45 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα – Σκέψεις και προβληματισμοί για το παρόν και μέλλον της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας

45 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα – Σκέψεις και προβληματισμοί για το παρόν και μέλλον της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας

Συμπληρώνονται αυτές της ημέρες 45 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και την πτώση του δικτατορικού στρατιωτικού καθεστώτος που κυβέρνησε την χώρα από την 21η Απριλίου 1967 σε δυο φάσεις, ( δικτατορία Γεωργίου Παπαδόπουλου από εκείνη την ημερομηνία έως και της 24 Νοεμβρίου 1973 και από 25-11-1973 έως 23-07-1974 δικτατορία Δημητρίου Ιωαννίδη) ,που σημαδεύτηκε από την εθνική τραγωδία της Κύπρου ,στης 20 Ιουλίου 1974 με την εισβολή του βάρβαρου τουρκικού Αττίλα και της δεύτερης εισβολής της 14-0-1974 , μια ανοιχτή ”εθνική πληγή ” στην εξωτερική πολιτική της χώρας, που και λόγω της προκλητικής στάσης του γείτονα εξ Ανατολών ,ανεξάρτητα αν το Κυπριακό είναι ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής , κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου ,αποτελεί και πριν από τα δραματικά γεγονότα του 1974, ένα μόνιμο σημείο έντασης και διαφωνιών στης ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Όμως από τότε ,από της 24 Ιουλίου 1974 που ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής σχημάτισε κάτω από πολύ κρίσιμες εθνικά και κοινωνικά συνθήκες ,την κυβέρνηση εθνικής ενότητας και αποκαταστάθηκε η δημοκρατική ομαλότητα ” κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι ”, με κυβερνήσεις διαφορετικής ιδεολογική προέλευσης και δομής, που άφησαν ισχυρό το αποτύπωμα τους, στην πορεία του τόπου, σε αρκετές περιπτώσεις δυστυχώς με αρνητικό στίγμα ,που επηρέασε πολύ σημαντικά νοοτροπίες και αντιλήψεις ,πολύ μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Χωρίς να παραγνωρίζω και να αμφισβητώ , ότι έγιναν αρκετά βήματα προς την θετική κατεύθυνση σε θεσμικό επίπεδό κυρίως με την ελευθερία έκφρασης και συμμετοχής των πολιτών ,όπως εκφράζονται μέσα από κόμματα, συλλόγους, συλλογικότητες και οργανώσεις με την ενεργό συμμετοχή στην Βουλή και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ( α’ και β’ βαθμού ), σε τομείς όπως η Οικονομία, η ασφάλεια του πολίτη ,σε σημαντικό βαθμό στα εθνικά θέματα και η δημοσία διοίκηση , ιδιαίτερα σε αυτό τον τομέα που αποτελεί ένα κομβικό και καθοριστικό παράγοντα στης σχέσεις του κράτους με τον πολίτη και ιδιαίτερα στην βελτίωση της καθημερινότητας του πληθυσμού, δυστυχώς δεν έγιναν τα απαραίτητα βήματα προς τα εμπρός , με λάθος αποφάσεις σε πολλές περιπτώσεις που επέφεραν αρνητικά αποτελέσματα.
