Ελληνική εξωτερική πολιτική – Οικονομία και εθνικό συμφέρον – Άρθρο του Θανάση Μανουσάκη

Σκέψεις και προβληματισμοί με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την επίσκεψη του προέδρου της Κίνας στην Αθήνα

Στη δημόσια συζήτηση με αφορμή και την πρόσφατη επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Σι Τζιπίνγκ στην Αθήνα, πέρα από τις εξελίξεις στο θέμα του μεταναστευτικού – προσφυγικού τις συνεχείς προκλήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο και Θράκη με προσωπική επιλογή του προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, βρίσκεται το θέμα των διπλωματικών σχέσεων της χώρας με κράτη πέραν της Ευρωπαϊκής Ένωσης ,ιδιαίτερα στον οικονομικό επίπεδο.
Η συζήτηση αυτή το ευρύτερο πλαίσιο που θα πρέπει να κινείται η ελληνική εξωτερική πολιτική, δεν αφορά τόσο το πλαίσιο προσανατολισμού της ,που η πλειοψηφία των τουλάχιστον σημερινών κοινοβουλευτικών δυνάμεων είναι η στροφή προς την Δύση, μια σταθερή επιλογή που μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974, από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις που εκλέχθηκαν, αφού και το ΠΑΣΟΚ που στις εκλογές του 1981 είχε ταχθεί κατά της στρατηγικής αυτής επιλογής ως κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου (1981-1989), (1993-1996), Κώστα Σημίτη (1996-2004) και Γιώργο Παπανδρέου ( 2009-2011),παρά τις λεκτικές διαφοροποιήσεις ιδιαίτερα την δεκαετία του ΄80, το συγκεκριμένο κόμμα δεν ακολούθησε μια διαφορετική επιλογή.
Έτσι με εξαίρεση το ΚΚΕ που με γνωστές τις θέσεις του ως υπέρμαχος της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης και των ομογάλακτων ολοκληρωτικών καθεστώτων στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που κατέρρευσαν μετά την πτώση του τείχους του αίσχους στο Ανατολικό Βερολίνο , υποστηρίζει ότι η χώρα θα πρέπει να μη συμμετέχει σε Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ,ούτε να έχει προσανατολισμό,ακόμα και διπλωματικές σχέσεις με Ρωσία και Κίνα ,προτάσσοντας ουσιαστικά την απομόνωση της Ελλάδας από τον διεθνή περίγυρο,με ότι συνεπάγεται και για την γεωπολιτική μας θέση στις παγκόσμιες εξελίξεις και την Χρυσή Αυγή για εντελώς διαφορετικούς ιδεολογικούς λόγους , που είναι αποκλειστικά υπέρ του προσανατολισμού προς την Ρωσία σε οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο, τα υπόλοιπα ελληνικά πολιτικά κόμματα στην πλειοψηφία τους και σε προηγούμενες συνόδους της Βουλής, δεν έθεσαν θέμα αλλαγής προσανατολισμού της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Ειδικότερα όσον αφορά το σημερινό ελληνικό πολιτικό σκηνικό, όπως διαμορφώθηκε μετά τις πρόσφατες εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου , η Ν.Δ. το σημερινό κυβερνών κόμμα ως ευρύτερη κεντροδεξιά παράταξη εφαρμόζοντας σταθερά και ορθά την ρήση του ιδρυτή Κωνσταντίνου Καραμανλή ως πρωθυπουργού το 1976 ” ανήκομεν εις την Δύση ”, και το Κίνημα Αλλαγής με χαρακτηριστικό παράδειγμα την βασική του συνιστώσα ,το ΠΑΣΟΚ που όπως προαναφέρθηκε παρά τις λεκτικές του διαφοροποιήσεις την δεκαετία του ΄80, δεν ακολούθησε μια διαφορετική πολιτική, κινήθηκαν και κινούνται στο συγκεκριμένο θέμα στο ίδιο μήκος κύματος ,στα δεξιά της Ν.Δ. η Ελληνική Λύση παρά την θέση της για βασικό οικονομικό και γεωπολιτικό προσανατολισμό προς την Ρωσία δεν θέτει θέμα αποχώρησης της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση ,ενώ στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ το ΜΕ.ΡΑ 25 , παρά αντίστοιχα τις λεκτικές αμφισβητήσεις και διαφοροποιήσεις με γνωστές τις απόψεις και πράξεις του ιδρυτή του ως υπουργού Οικονομικών της πρώτης κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα τον Ιανουάριο του 2015, δεν θέτει επίσης θέμα ουσιαστικά θέμα αλλαγής προσανατολισμού της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Αφήνω τελευταίο όσον αφορά το θέμα της στάσης των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων στον προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον ΣΥΡΙΖΑ ,ένα κόμμα που ουσιαστικά ακροβατεί ανάμεσα στην σοσιαλδημοκρατία (προσπαθώντας να αλιεύσει ψήφους από το Κίνημα Αλλαγής) και την λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά (ακραριστερά),ιδιαίτερα προς το δεύτερο σκέλος κυρίως λεκτικά όπως απέδειξε και η κυβερνητική του θητεία των τελευταίων 4,5 ετών ,που αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση αφού και πάλι ως αξιωματική αντιπολίτευση αμφισβητούσε λίγους μήνες πριν από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 την συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ για να αλλάξει στάση ,ιδιαίτερα μετά τις ευρωεκλογές του 2014 που με το αποτέλεσμα τους ,φαίνονταν ότι βρίσκεται στο κατώφλι της εξουσίας και να ταχθεί υπέρ της συμμετοχής