονταν και βρίσκονταν στο παρασκήνιο των εκπομπών.
Όπως επίσης και η εμφάνιση των πρωταγωνιστών έπρεπε να ήταν ευπρεπής, γι’ αυτό και ακολουθούσαν συγκεκριμένο πρωτόκολλο ένδυσης. Δεν νοείτο να εμφανιστεί παρουσιαστής εκπομπής ή δελτίου ειδήσεων χωρίς κουστούμι και γραβάτα. Όλα αυτά φυσικά, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Από μέσα του ’90 και μετά, όλα άλλαξαν. Περάσαμε στην εποχή της χαλαρότητας. Οι αλλαγές ήταν ραγδαία επιδεινούμενες, ιδίως από το 2000 και μετά. Ήταν τότε, που άρχισε ο εκφυλισμός των μέσων ενημέρωσης.
Οι εκπομπές λόγου άρχισαν να εξαφανίζονται. Ταυτόχρονα άρχισαν να εξαφανίζονται και οι εκπομπές έρευνας και παραχώρησαν τη θέση τους στις εκπομπές που βλέπουμε μέχρι σήμερα, των πολλών καλεσμένων, όπου ο καθένας εκφράζει τη γνώμη που του επιβάλλει ο παρουσιαστής ή οι παρουσιαστές, εάν θέλει να ξανακληθεί σε πάνελ. Φυσικά του επιτρέπεται να αερολογεί ασυστόλως και να χυδαιολογεί, γιατί στη γλώσσα της τηλεόρασης αυτό πουλάει.
Τα παιχνίδια γνώσης, έδωσαν τη θέση τους στα παιχνίδια δράσης και τζόγου. Ο κόσμος της τηλεόρασης μετέφερε στο studio τη γλώσσα του καφενείου και του γηπέδου. Η αρχή έγινε με τις μεταμεσονύχτιες cult εκπομπές, όπου μιλούσαν πεζοδρομιακά χυδαιολογώντας οι παρουσιαστές μεταξύ τους, αλλά και με το κοινό. Αυτό θεωρήθηκε καινοτομία και άρεσε στον κόσμο.
Τη θέση των δημοσιογράφων άρχισαν να παίρνουν περαστικοί και περαστικές, όπως, φίλες αφεντικών των μέσων, των διευθυντών των καναλιών και άλλα παρόμοια φρούτα και ψώνια. Τα περισσότερα άτομα τα ψάρευαν στα μπαρ που σύχναζαν οι διευθυντές και οι καναλάρχες. Μικρομέγαλες κοκότες, που υπόσχονταν καυτές νύχτες στο φιλοθεάμον κοινό, αρτίστες, κορίτσια των καλλιστείων, των γυμναστηρίων και όποια τέλος πάντων μπορούσε να εξάψει την οργιώδη φαντασία αυτών που αποφάσιζαν για το μέλλον της τηλεόρασης κι ας ήταν το απόλυτο τίποτα, μπορούσε να πάρει τη θέση της σε μια εκπομπή.
Οι δημοσιογραφικές εκπομπές λόγου, έδωσαν τη θέση τους σε κουτσομπολίστικα μαγκαζίνο, που ασχολούνταν με την ανούσια και ανύπαρκτη εγχώρια show biz. Μια show biz της βίζιτας, της παρακμής, των ναρκωτικών και των οργίων.
Τα νέα κοινωνικά μοντέλα που λάνσαρε η τηλεόραση, ήταν ακριβώς όμοια με εκείνων που παρουσίαζαν τις εκπομπές και εκείνων που διαχειρίζονταν τα συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης. Μεταξύ τους δεν διέφεραν και πολύ.
Στα πάνελ, αγοράκια και κοριτσάκια που δεν μπορούσες να τα ξεχωρίσεις, ποια ήταν τα αρσενικά και ποια τα θηλυκά, από τις υστερικές τσιρίδες και τις άναρθρες κραυγές που εξαπέλυαν κατά ριπάς προς το τηλεοπτικό κοινό και το λίκνισμα του κορμιού όταν διαγκωνίζονταν ποιος θα επικρατήσει σ’ αυτό το ξεκατίνιασμα. Κι όλα αυτά για να σχολιάσουν τη ζωή των celebrities της συμφοράς, προκειμένου οι ίδιοι να καθιερωθούν στα τηλεοπτικά δρώμενα του τόπου μας.
Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, όπου θεωρείται κάτι το πολύ φυσιολογικό, οι δημοσιογράφοι να έχουν απολέσει τη θέση τους και το ρόλο τους στην κοινωνία και να έχουν αντικατασταθεί, από νεαρούς και νεαρές ηθοποιούς, μοντέλα, νικητές ριάλιτι παιχνιδιών, απλά κοριτσόπουλα που είναι διαθέσιμα να γδυθούν δημόσια αρκεί να πάρουν τη δική τους θέση στο χώρο του θεάματος.
Επίσης στο χώρο της δημοσιογραφίας, ο οποίος ηττήθηκε ολοκληρωτικά, βρέθηκαν να επικρατούν κυρίως ανυπόληπτα, αμόρφωτα άτομα, χωρίς αρχές, διαθέσιμα για κάθε βρομοδουλειά που θα μπορούσε να τους αναθέσει ο προϊστάμενός τους, φυσικά κατ’ εντολή των αφεντικών των μέσων. Άτομα που δεν παρέλειπαν να κάνουν τις τσατσάδες και τα βαποράκια σε πολλές περιπτώσεις για λογαριασμό υψηλόβαθμων στελεχών των μέσων και με τον τρόπο αυτό καθιερώθηκαν στο χώρο της δημοσιογραφίας, η οποία νοσεί βαριά και ψυχορραγεί.
Η νέα μόδα στις μέρες μας, είναι να καταλαμβάνουν τις θέσεις των παρουσιαστών των εκπομπών, εκτός από ηθοποιοί, τώρα και τραγουδιστές. Όλοι αυτοί έγιναν τα πρότυπα των νέων. Ο δρόμος προς την επιτυχία για έναν νέο παιδί, φαίνεται πως ξεκινάει από την πίστα και καταλήγει στην τηλεόραση. Όλα αυτά φυσικά αφού αποδείξουν εμπράκτως ότι είναι διατεθειμένα τα παιδιά αυτά, να κάνουν τα πάντα για να πετύχουν το στόχος τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το κοινό παρακολουθεί χωρίς να αντιδρά όλη αυτή την παρακμή, η οποία εξελίσσεται με φρενήρη ρυθμό μπρος τα μάτια του και δεν κάνει τίποτα για να σταματήσει τον κατήφορο. Μόνο που αυτός ο κατήφορος έχει αντίκτυπο στο μέλλον των παιδιών όλων μας και θα το πληρώσουμε ακριβά, όσο μένουμε αδιάφοροι σ’ αυτή την κατάντια.

Διαβάστε επίσης :

Ένσταση για παράνομη κλήτευση υπέβαλαν οι συνήγοροι του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου.

 

Κρήτη: Δικάζεται ο 58χρονος καθηγητής για ασέλγεια σε μαθήτριές του