Ειδικότερα τα προβλήματα σε αυτούς τους τομείς, κατά την προσωπική μου άποψη , ιδιαίτερα σε ότι αφορά την οικονομία και την δημόσια διοίκηση ,ακόμα και μη σύννομης και μη επιβεβλημένης λειτουργίας των θεσμών άρχισαν κυρίως από την δεκαετία του ΄80 με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ ( ευτυχώς για την χώρα και για το ίδιο, έστω σταδιακά από της αρχές της δεκαετίας του΄90 το κόμμα αυτό, παρά της όποιες διαφωνίες πρέπει να πω και ότι ως κυβέρνηση ακολούθησε μια πιο συνετή και υπεύθυνη πολιτική) στην εξουσία , μετά της εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981 και συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια, και οδήγησαν σε μια νοοτροπία που στόχο είχε τον εύκολο πλουτισμό και βελτίωση της ποιότητας ζωής ,με την λογική ” καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε ” ( χαρακτηριστικό παράδειγμα το ΄΄ Τσοβόλα δώστα όλα ”που ακούστηκε από τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου σε προεκλογικό μπαλκόνι ,παραμονές των εκλογών της 18ης Ιουνίου 1989) , λύνουμε το εργασιακό πρόβλημα της κοινωνίας με τον διορισμό στο δημόσιο μέσω κλαδικών και κομματικών συνδικαλιστικών οργανώσεων και την ίδια ώρα δαιμονοποιούμε την ιδιωτική πρωτοβουλία ως ” αδίστακτους καπιταλιστές και κλέφτες που πίνουν το αίμα του λαού ,ενώ τη ίδια ‘ώρα επιτρέπουμε και αναγνωρίζουμε την παρουσία ιδιωτικών επιχειρήσεων στην χώρα, δηλώνουμε θεματοφύλακες των δημοκρατικών θεσμών και παράλληλα τους υπονομεύουμε αθετώντας την υπόσχεση μας, προς τον τότε αρχηγό του ελληνικού κράτους και αναθεωρούμε το σύνταγμα του 1975 ( έναν από τα καλύτερους καταστατικούς χάρτες που είχε πότε η Ελλάδα στην σύγχρονη ιστορία της ), κάνουμε και κάποιους ” λεονταρισμούς ΄΄ στην ” κακιά Δύση ”, ενώ στην εξωτερική πολιτική, πέρα από κάποια τότε υποτυπώδη φιλοσοβιετική με ανοίγματα σε χώρες του του τότε κομμουνιστικού παραπετάσματος όπως η Πολωνία του στρατηγού Βοίτσεχ Γιαζουρεσλκι που καταπίεζε τα δικαιώματα των πολιτών της και τους εξαθλίωνε οικονομικά και κοινωνικά ( ευτυχώς για της ίδιες ,πέρα από την μη κομμουνιστική Ρωσία οι πρώην αυτές σοσιαλιστικές χώρες ,ακολουθούν από το 1989 τον δρόμο της ελεύθερης οικονομίας και της συμμετοχής σε διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς) κάνοντας ανοίγματα παράλληλα σε χώρες του Τρίτου Κόσμου( Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι και Ιράκ του Σαντάμ Χουσείν) ,που τίποτε δεν έχουν προσφέρουν στην Ελλάδα ,και συμμετέχουμε αυτονόητα σε διεθνείς οργανισμούς όπως η ΕΟΚ (σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση ) και ΝΑΤΟ, που προεκλογικά υποσχόμασταν την απομάκρυνση της χώρας από τους διεθνείς οργανισμούς και ευτυχώς για την γεωπολιτική θέση της Ελλάδας ,οι υποσχέσεις αυτές δεν έγιναν πράξη, ενώ στον τομέα της ασφαλείας και σε συνδυασμό με την ποιότητα της παιδείας, υιοθετούμε το ” πανεπιστημιακό άσυλο ” με τον νόμο πλαίσιο του 1982 ,που στην ουσία το άσυλο ιδεών ,γίνεται άσυλο εγκληματιών ,τραμπούκων και εξτρεμιστών ιδιαίτερα από τον χώρο της Άκρας αριστεράς.
‘Όλα τα παραπάνω όπως προαναφέρθηκε ,από την δεκαετία του ΄80 ,καλλιέργησαν σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μια πολύ κακή νοοτροπία, αποδοχής του εύκολου πολιτικού λόγου και ειδικότερα της πολιτικής δημαγωγίας και σε συνδυασμό με την δικαιολογημένη έως ένα βαθμό απογοήτευση του εκλογικού σώματος, από τις κυβερνήσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ , πολύ περισσότερο με την εφαρμογή των πολύ σκληρών μέτρων των μνημονίων που εφαρμόστηκαν στην χώρα, από το 2010 ,με την παγκόσμια οικονομική κρίση να εμφανίζεται στην χώρα μας, έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ με τις απατηλές υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα στην εξουσία με τα αποτελέσματα των πρόωρων εκλογών του Ιανουαρίου 2015 και του Σεπτεμβρίου 2015 ,που μαζί με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος παρωδία της 5ης Ιουλίου, όπου το ”ΟΧΙ ” έγινε ” ΝΑΙ ” ,έφεραν το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο ,που μαζί με την μη επωφελή συμφωνία των Πρεσπών ( ανεξάρτητα αν το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ,σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πρόσφατων εθνικών εκλογών δεν είχε ιδιαίτερα στην Βόρεια Ελλάδα ,μεγάλο πολιτικό κόστος ) και το αλαζονικό ύφος και ήθος της προηγουμένης κυβέρνησης και προσωπικά του πρώην υπουργού ,οδήγησαν τελικά το ΣΥΡΙΖΑ εκτός εξουσίας με ένα όμως διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό (31,53% και 86 έδρες) ,με αποτέλεσμα η πολιτική δημαγωγία με έκφραση στο πρόσωπο του συγκεκριμένου κόμματος να υποστεί μια σημαντική αλλά δυστυχώς όχι στρατηγική ήττα.