της χώρας στην Ατλαντική Συμμαχία, παρά τις όποιες λεκτικές και σε αυτό το κόμμα διαφοροποιήσεις και με δεδομένη την θέση του, υπέρ της συμμετοχής της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το κόμμα με πρόεδρο και πρώην πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα τάσσεται υπέρ του δυτικού προσανατολισμού της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Η πρόσφατη επίσκεψη του Κινέζου προέδρου στην Αθήνα που είχε συναντήσεις με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, τον πρωθυπουργό Κυριακό Μητσοτάκη και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα , αναδεικνύουν ένα προσθετό παράγοντα στροφής στην εξωτερική πολιτική της χώρας ,σε ότι αφορά την οικονομική του διάσταση ,την μεγάλη αυτή ασιατική χώρα,αγορά της Άπω Ανατολής.
Για αυτό παρότι η Κίνα στο πολιτικό της σκέλος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αστική πολυκομματική δημοκρατία, αφού έχοντας κομμουνιστικό καθεστώς στην εξουσία ,απαγορεύει την ελεύθερη έκφραση απόψεων ,ακόμα και στο διαδίκτυο ειδικότερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για την Ελλάδα παραμένει ένα πολύτιμος οικονομικός σύμμαχος , από το 2008 όταν η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή με την επένδυση της εταιρείας COSCO στο λιμάνι του Πειραιά, να διευρύνει αποφασιστικά στο οικονομικό τομέα, της σχέσεις με την συγκεκριμένη χώρα, βοηθώντας σημαντικά την ανάπτυξη της χώρας μας στο πολύ σημαντικό τομέα της εμπορικής ναυτιλίας.
Αποτέλεσμα της οικονομικής συνεργασία των δυο χωρών, ήταν η υπογραφή 16 συμφωνιών ανάμεσα στην ελληνική και την κινεζική αντιπροσωπεία, που προσελκύουν κεφάλαια από την Κίνα, δρομολογούν το νέο κύκλο έργων αναβάθμισης , στο πρώτο λιμάνι της χώρας τον Πειραιά, ανοίγουν περαιτέρω την κινεζική αγορά σε ορισμένα ελληνικά αγρό-διατροφικά προϊόντα, όπως ο κρόκος Κοζάνης που αποτελεί προϊόν ΠΟΠ ( Προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης) ,ιδιαίτερης σημασία για για την τοπική οικονομία, η δυνατότητα εξαγωγής ακτινιδίων από όλες τις περιοχές της χώρας στην κινεζική αγορά, αλλά και τους τομείς της Δικαιοσύνης με την έκδοση καταζητούμενων προσώπων, της διμερούς συνεργασίας στο τομέα της επικοινωνίας και των οπτικοακουστικών μέσων, στον τομέα του αθλητισμού για την καταπολέμηση της φαρμακοδιέγερσης ( παράνομων ουσιών) και της προώθησης του Παραολυμπιακού κινήματος,όπως και σε άλλου τομείς αμοιβαίου διακρατικού ενδιαφέροντος.
Με βάση λοιπόν τις εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που συνεχώς βρίσκονται στο ” κόκκινο ” εξαιτίας της προκλητικής στάσης του εξ Ανατολών γείτονα και με τον Τούρκο πρόεδρο και λόγω των εξελίξεων στην Συρία να ακροβατεί ανάμεσα στης ΗΠΑ και την Ρωσία, η ελληνική εξωτερική θα πρέπει να διευρύνει ακόμα περισσότερο τους ορίζοντες της, προς την πλευρά της Κίνας οικονομικά, αλλά και προς την Ρωσία, που ειδικά τα τελευταία 4,5 χρόνια οι σχέσεις με την χώρα αυτή δοκιμάστηκαν ,ιδιαίτερα μετά την υπογραφή της μη εθνικά επωφελούς συμφωνίας των Πρεσπών, τον Ιούλιο του 2018 όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ Νίκος Κοτζιάς προέβη σε καταγγελίες χωρίς να τις αποδείξει για υποδαύλιση των διαμαρτυριών εναντίον της συμφωνίας στο εσωτερικό της Ελλάδας, από την συγκεκριμένη χώρα.
Χωρίς φυσικά να αμφισβητείται,ο δυτικός προσανατολισμός της Ελλάδας στην εξωτερική πολιτική, θα πρέπει και στην παρούσα χρονική συγκυρία να έχει μια παράλληλη εξωτερική πολιτική με Κίνα και Ρωσία που επίσης επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή με την υπογραφή της συμφωνίας για τον αγωγό φυσικού αερίου,αναπτύχθηκαν οι σχέσεις το 2008 και στον οικονομικό τομέα ,σε αυτή την κρίσιμη τετραετία 2019-2023.
Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση της Ν.Δ. στο τομέα αυτό,όπως έδειξε η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα και του Κινέζου προέδρου Σι Τζιπίνγκ ,με την υπογραφή των 16 διακρατικών συνεργασιών δείχνει ότι κινείται προς σε αυτή την κατεύθυνση, με προοπτική ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα περαιτέρω θετικών εξελίξεων και σε αυτό θα πρέπει να βοηθήσει και η πλειοψηφία των εντός Βουλής πολιτικών δυνάμεων.
Ας ελπίσουμε ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση και η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων της Βουλής θα το κατανοήσει, προκειμένου για την Ελλάδα που τόσο έχει δοκιμαστεί και ως προς την γεωπολιτική της θέση τα τελευταία 10 χρόνια με την οικονομική κρίση και τα μνημόνια , προκειμένου με την πραγματικά αυτή πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική να υπάρξουν καλύτερες θέσεις για την εξωτερική πολιτική της χώρας ,με θετικές επιπτώσεις και στο εσωτερικό.

Αθανάσιος Μανουσάκης