Με δεδομένο όμως ότι από της εκλογές της 7ης Ιουλίου ,στην χώρα επήλθε πολιτική αλλαγή με το αποτέλεσμα των εκλογών ,με την Ν.Δ. να επιστρέφει αυτοδύναμη στην εξουσία και τον αρχηγό της Κυριάκο Μητσοτάκη να αναδεικνύεται πρωθυπουργός, αναπόφευκτα επιβάλλεται αλλαγή πορείας για την Ελλάδα με ισχυρή πολιτική βούληση, που αναδεικνύεται από της πρώτες ημέρες με αποφάσεις ,της προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης που υπερψηφίστηκαν την περασμένη Δευτέρα από την πλειοψηφία της εξακομματικής Βουλής (οι 158 βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, πλην των 5 κομμάτων της αντιπολίτευσης ) ,προκειμένου να υπάρχει βελτίωση της δημοκρατίας, με ορθή σύννομη ,αξιόπιστη και υπεύθυνη λειτουργία του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος .
Έτσι στο ερώτημα αν η Ελλάδα χρειάζεται ένα άλλο πολιτικό καθεστώς (είτε με ανάληψη της εξουσίας από τον στρατό, όπως την 21η Απριλίου 1967, ή με ” λαϊκές δημοκρατίες ” ,με κομμουνιστικά δηλαδή καθεστώτα που ούτε η πλειοψηφία των ίδιων των λαών της Ανατολικής Ευρώπης που τα έζησε, τα νοσταλγεί) ή ενδεχομένως άλλες λύσεις ,η απάντηση είναι ότι η Γ ΄ Ελληνική Δημοκρατία, η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία που λειτουργεί ομαλά από την 24η Ιουλίου 1974, παρά τα προβλήματα της δυσλειτουργίες και το θέμα αξιοπιστίας της, που έχει τεθεί αρκετά δικαιολογημένα ,είναι μονόδρομος για τη περαιτέρω πορεία της χώρας ,γιατί καμία άλλη λύση ,ιδιαίτερα στο διεθνή περίγυρο ,που βρίσκεται η χώρα μας μπορεί να της εξασφαλίσει καλύτερη προοπτική για το παρόν και το μέλλον.
Για αυτό η σημερινή νεοεκλεγείσα κυβέρνηση ,έχοντας χωρίς να μεσολαβούν εκλογικές αναμετρήσεις , όπως η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας που με την αναθεώρηση του Συντάγματος που ψηφίστηκε από την πλειοψηφία της προηγούμενης Βουλής μπορεί να υπάρξει η απαιτούμενη πλειοψηφία εκλογής νέου προέδρου με 151 ψήφους, έχει και με την συνταγματική αναθεώρηση να συνεχίζεται και από την παρούσα Βουλή, άπλετο πολιτικό χρόνο μέχρι τις επόμενες εκλογές του 2023 (όπου εκτός συγκλονιστικού απρόοπτου θα διεξαχθούν με την λήξη της συνταγματικής θητείας της σημερινής κυβέρνησης ) , τον χρόνο να προωθήσει σημαντικές και θεμελιώδεις αλλαγές, για την ποιότητα της δημοκρατίας στον τόπο μας.
Σε διαφορετική περίπτωση αν και η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν προωθήσει αυτές τις αλλαγές που η ίδια έχει προεκλογικά υποσχεθεί ,θα απογοητεύσει και πάλι ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας ,που γενικά θέλει να αλλάξει νοοτροπία προς το καλύτερο σε σχέση με το παρελθόν, η ίδια η δημοκρατία θα αμφισβητείται ακόμα περισσότερο και καμία ιστορική επέτειος της 24ης Ιουλίου 1974 δεν θα μεταβάλει άποψη στην πλειοψηφία της κοινωνίας, ενώ η πορεία της χώρας προβλέπεται δυσοίωνη.
Για αυτό ειδικά οι κυβερνώντες και γενικά το πολιτικό σύστημα, ας αναλάβει τις ευθύνες του, για την ποιότητα και την βελτίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος , η παρούσα τετραετία 2019-2023 , είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μείνει αναξιοποίητη.

Αθανάσιος Μανουσάκης